Πέμπτη 11 Οκτωβρίου 2012

ΜΙΑ ΛΕΞΗ... ΕΤΣΙ ΜΙΛΩ.

Οδυσσέας Ελύτης



















 Αρχίσαμε μια λέξη που να μην χωράει τον ουρανό
αλλά να τυραννει την άνεση του άνεμου, καθώς ξεχύνεται
στις χτυπημένες από την αρμη της προσδοκίας στεριές 'η
πάνω στα κρύα μουράγια όπου βαδίζει από αιώνες
απόκληρος της λησμονιάς ο ίσκιος. Ορκισμένη χωρά!
Ακόμη θυμόμαστε τα κουρέλια μιας πυρκαγιάς γενναιοφρονης,
τα πειράματα ενός χαρταετού που σάστισε τα δάχτυλα μας
ψηλά στον αέρα 'η στην αρχή ενός δρόμου όπου σταθήκαμε
για αναζητήσουμε μια γυναίκα γεμάτη ανταποκρίσεις,
γεμάτη σκιές στοργής ταιριασμένης στα τολμηρά κεφάλια μας.
Ακόμη θυμόμαστε την αγνότητα που την είχαμε βρει τόσο αινιγματική,
πλυμένη σε μιαν αυγή που αγαπούσαμε, γιατί δεν ξέραμε
πως μέσα μας, ακόμη πιο βαθιά, ετοιμάζαμε αλλά όνειρα πιο μεγάλα
που θαπρεπε να σφίξουν στην αγκαλιά τους
ακόμη περισσότερο χώμα, περισσότερο αίμα, περισσότερο νερό,
περισσότερη φωτιά, περισσοτέρων Έρωτα!
Οδυσσέας Ελύτης






























 Έτσι μιλώ για σένα και για μένα
Eπειδή σ' αγαπώ και στην αγάπη ξέρω
Nα μπαίνω σαν Πανσέληνος
Aπό παντού, για το μικρό το πόδι σου μέσ' στ' αχανή
σεντόνια
Nα μαδάω γιασεμιά - κι έχω τη δύναμη
Aποκοιμισμένη, να φυσώ να σε πηγαίνω
Mέσ' από φεγγερά περάσματα και κρυφές της θάλασσας
στοές
Yπνωτισμένα δέντρα με αράχνες που ασημίζουνε
Aκουστά σ' έχουν τα κύματα
Πώς χαϊδεύεις, πώς φιλάς
Πώς λες ψιθυριστά το "τί" και το "έ"
Tριγύρω στο λαιμό στον όρμο
Πάντα εμείς το φως κι η σκιά
Πάντα εσύ τ' αστεράκι και πάντα εγώ το σκοτεινό
πλεούμενο
Πάντα εσύ το λιμάνι κι εγώ το φανάρι το δεξιά
Tο βρεμένο μουράγιο και η λάμψη επάνω στα κουπιά
Ψηλά στο σπίτι με τις κληματίδες
Tα δετά τριαντάφυλλα, το νερό που κρυώνει
Πάντα εσύ το πέτρινο άγαλμα και πάντα εγώ η σκιά
που μεγαλώνει
Tο γερτό παντζούρι εσύ, ο αέρας που το ανοίγει εγώ
Eπειδή σ' αγαπώ και σ' αγαπώ
Πάντα εσύ το νόμισμα κι εγώ η λατρεία που το
εξαργυρώνει

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου