Παρασκευή 23 Νοεμβρίου 2012

Κώστας Μυλωνάς:


«Ακριβός» αλλά και καθημερινός. Διανοούμενος, αλλά και προσγειωμένος. Αυστηρός αλλά και χιουμορίστας. Σύνθετος, αλλά και απλός. Υπερευφυής αλλά και άκακος, ακομπλεξάριστος και αθώος, σαν παιδί. Αρχοντικός, αλλά και ανθρωπιστής. Ευγενικός και γλυκός όσο δεν πάει άλλο. Απλά, ένας σοφός. Αν δεν ήταν όλα αυτά μαζί, δεν θα ήταν ο απίθανος Κώστας Μυλωνάς. Ο πολύ γνωστός συγγραφέας της ιστορίας του ελληνικού τραγουδιού, για τον περισσότερο κόσμο δυστυχώς δεν είναι τόσο γνωστός σαν συνθέτης, κάιτ που μάλλον δε μας τιμά και πολύ. Γιατί ο Κώστας Μυλωνάς είναι ένας καταπληκτικός συνθέτες, ένας από τους καλύτερους συνθέτες της χώρας. Από τις αρκετές ώρες συζητήσεων, τηλεφωνικά, αλλά και στο σπίτι του, εδώ μπορεί κανείς να διαβάσει λίγα μόνο από τα πάρα πολλά που ειπώθηκαν.
Κύριε Μυλωνά, οι ποιητές με τους οποίους έχετε συνεργασθεί, είναι μερικοί από τους κορυφαίους  της χώρας μας, λατρεμένοι από τον κόσμο. Πού οφείλεται το γεγονός ότι δεν είστε τόσο γνωστός;
Κώστας Μυλωνάς
: Ο κόσμος με ξέρει περισσότερο σαν συγγραφέα και λιγότερο ίσως σαν συνθέτη, ας πούμε. Αλλά εκείνοι που με ξέρουν σαν συνθέτη είναι οι ακροατές του Τρίτου Προγράμματος. Γιατί, τον τελευταίο καιρό αυτά που κάνω, οι δίσκοι που έχω κάνει, τα cd που έχω κάνει, είναι μουσική που δεν είναι πια τραγούδι, είναι άλλο πράγμα, είναι μιά προχωρημένη δουλειά. Θα λέγαμε ότι είναι «λόγια» (μουσική), για να τα παίζει το Τρίτο Προγραμμα. Είναι κάτι πέρα από τη φόρμα «τραγούδι» ας πούμε. Είναι πιο σημαντικά πράματα, είναι συνθέσεις πια.
Θέλω να πω, Μάνος Ελευθερίου, Κωστούλα Μητροπούλου, Γιάννης Νεγρεπόντης,  Λευτέρης Παπαδόπουλος στο καταπληκτικό «Άσμα Ασμάτων». Γιατί δεν ακούγονται από τα ραδιόφωνα τέτοιες μουσικές, τέτοια λόγια;
Κ.Μ.: Το Άσμα Ασμάτων είναι μία πονεμένη ιστορία. Ο Παπαδόπουλος όταν το άκουσε ενθουσιάστηκε «τί δουλειά ειν΄αυτή που έκανες» και «αυτή είναι για Μέγαρο Μουσικής». Παρ ό,τι του άρεσε πάρα πολύ αυτή η δουλειά, δεν το προώθησε. Κι εγώ ο ίδιος δεν είχα τη δυνατότητα προώθησης. Το θέμα είναι, ότι ακόμα και στο λεξικό της ελληνικής μουσικής, στο λήμμα Μυλωνάς, αν δεις, γίνεται ιδιαίτερη μνεία για το Άσμα Ασμάτων. Ανάμεσα στα άλλα, ο συγγραφέας του λεξικού ο αείμνηστος ο Τάκης ο Καλογερόπουλος αναφέρει ότι είναι μια λαμπρή μελοποίηση. Νομίζω μάλιστα, ακόμα, ότι ο Λευτέρης ο Παπαδόπουλος το είχε δώσει σε κορυφαία ονόματα, για να το μελοποιήσανε αυτοί. 
Είναι Lieder, κύριε Μυλωνά.
Κ.Μ.: Θα μπορούσες να τους δώσεις αυτό το  χαρακτηρισμό, επειδή το άκουσμά τους δεν είναι ίδιο με τα περισσότερα από τα τραγούδια που ακούμε συνήθως.
Πιστεύω όμως ότι είναι μουσική και στίχοι που αγγίζουν τον κόσμο.
Κ.Μ.: Ακριβώς. Παρά το γεγονός ότι είναι μιά προσέγγιση πιο αυστηρή, ωστόσο ταυτόχρονα έχουν μιά λαϊκότητα, κι αυτό το στοιχείο είναι που τα κάνει προσιτά σε ένα μεγάλο μέρος του κοινού. Ο Θωμάς ο Ταμβάκος στο Jazz & Τζαζ που είναι σοβαρό μουσικό περιοδικό είχε κάνει μία κριτική στην οποία, ανάμεσα στα άλλα, αναφέρει: «Δεν θα πάψω και δεν θα κουραστώ να το λέω μετά θέρμης ότι ο,τιδήποτε κάνει ο Κώστας ο Μυλωνάς είναι σπουδαίο και συμπεριλαμβάνεται μέσα στους σημαντικότερους Έλληνες συνθέτες». Λοιπόν, εντάξει, δεν είναι τυχαίος ο Θωμάς ο Ταμβάκος.Τον Θωμά τον Ταμβάκο τον έχουνε κάνει επίτιμο μέλος της Ένωσης Ελλήνων Μουσουργών, όχι μόνον για την ορθή του κρίση αλλά και για το τεράστια ερευνητικό έργο που έχει κάνει για την ελληνική μουσική.
Ναι, το γνωρίζω, έχω επικοινωνήσει μαζί του πριν δύο χρόνια,  μία φορά, τηλεφωνικά και μου το είχε πει ο ίδιος. Πότε γράψατε το Άσμα Ασμάτων;
Κ.Μ.: Το Άσμα Ασμάτων το έγραψα όταν κυκλοφόρησε το βιβλίο του Παπαδόπουλου. Όμως οι μελωδίες των έξι από τα επτά τραγούδια που αποτελούν τον κύκλο, γράφτηκαν στο διάστημα 67-69.
Αν δεν έχετε αντίρρηση, να πάμε σε ένα άλλο, τελείως άσχετο θέμα τώρα. Αυτές οι χιλιάδες κόσμου που τρέχουν πίσω από αυτές τις «ντίβες» ... Μήπως στο γεγονός αυτό, υπάρχει  πίσω κρυμένη, η εξής νοσηρότητα που θα προσπαθήσω να αναλύσω...
Κ.Μ.: Για το σκυλάδικο τραγούδι; Τα έχω γράψει στον τέταρτο τόμο. Αυτό που γίνεται είναι ένα επαίσχυντο κοινωνικό φαινόμενο που υποβαθμίζει την αισθητική του κόσμου και προσβάλει την νοημοσύνη του.
Πιστεύω ότι ο κόσμος, πάνω τους, προβάλλει την επιθυμία για εύκολο πλούτο, -δέκα υπηρέτριες έχει ο καθένας τους- για χλιδή. Ταυτίζεται λοιπόν, ο κόσμος, με αυτούς και τις ζωές τους, αισθάνονται λίγο σαν να είναι εκείνοι στη θέση τους.Κ.Μ.: Α, ναι ! Αυτό το έλεγα από πάρα πολύ καιρό, από παλιά.Υπάρχουν άνθρωποι που την τέχνη την έχουν σαν τον σκοπό της ζωής τους και άλλοι που την έχουν μόνο ως ένα μέσο για ένα άλλο σκοπό. Όμως αυτό δεν είναι τέχνη.
Όλο αυτό που γίνεται με τα περιοδικά που τους κυνηγούν διαρκώς, δεν  κρύβει πολλή ψυχοπαθολογία;
Κ.Μ.: Ναι, ναι, είναι νοσηρά πράματα. Δηλαδή, είναι φαινόμενο της εποχής. Έχεις δίκιο, δεν υπάρχει σοβαρότητα. Εγώ το μόνο που έχω να σου πω γι αυτά είναι ότι δυστυχώς είναι η εποχή του «φαίνεσθαι» κι όχι του «είναι». Κοιτάμε, προσπαθούμε να δείξουμε ότι είμαστε κάτι, ενώ δεν είμαστε. Είναι το «φαίνεσθαι» και το «είναι». Τελείως διαφορετικά πράματα. Δεν το συζητάμε. Γιατί, όλα αυτά δεν είναι τραγούδι. Είναι ο,τιδήποτε άλλο εκτός από τραγούδι. Είναι μιά παράσταση... με αφορμή το τραγούδι. Μα αυτό δεν είναι μουσική.Το τραγούδι είναι να σταθείς ακίνητος και να το πεις. Αυτό, είναι το σπουδαίο. Έτσι έκανε η Βέμπο,  έτσι έκανε η Αμάλια Ροντρίγκες, έτσι έκανε η Έλα Φιτζέραλντ, έτσι έκανε η Μπίλι Βων, έτσι έκανε η Ζάρα Λεάντερ, έτσι έκαναν όλες οι μεγάλες τραγουδίστριες. Κάντε ένα άρθρο με αφορμή όλα αυτά. Ο τέταρτος τόμος θα σας βοηθήσει, γιατί μιλάω για όλα αυτά τα πράγματα. Μιλάω για την «αισθητική του στρας».
Ναι, το είδα να το αναφέρετε κάπου.
Κ.Μ.: Ναι, ναι.
Πάντως, εγώ προσωπικά κύριε Μυλωνά, πιστεύω ότι ο άνθρωπος έχει έμφυτη την αισθητική. Απλώς, τον βάζουν με κανονική πλύση εγκεφάλου, να δέχεται όλο αυτό το πράγμα. Δηλαδή, κάποτε είχα μία συζήτηση με αδελφικό φίλο, γνωστό μουσουργό, και μου έλεγε ότι αν έβαζες να ακούσουν Chopin σαράντα βοσκοί, για παράδειγμα, δεν θα τους άρεσε η μουσική του Chopin, επειδή-έλεγε- είναι «άλλη μουσική γλώσσα».  Διαφωνώ με αυτό.
Κ.Μ.: Συμφωνώ μαζί σου.
Εγώ πιστεύω ότι είναι μουσική για όλους τους ανθρώπους. Άλλως τε, και ο ίδιος ο Chopin, απόφοιτος Λυκείου, ήταν. Και πιστεύω, πως οι βοσκοί αυτοί, πιθανώς να έλεγαν ότι δεν τους αρέσει, μόνο για κάποιους λόγους «κοινωνικούς». Κάποιο κόμπλεξ, το τί θα πει ο άλλος άμα εμένα μου αρέσει ο Chopin, και τέτοια. Ενώ άμα άφηναν τον εαυτό τους ελεύθερο.Κ.Μ.: Ναι, ναι.Το καλό, το μεγάλο το πράμα, αγγίζει όλον τον κόσμο.
Αυτό, ναι, αυτό. Αυτό είναι ο τεχνίτης ο συνθέτης.
Κ.Μ.: Ειδικά ο συνθέτης που διάλεξες... Ναί, αυτός είναι συνθέτης.
Α, είναι κι εμένα ο λατρεμένος μου.
Κ.Μ.: Κι εμένα το ίδιο. Ο Μότσαρτ, παρ ό,τι είναι μεγάλος και μοναδικός, κάποια στιγμή μπορεί να κουράσει.
Μ΄αυτή την έννοια, της αισθητικής, πιστεύω ότι θα άρεσε πολύ η μουσική σας. Αλλά δεν την πρόβαλαν.
Κ.Μ.: Κι εγώ αυτό πιστεύω, για παράδειγμα ο Σταύρος ο Κουγιουμτζής όταν άκουσε τη μουσική μου, είπε πράγματα που από σεμνότητα δε μπορώ να επαναλάβω. Πράγματα που με κολάκεψαν πάρα πολύ. Ούτε λίγο ούτε πολύ, με θεωρούσε έναν από τους καλύτερους Έλληνες συνθέτες.
Η δουλειά σας, είναι φανερά επηρεασμένη από παλιότερες εποχές, από Χαιρόπουλο, Αττίκ, Γιαννίδη και τους λοιπούς εκείνης της εποχής. Ειδικότερα τα «τραγούδια χωρίς λόγια» το πιανιστικό αυτό cd στο οποίο παίζει η καθηγήτριά μου, και πολύ αγαπημένη φίλη, η διεθνής σολίστ  Ναταλία  Μιχαηλίδου. Αλλά και στο Άσμα Ασμάτων. Εσείς, από ποιούς θεωρείτε ότι έχετε επηρεαστεί;
Κ.Μ.: Κοίταξε, έχω επηρεαστεί από τον Μπαχ, από το Nino Rota, από ό,τι μπορείς να φανταστείς. Από τον Μότσαρτ... Αλλά εκείνος που με επηρέασε περισσότερο από όλους, είναι ο Chopin.
Μου είχε πει φίλη από τις καλύτερες ελληνίδες πιανίστες, ότι όσες φορές έχει επισκεφθεί τον τάφο του, είναι γεμάτος από καρδούλες, λουλούδια, δώρα, λες και πέθανε σήμερα.
Κ.Μ.: Για μένα είναι ο μεγαλύτερος μελωδιστής που πέρασε από αυτόν τον πλανήτη.
Ο Cortot τον αποκαλούσε «ο ποιητής του ανθρώπινου πόνου».
Κ.Μ.: Και ο Beethoven έλεγε για τον Chopin ότι έδωσε ανθρώπινη λαλιά στο πιάνο. Το έκανε να μιλάει.
Να μιλάει, να κλαίει, να γελάει. Ήταν απίστευτος.
Ναι, απίστευτος.
Να αλλάξουμε θέμα, και να μιλήσουμε λίγο για τα βιβλία σας.
Κ.Μ.: Τα βιβλία που πήραν τη μερίδα του λέοντος στη δημοσιότητα ήταν η ιστορία του ελληνικού τραγουδιού. Έχω πάρει και βραβείο από το δήμο Αθηναίων, βραβείο δοκιμίου για τη μελέτη της ιστορίας του ελληνικού τραγουδιού. Εντάξει, ήταν μιά παρθενική κατάθεση, που  σύσσωμος ο τύπος τη χαρακτήρισε σαν έργο υψίστης λαογραφικής σημασίας. Πρόσεξε όμως. Το σπουδαίο μου βιβλίο, το ανεπανάληπτο, αυτό που έχει παγκόσμιο κύρος και που ίσως είναι μοναδικό στον κόσμο, είναι το «Μουσική και Κινηματογράφος». Διδάσκεται σε όλα τα Πανεπιστήμια της χώρας.
Έχει μεταφραστεί σε άλλες γλώσσες;
Κ.Μ.: Δυστυχώς όχι.
Εκείνο που έχω παρατηρήσει, είναι ότι ο λόγος σας, παρ’ ό,τι είναι αυστηρός και έχει τη γλώσσα του δοκιμίου, ταυτόχρονα έχει μεγάλη σαφήνεια και στο πιο δύσκολο και λεπτό θέμα και είναι κατανοητός.Κ.Μ.: Αυτό μου λένε όλοι. Αυτό είναι όλη η μαστοριά του συγγραφέα και του δοκιμιογράφου. Το δοκίμιο είναι δύσκολο. Δεν είναι «γράφουμε μυθιστόρημα» και γράφουμε ό,τι μας κάθεται, να πούμε, στο μυαλό. Τό δοκίμιο είναι αυστηρό.Πρέπει να ξέρεις να γράφεις με τέτοια σαφήνεια και με τέτοια καθαρότητα και με τέτοια απλότητα, που να θυμίζει αυτό που έλεγε ο Σεφέρης: «να μου δοθεί η χάρις να μιλήσω όσο γίνεται πιο απλά. Γιατί μ’ όλα αυτά τα μαλάματα και τα ψιμύθια τη χαλάσαμε τη γλώσσα μας».
Αν ξαναγράφατε την ιστορία του ελληνικού τραγουδιού, θα αναθεωρούσατε κάποια πράγματα;
Κ.Μ.: Βεβαίως. Θα αναθεωρούσα ειδικά στο δεύτερο τόμο κάποια πράγματα στα οποία ήμουν υπερβολικός. Δηλαδή την περίοδο που αναφέρεται στους δυό σπουδαίους μας συνθέτες.
Υπάρχουν κάποια πράγματα που εμένα μου έχουν κάνει εντύπωση. Για παράδειγμα, είχατε πει ότι ο Ζαμπέτας ήταν ένας σπουδαίος συνθέτης τραγουδιών, σε μία εποχή που ίσως πολλοί που ασχολούνταν με το ελληνικό τραγούδι, δεν το είχαν καταλάβει αυτό.
Κ.Μ.: Εγώ θεωρώ τον Ζαμπέτα, έναν από τους κορυφαίους Έλληνες τραγουδοποιούς, όπως επίσης και τον Καλδάρα.
Ποιά ήταν η τελευταία σας δισκογραφική δουλειά;
Κ.Μ.: Η τελευταία μου δουλειά ήταν 14 κομμάτια για μία, δύο και τρεις κιθάρες. Αυτός ο δίσκος εκδόθηκε από την Clear Note. Μία εταιρία που εδρεύει στο Ohiao των Η.Π.Α.
Κύριε Μυλωνά σας ευχαριστώ πάρα πολύ.
Κ.Μ.: Κι εγώ σας ευχαριστώ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου