Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2012

ΠΟΛΙΤΙΚΗ & ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Λ. ΤΟΛΣΤΟΙ

Ιουν 2009

Πολιτική και Κοινωνική Φιλοσοφία του Λέοντος Τολστόι (μέρος Α')







ΚΡΑΤΟΣ

Οι άκρως ριζοσπαστικές ιδέες του Τολστόι για το κράτος μπορούν άνετα να τον κατατάξουν στους στοχαστές με αναρχικό υπόβαθρο. Αν και ο ίδιος ποτέ δεν αποκάλεσε τον εαυτό του «αναρχικό», η εναντίωσή του στις άδικες κοινωνικές μεταρρυθμίσεις (1880-1882) και στην αυταρχικότητα και καταπίεση που ασκούσαν οι ανώτερες κοινωνικές τάξεις στους μουζίκους τον οδήγησαν στην απόρριψη των κρατικών δομών και στην αναζήτηση μιας άλλης μορφής κοινωνικής ζωής.


Το 1882 λαμβάνει μέρος στην απογραφή του πληθυσμού και, για πρώτη φορά, βλέπει από κοντά τη μιζέρια στις μεγάλες πόλεις. Η εικόνα αυτή τον αναστατώνει και ενισχύει τη θεωρία του για μια κοινωνία αντιεξουσιαστική και αντιιεραρχική, πάντα κοντά στη φύση και σε αρμονία με αυτή, όπου ο κάθε άνθρωπος θα μπορέσει να αναπτύξει τα προσωπικά του χαρίσματα και τις δεξιότητες του, που θα εργάζεται ο ίδιος για να εξασφαλίσει την τροφή του χωρίς η εργασία του να γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης από τον οποιονδήποτε. Ο Τολστόι γίνεται αρνητής κάθε κρατικής δομής μιας και απορρίπτει κάθε θεμέλιο κρατικό λίθο κραδαίνοντας στο χέρι του το «τσεκούρι» της χριστιανικής του πίστης. «Αυτοί που κατέχουν εξουσία - γαιοκτήμονες, έμποροι, δικαστές, γερουσιαστές, κυβερνήτες, υπουργοί, τσάροι και διοικητές - συμπεριφέρονται έτσι διότι η υπάρχουσα κατάσταση είναι προς όφελος τους. Υπό άλλες συνθήκες πρόκειται για ευγενικούς και καλόκαρδους ανθρώπους που ακολουθούν αυτές τις πρακτικές διότι ο ρόλος τους περιορίζεται σε προτάσεις, αποφάσεις και διαταγές. Ποτέ δεν κάνουν μόνοι τους όσα προτείνουν, αποφασίζουν ή διατάζουν. Τις περισσότερες φορές ούτε καν βλέπουν πώς εκτελούνται οι θηριωδίες που έχουν διατάξει. Άλλα όλοι οι ατυχείς που βρίσκονται χαμηλά στην ιεραρχία, οι οποίοι τίποτα δεν έχουν να κερδίσουν από την παρούσα πολιτικοκοινωνική κατάσταση αλλά, απεναντίας, γίνονται δέκτες της πιο περιφρονητικής συμπεριφοράς, στηρίζουν την κατάσταση αυτή ακόμα και με το να χωρίζουν βίαια ανθρώπους από τις οικογένειές τους, περνώντας τους χειροπέδες, πετώντας τους στη φυλακή, επιτηρώντας τους, οδηγώντας τους στο εκτελεστικό απόσπασμα.» [Leo Tolstoy, The Kingdom of God is Within You, chapter XII- η μετάφραση είναι του γράφοντος] και συνεχίζει «…όλες οι υποχρεώσεις προς το κράτος είναι ενάντια στη συνείδηση του Χριστιανού - ο όρκος υποτέλειας, οι φόροι, οι νομικές διαδικασίες, η στρατιωτική θητεία. Και όλη η κυβερνητική ισχύς στηρίζεται πάνω στις υποχρεώσεις αυτές». [ό.π., chapter IX]


Είναι λοιπόν φανερό με ποιο τρόπο προσπαθεί ο Τολστόι να απομυθοποιήσει τη χρησιμότητα και τη λειτουργικότητα του κράτους. Μπορεί να στηρίζεται στο Ευαγγέλιο και τις διδασκαλίες του Χριστού (με ιδιαίτερη έμφαση στην "επί του όρους ομιλία"), ωστόσο αυτό δεν τον καθιστά λιγότερο αντικρατιστή από τους σύγχρονούς του αναρχικούς. Αξίζει, εδώ, να σημειωθεί πως γύρω στα 1860, ταξιδεύοντας στην Ευρώπη, γνωρίζεται στις Βρυξέλλες με τον αναρχικό Πιέρ Ζοζέφ Προυντόν από τις μουτουαλιστικές ιδέες του οποίου επηρεάζεται δημιουργώντας ένα «αναρχοχριστιανικό» εύφλεκτο μείγμα το οποίο και «εκρήγνυται» στον επίλογο της «Ανάστασης», καταφέρνοντας το τελειωτικό χτύπημα στο κρατικό συνονθύλευμα και προκρίνοντας τη δική του ερμηνεία για την κοινωνική πρόοδο και συνοχή, ερμηνεία που μοιάζει αρκετά με αυτή του αναρχικού Πιότρ Κροπότκιν στο έργο του «Φυλακές και Καταπίεση» (εκδ. Ελεύθερος Τύπος, Αθήνα 2002). «…Η απορία αυτή θα είχε σημασία αν θα είχε αποδειχτεί πως η τιμωρία περιορίζει τα εγκλήματα, διορθώνει τους εγκληματίες, αλλά, μια κι έχει αποδειχτεί το τελείως αντίθετο και είναι φανερό πως δεν είναι στο χέρι ενός ανθρώπου να διορθώνει έναν άλλο άνθρωπο, τότε το μόνο λογικό που μπορείτε να κάνετε είναι να σταματήσετε να κάνετε κείνο που όχι μόνο είναι ανώφελο, αλλά και επιζήμιο και, ακόμα, ανήθικο και σκληρό. Εσείς, αρκετούς αιώνες τιμωρείτε, εκτελείτε ανθρώπους που χαρακτηρίζετε εγκληματίες. Και τι έγινε - εξαφανίστηκαν τάχα; Όχι μόνο δεν εξαφανίστηκαν αλλά και πολλαπλασιάστηκαν από τις σχέσεις ανάμεσα στους δράστες - εγκληματίες που διαφθείρονται από τις ποινές, κι ακόμα από εγκληματίες - δικαστές, εισαγγελείς, ανακριτές, προσωπικό των φυλακών που κάθονται και τιμωρούν ανθρώπους. Ο Νιεχλιούντοφ κατάλαβε τώρα πως η κοινωνία και το καθεστώς γενικά υπάρχουν όχι γιατί υπάρχουν αυτοί οι νομιμοποιημένοι εγκληματίες που δεν έχουν άλλη δουλειά να κάνουν παρά να κάθονται και να τιμωρούν ανθρώπους, αλλά γιατί, παρά τη διαφθορά αυτή, οι άνθρωποι συμπονάνε και αγαπάνε ο ένας τον άλλο». [Λέων Τολστόι, Ανάσταση, εκδ. Ζαχαρόπουλος, Αθήνα 1990, σελ. 600- 601]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου