Παρουσίαση Βιβλίου Πέτρου Πετρίδη
25 Δεκεμβρίου, 2012 — vatopaidifriend5
Πέτρου Πετρίδη
«Σε ξένη πατρίδα»
Απόδημοι Κύπριοι στις ΗΠΑ
Της Ζήνας Λυσάνδρου Παναγίδη
Φιλολόγου,MSc
Τρίτη, 18 Δεκεμβρίου2012, ώρα 7:30μ.μ.
Αίθουσα Εκδηλώσεων του Πολιτιστικού Ιδρύματος Καραβιωτών
Γνώρισα τον Πέτρο τον Μάιο του 1993 στην Αστόρια της Νέας Υόρκης, όταν τελείωσα το Μάστερ μου στο Άλμπανι, και ετοιμαζόμουν γύρω στις 16 Μαίου να γυρίσω στο νησί μας. Ο ταξιδιωτικός πράκτοράς μου μού πρότεινε, αν ήθελα, να μεταφέρω στον τηλεοπτικό σταθμό «Ο Λόγος», τότε, μια κασέτα του δημοσιογράφου Πέτρου Πετρίδη, για την εκπομπή που παρουσίαζε για τη ζωή των αποδήμων ”Ιάσονες και Οδυσσείς” , κι εγώ δέχτηκα, γιατί δεν μου ήταν καθόλου δύσκολο να εξυπηρετήσω έναν συμπατριώτη μας.
Ο Πέτρος, όμως, με την ανοικτή καρδιά και τη μεγαλοψυχία του, πρότεινε να με πάρει στο αεροδρόμιο. Έτσι, γνωριστήκαμε και βρήκαμε τόσα πράγματα να πούμε, δυο άγνωστοι μέχρι τότε Αμμοχωστιανοί πρόσφυγες στην Αμερική. Τον ένιωσα σαν ένα μικρότερο αδελφό μου.
Από τότε μας συνδέει μια αδελφική φιλία που μεγάλωσε, όταν παντρεύτηκα τον Αριστείδη Παναγίδη, και είχαμε πολλές ευκαιρίες να συναντιόμαστε με τον Πέτρο.
Γι’ αυτό, όταν μου πρότεινε να παρουσιάσω το βιβλίο του, δέχτηκα με μεγάλη χαρά, θεωρώντας το τιμή μου, όχι μόνο γιατί μου το πρότεινε ο Πέτρος Πετρίδης, ο εκλεκτός αυτός πνευματικός άνθρωπος, ο εξαίρετος σκηνοθέτης και παραγωγός, ο χαλκέντερος ερευνητής, ο λογοτέχνης , ο αγαπημένος φίλος, αλλά γιατί την εκδήλωση διοργανώνει το Δημοτικό Συμβούλιο Νεολαίας Δήμου Καραβά, ενός Δήμου που αγαπώ και θαυμάζω.
Καταρχάς, δηλώνω ότι το βιβλίο του φίλου Πέτρου Πετρίδη με φόρτισε πολύ συναισθηματικά, μου ξύπνησε μνήμες, με μετέφερε σε τόπους που έζησα κι εγώ για λίγο, σε εκδηλώσεις που βίωσα, αλλά απέξω, ως περαστική. Γι’ αυτό και σπεύδω να σας διαβεβαιώσω ότι κανένας από μας δεν μπορεί να καταλάβει πώς έζησαν και τι δεινά πέρασαν οι πρώτοι μετανάστες στην Αμερική, αλλά και αλλού τους προηγούμενους αιώνες.
«Την ξενιτιά, την ορφανιά, την πίκρα, την αγάπη,
τα τέσσερα τα ζύγιασαν, βαρύτερα είν’ τα ξένα».
«Ο ξένος εις την ξενιτιά πρέπει να βάνει μαύρα
για να ταιριάζει η φορεσιά με της καρδιάς τη λαύρα».
Από τον ομηρικό νόστο, όπου οΟδυσσέας επιθυμούσε να δει «καπνόν αναθρώσκοντα» , από την πατρίδα του, μέχρι τους σημερινούς Έλληνες μετανάστες στην Αμερική, δεν διαφοροποιήθηκε και πολύ η κατάσταση, εκτός από κάποιες εξαιρέσεις. Όλοι πήγαν για λίγα χρόνια, να εξοικονομήσουν κάποια λεφτά και να γυρίσουν πίσω. Όμως, τα χρόνια πέρασαν, απέκτησαν εγγόνια, και πού να πάνε να τα αφήσουν;
Άλλοι θυσίασαν τη ζωή τους για να βοηθήσουν τους γονείς τους να γλυτώσουν από τη γάγγραινα της τοκογλυφίας ή τα αδέλφια τους, και πέθαναν μόνοι και αβοήθητοι στην ξενιτιά. Άλλοι πάλι με το κραχ του 1929 πείνασαν, έμειναν στον δρόμο. Οι πιο πολλοί έφυγαν για να ζήσουν καλύτερα απ’ ό, τι οι γονείς τους, είτε γιατί δεν μπορούσαν λόγω ανέχειας να ζήσουν στην Κύπρο, ή γιατί έπρεπε να φτιάξουν την προίκα των αδελφών τους, μια που οι γαμπροί, όπως μας τα διηγείται ο Παπαδιαμάντης στη «Φόνισσα» ήθελαν προίκα για να πάρουν τα κορίτσια.
Ο Μητροπολίτης Κυρηνείας και οι Δήμαρχοι Κερύνειαςκαι Καραβά
Το βιβλίο- λεύκωμα τουΠέτρου Πετρίδη «Σε ξένη Πατρίδα», αποτυπώνει στο χαρτί, όσα ο φωτογραφικός φακός και το έμπειρο και εξασκημένο μάτι του φωτογράφου με αγάπη και έγνοια περισσή, με σεβασμό, με αιδώ και περίσκεψη, κατέγραψε από τη ζωή της κυπριακής παροικίας της Νέας Υόρκης. Είναι μια πολύμοχθη προσπάθεια, πέραν των είκοσι χρόνων, στην οποία απεικονίζεται και διαζωγραφίζεται η ζωή αυτών των ανθρώπων, τα συναισθήματά τους, οι αγωνίες και τα πάθη τους, οι λαχτάρες της ψυχής τους, η πίστη τους στο δίκαιο του αγώνα μας, οι αέναοι αγώνες τους για την ελευθερία της Κύπρου, οι μύχιες σκέψεις, η αμφιταλάντευσή τους και ο μετεωρισμός τους ανάμεσα σε δυο πατρίδες.
Αξίζει να τονίσω ότι το βιβλίο που έχουμε στα χέρια μας, μια πολύ αξιόλογη, επιμελημένη και καλαίσθητη έκδοση, που πιστεύω ότι πρέπει να στοίχισε ουκ ολίγα, αν σκεφτούμε μόνο πόσες έγχρωμες φωτογραφίες περιέχει, αποτελεί τη δεύτερη έκδοσή του. Είναι θα έλεγα η ιστορία των μεταναστών μας στη Νέα Υόρκη μέσα από φωτογραφίες από έναν μερακλή φωτογράφο, που βάζει ψυχή σε ό,τι κάνει, και μέσα από κείμενα- λόγια των ιδίων των μελών της κυπριακής παροικίας της αμερικανικής μεγαλούπολης, όπως και μέσα από κάποια ποιήματα, μερικά και του συγγραφέα.
Ο Πέτρος Πετρίδης παρακολουθεί τη ζωή της παροικίας μας σε όλες τις εκφάνσεις της. Από τους χορούς τους με τις κυπριακές στολές, τις εθνικές γιορτές τους, όπως για την 1η Απριλίου, τα γενέθλιά τους, τους γάμους και τα βαφτίσια, τις εκκλησίες τους, τις παρελάσεις τους, όπως την παρέλαση για την 25η Μαρτίου στην Πέμπτη λεωφόρο, τις διαδηλώσεις τους, τις πορείες τους, τις ποδοσφαιρικές ομάδες τους, τα τραγούδια τους, την προκοπή τους. Είναι συνεχώς πλάι τους και απαθανατίζει όλα τα σημαντικά και ασήμαντα γεγονότα της ζωής τους, με πάθος προμηθεϊκό και με υπομονή, με θυσία του ελεύθερού του χρόνου. Όλα, όμως, τα κάνει με αγάπη, γι’ αυτό και είναι γνήσια. Είναι η ζώσα ιστορία της παροικίας μας, που με την παρούσα έκδοση αποκτά και θουκυδίδεια προοπτική: θα μείνει «κτήμα εσαεί» για τις μελλοντικές γενιές.
Το σημαντικότερο, όμως, επίτευγμα του φίλτατού μας Πέτρου είναι ότι καταγράφει τον πολιτισμό μας και τις παραδόσεις μας που οι απόδημοί μας με ζηλευτή φροντίδα και επιμέλεια καλλιεργούν και διαφυλάσσουν στην ξένη γη, για να μην αφομοιωθούν και να μην πολτοποιηθούν από τις συμπληγάδες και τις μυλόπετρες του πολιτισμικού αρμαγεδώνα. Στις φωτογραφίες, επιπρόσθετα, παρελαύνουν όλες οι ηλικίες και όλες οι κοινωνικές τάξεις.
Καταξιωμένος δημοσιογράφος ο Πέτρος Πετρίδης, με αυτή την πολύχρονη έρευνα στη Νέα Υόρκη, μας μεταγγίζει πολύ εύγλωττα με την τέχνη του μα και με τα σύντομα κείμενα που αγγίζουν την ψυχή, μάλιστα μερικά «μπήγονται σαν καρφιά μέσα της», τα βιώματα και τις εμπειρίες της εκατοντάχρονης σχεδόν παρουσίας των συμπατριωτών μας στη μεγάλη αυτή χώρα, την υπερδύναμη του κόσμου.
Αναρριγώ σαν σκέφτομαι τα πάθια και τους καημούς των πρώτων μεταναστών σ’ αυτή τη χώρα, με την εφιαλτική εμπειρία του νησιού Ellis Island που ήταν το τελωνείο, ένας τόπος μαρτυρίου. Αναρριγώ σαν σκέφτομαι την υποτίμηση, την εκμετάλλευση, τις ταπεινώσεις, την καταφρόνια, την ένδεια, τη μιζέρια, την πείνα… Μα, σύγκαιρα, σκέφτομαι και την προκοπή, τον πλούτο, την προσπάθεια για διατήρηση της ιδιοπροσωπίας, της ταυτότητας, του πολιτιστικού τους προσώπου, και για μεταλαμπάδευση των αξιών που φέρανε από την πατρίδα στα παιδιά τους, τους μετανάστες δεύτερης και τρίτης γενιάς που διακρίθηκαν σε όλους τους τομείς.
Αυτό το βιβλίο-λεύκωμα είναι φόρος τιμής σε όλους αυτούς που κράτησαν το ελληνικό όνειρο ζωντανό στην άλλη άκρη του κόσμου. Είναι φόρος τιμής στον πολιτισμό τους, στη διάθεσή τους για δημιουργία, για ανέλιξη, για διάκριση. Στην αγάπη τους για την πατρίδα και τη θρησκεία.
Εξάλλου, όπως ο ίδιος ο Πέτρος αναφέρει στον πρόλογο του βιβλίου του, η παραμονή του για 23 χρόνια στην Αμερική τον βοήθησε να διαπιστώσει «ότι δεν υπάρχει πιο αληθινός σύμμαχος της Ελλάδας και της Κύπρου από τους απόδημούς μας, Ελλαδίτες και Κυπρίους. Είναι προς το συμφέρον της πατρίδας μας, αλλά και χρέος και υποχρέωση όλων μας, να τους κρατήσουμε κοντά μας όσο μακριά κι αν βρίσκονται».
Τα κείμενα που συνοδεύουν τις φωτογραφίες έχουν επιλεγεί από συνεντεύξεις που παρουσιάστηκαν στην τηλεοπτική εκπομπή «Η Κύπρος μας» της Νέας Υόρκης. Πριν σταθώ σε αυτές, θα ήθελα να αναφέρω πόσο με συγκλόνισε η εισαγωγή του βιβλίου για τη ζωή των πρώτων μεταναστών, αλλά και η επισήμανση ότι πριν πατήσει το πόδι του Κύπριος στην Αμερική, «αρχαία αντικείμενα της Κύπρου κοσμούσαν ήδη μια από τις σημαντικότερες αίθουσες του Μητροπολιτικού Μουσείου της Νέας Υόρκης».
Είναι η περιβόητη συλλογή Τσεσνόλα, που ήταν πρόξενος της Αμερικής και της Ρωσίας στην Κύπρο τον καιρό της Τουρκοκρατίας. Αυτός ο κύριος «με την ανοχή, αν όχι την ενθάρρυνση των τουρκικών αρχών, σύλησε εκατοντάδες τάφους και άλλους αρχαιολογικούς χώρους του νησιού», και αυτή η κλεμμένη συλλογή θεωρείται «η πιο πλούσια συλλογή αρχαίων αντικειμένων της Κύπρου στο εξωτερικό, από την εποχή του Χαλκού (2,300 π.Χ.), μέχρι τα ρωμαϊκά και τα βυζαντινά χρόνια».
Σήμερα, τονίζει ο συγγραφέας, «οι ελληνοκύπριοι των ΗΠΑ υπολογίζονται περί τις 45 χιλιάδες, είναι διασκορπισμένοι σε όλες σχεδόν τις πολιτείες της Αμερικής, και έχουν γίνει μια αξιόλογη ομάδα που χαίρει γενικότερης εκτίμησης στο χώρο των ΗΠΑ. Εκείνο, όμως, που προκαλεί θαυμασμό είναι η προσήλωσή τους στις παραδόσεις τους, αλλά και ο συνεχής αγώνας για λευτεριά της μαρτυρικής τους πατρίδας».
Από τις ανατριχιαστικές μαρτυρίες των πρώτων μεταναστών θα σας αναφέρω, για λόγους συντομίας, μόνο την πιο κάτω: «Καθόμουν φοβισμένη σε μια γωνιά και περίμενα. Αν μπορούσα θα γύριζα πίσω από την πρώτη στιγμή. Όταν βγήκα ,είχα γράψει ένα γράμμα στη μάνα μου και της έλεγα εφτά μέρες που με κράτησαν μέσα μανούλα μου, όσα δάκρυα έκανα, αν ήταν ποτάμι θα έρχονταν να σε βρουν».
Πέραν, όμως, από τις φωτογραφίες προσώπων και πολιτιστικών ή άλλων δρωμένων, όπως από τις παραστάσεις της Θεατρικής Ομάδας της Νέας Υόρκης, ο Πέτρος μάς παραθέτει και πολύ εντυπωσιακές φωτογραφίες της Νέας Υόρκης με τους ουρανοξύστες της, τις γέφυρές της, γενικά το Μανχάταν. Αν τις έβλεπα πριν πάω στην Αμερική, θα ήταν για μένα ένα υπερθέαμα που θα με συνάρπαζε πρωτόγνωρα.
Ομολογώ ότι μετροφυλλώντας το βιβλίο του Πέτρου Πετρίδη, έπιασα τον εαυτό μου να έχει ξεχάσει κάτι που έγινε το 1987. Οι ομογενείς μας περπάτησαν για έντεκα ολόκληρες μέρες από τη Νέα Υόρκη στην Ουάσιγκτον από τις 9 μέχρι τις 20 Ιουλίου για να προβάλουν τα δίκαια της Κύπρου μας και ναβροντοφωνάξουν για το άδικο.
Στη συνέχεια, σταχυολογώ κάποιες πολύ χαρακτηριστικές φράσεις από τους απόδημούς μας:
«Μακάρι να μην ερχόμουν ποτέ».
« Παρά τις τόσες δυσκολίες που αντιμετωπίζαμε, κανένας δεν γυρνούσε πίσω. Πού να βρίσκαμε μαζεμένα χρήματα για το ταξίδι της επιστροφής;» Και το πιο ανατριχιαστικό ακολουθεί: «Είχαμε πια μπει σε μια φυλακή, χωρίς να έχουμε διαπράξει κανένα έγκλημα».
Όσα χρόνια κι αν περάσουν η Κύπρος είναι στην καρδιά και την ψυχή τους, όταν θυμούνται τον τόπο τους κλαίνε με αναφιλητά. «Κανένας τόπος δεν κάνει την καρδιά τους να σκιρτά, όπως εκεί που πρωταντίκρισαν το φως του ήλιου», θυμίζοντάς μας και τον συγγραφέα Στρατή Τσίρκα που στην «Αριάγνη» του η ηρωίδα αποφαίνεται: «Μια ζωή την έζησες που
την έζησες. Δεν θα τη βρεις αλλού».
την έζησες. Δεν θα τη βρεις αλλού».
Μεγάλο πρόβλημα για τους μετανάστες είναι η αίσθηση ότι έχουν δυο πατρίδες και στις δυο νιώθουν ξένοι. Είναι αυτός ο δυισμός που επανέρχεται συνεχώς, ο διχασμός της προσωπικότητας, γι΄ αυτό και ακούεται από πολλούς ότι «είναι πολύ δύσκολο ποια πατρίδα να διαλέξω». Προσωπικά, άκουσα να λένε: «Αλοίμονο σ’ όποιον γνώρισε δυο πατρίδες». Κι ο ίδιος ο Πέτρος στο ποίημά του με τίτλο «Κάποια μέρα…», γράφει:
«Κάποια μέρα θα φύγω,
στην πατρίδα πάλι
θα γυρίσω.
Θα’ ναι άνοιξη και καλοκαίρι.
Τα παλιά δρομάκια θα γυρέψω,
Όπως τα άφησα παιδί, να τρέξω.
Το ξέρω! Τίποτα δεν θα’ ναι το ίδιο.
Το κρύο θα πλακώνει την καρδιά
κι όσους χειμώνες έζησα μακριά
όλοι μαζί θα με ακολουθήσουν.
Κι εκεί που θα γυρεύω ζεστασιά
χιόνια θα βρω και παγωνιά».
Νομίζω ότι η ακόλουθη δήλωση πρέπει να μας συνταράξει: «Η αλήθεια είναι ότι έπρεπε να έλθω στην Αμερική για να γνωρίσω και να αγαπήσω την Κύπρο με όλα τα ήθη και έθιμά της, τις παραδόσεις της, ντον αγώνα της για δικαίωση, και αυτό χάρη στην παροικία. Θα έλεγα ότι εδώ είναι η Κύπρος».
Δεν θα ήθελα να παραλείψω τα λόγια ενός μικρού κοριτσιού, όταν η δασκάλα τους, τους έβαλε έκθεση για κάποιον που θαυμάζουν, και όλα τα παιδιά έγραψαν για τραγουδιστές και ποδοσφαιριστές, ενώ αυτή έγραψε για τον Ευαγόρα Παλληκαρίδη και τη θυσία του. Η δασκάλα κάλεσε τη μητέρα της στο σχολείο και τη συνεχάρη. Αυτά ας είναι για μας που ζούμε στην Κύπρο μαθήματα εθνικής αγωγής.
Επιλογικά, οι ώρες που ασχολήθηκα με το βιβλίο-λεύκωμα του Πέτρου Πετρίδη «ΣεΞένη Πατρίδα», ήταν για μένα ώρες πνευματικής ανάτασης και ψυχικής ευωχίας. Ευφράνθηκε το είναι μου από το νέκταρ της πνευματικής μυσταγωγίας που αποπνέει αυτό το βιβλίο. Ευαισθητοποιήθηκα και μεταφέρθηκα νοερά στη Νέα Υόρκη. Θαύμασα το ψυχικό μεγαλείο των αποδήμων μας , που με την εμπειρία της ανθρωπιάς, της προσφοράς και της θυσίας, κυρίως οι παλαιότεροι, νίκησαν τον μινώταυρο του ρατσισμού που τους θεωρούσε τα πρώτα χρόνια παρείσακτους και ανθρώπους δεύτερης κατηγορίας ,και απειλούσε να τους κατασπαράξει.
Με τη θέρμη της ψυχής τους και τη βιωματική μνήμη, με την εργατικότητα, το πείσμα, την επιμονή, κατάφεραν σήμερα να είναι οι πρώτοι σε μόρφωση και οι δεύτεροι σε πλούτο, από τις ξένες παροικίες στην Αμερική, όπως σεμνύνεται στον χαιρετισμό του στο βιβλίο ο κ. Φίλιπ Κρίστοφερ. Ασφαλώς, σήμερα , παρόλο που με τα σχολεία και τις εκκλησίες διατηρούν άσβηστη τη φλόγα του ελληνισμού και οι συνθήκες είναι πολύ πιο εύκολες, απ’ ό,τι τον περασμένο αιώνα, εντούτοις καραδοκεί ο κίνδυνος της αλλοτρίωσης και της πολιτιστικής αφομοίωσης των νεότερων γενεών από τους μικτούς γάμους και την «ακηδία», την αδιαφορία, την ευμάρεια και τον ευδαιμονισμό.
Προσωπικά, φίλοι και φίλες, ένιωσα τέτοια κατάνυξη τη βδομάδα του Πάσχα που έζησα στην Αστόρια και τόση περηφάνια στην παρέλαση της 25ης Μαρτίου στην 5η λεωφόρο, που τείνω να πιστέψω ότι οι απόδημοι φυλάνε καλύτερα τις Θερμοπύλες του Ελληνισμού από εμάς. Ο θεός να τους έχει καλά, κι ακόμα καλύτερα τον φίλο μας τον Πέτρο για να συνεχίσει να προσφέρει σ’ αυτά τα αδέλφια μας «χρώμα και άρωμα πατρίδας».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου