Ο Σαδισμός. Φύση, αίτια κι ερμηνεία του.
26/08/2011 — Γιώργος Φραγκούλης
Από το δίτομο αριστούργημα του διάσημου Αμερικανού Κοινωνιολόγου-Ψυχαναλυτή Έριχ Φρομ, “Η ανατομία της ανθρώπινης καταστροφικότητας”
[εκδοτικό ΜΠΟΥΚΟΥΜΑΝΗΣ, έκδοση 1977, τόμος Β΄, σελίδες 431-446]. Στα
ιστολόγια μου βγάζω τα εσώψυχα μου. Εδώ δε μπορεί να με λογοκρίνει ΚΑΝΕΝΑΣ! Αγαπημένο μου ιστολόγιο είναι αυτό στη WordPress όπου δεν υπάρχει ΚΑΜΙΑ λογοκρισία. Αυτό τον ιστότοπο χρησιμοποιούν και οι περίφημοι New York Times.
Σ΄ αυτό λοιπόν το αγαπημένο ιστολόγιο δημοσιεύω τις καλύτερες μου
αναρτήσεις. Χαρακτηρίζονται από τεράστια ποικιλία θεματικής. Ο πρώτος
που διαπαιδαγωγείται από αυτό το ιστολόγιο μου ΕΙΜΑΙ ΕΓΩ! Τα ιστολόγια μου απευθύνονται σε ΛΙΓΟΥΣ! Ουδέποτε με εντυπωσίασε η ποσότητα, ΠΑΝΤΑ με ενδιέφερε- και μ΄ ενδιαφέρει-η ποιότητα των επισκεπτών αυτού του ιστολόγιου. Τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο.
Έδωσα αυτά τά παραδείγματα από τό σαδισμό του Στάλιν γιατί
διευκολύνουν πολύ τήν παρουσίαση τού κύριου θέματος: της φύσης τον
σαδισμού. “Ως εδώ ασχοληθήκαμε περιγραφικά με τά διάφορα εϊδη σαδιστικής
συμπεριφοράς, σεξουαλικής, φυσικής καί πνευματικής. Αυτές οι μορφές
σαδισμού δέν είναι ανεξάρτητες ή μιά από τήν άλλη · τό πρόβλημα είναι νά
βρούμε ποιο στοιχείο έχουν κοινό — δηλαδή τήν ουσία τοΰ σαδισμού. Ή
ορθόδοξη ψυχανάλυση ισχυρίστηκε πώς καί στίς τρεις μορφές υπάρχει μιά
ειδική άποψη σεξουαλισμού· στή δεύτερη φάση της θεωρίας τοΰ Freud
παρουσιάστηκε ό ισχυρισμός ότι ό
σαδισμός ήταν ένα κράμα έρωτα (σεξουαλικότητας) καί ενστίκτου τού
θανάτου, πού κατευθύνεται έξω από τό άτομο, ενώ ό μαζοχισμός ένα κράμα
έρωτα καί ενστίκτου τού θανάτου πού κατευθύνεται μέσα στό άτομο.
Απέναντι σ’ αυτό έχω νά προτείνω ότι πυρήνας τού σαδισμού, κοινός σ’ όλες του τίς εκφράσεις, είναι τό πάθος νά έχει κανείς απόλυτο καί απεριόριστο έλεγχο πάνω σ’ ενα ζωντανό πλάσμα, είτε ζώο εϊτε παιδί, εϊτε άντρα εϊτε γυναίκα. Τό ν’ αναγκάσουμε κάποιον νά δοκιμάσει πόνο ή εξευτελισμό χωρίς νά μπορεί νά προστατέψει τόν εαυτό του είναι μιά εκδήλωση απόλυτου ελέγχου αλλά όχι καί ή μοναδική. Τό άτομο πού ασκεί απόλυτο έλεγχο πάνω σ’ ένα άλλο ζωντανό πλάσμα κάνει αυτό τό πλάσμα αντικείμενο του, ιδιοκτησία του, ενώ ταυτόχρονα γίνεται θεός γι’ αυτό τό πλάσμα. Κάποιες φορές ό έλεγχος μπορεί νά βοηθήσει, καί σ’ αυτή τήν περίπτωση μπορούμε νά μιλάμε γιά καλοήθη σαδισμό, όπως στίς περιπτώσεις πού ένα άτομο εξουσιάζει απόλυτα ένα άλλο αλλά γιά τό καλό του, και ουσιαστικά τό προωθεί με πολλούς τρόπους – αν παραβλέψουμε τό γεγονός ότι τό κρατάει δέσμιο. “Ομως στις περισσότερες περιπτώσεις ό σαδισμός είναι κακοήθης. Ό απόλυτος έλεγχος πάνω σ’ ένα άλλο ανθρώπινο πλάσμα σημαίνει ακρωτηριασμό, ασφυξία, παραμόρφωση. Κι ένας τέτοιος έλεγχος μπορεί ν’ ασκείται μ’ όλες τις μορφές καί σ’ όλους τους βαθμούς.
Τό έργο του Albert Camus, Καλιγούλας δίνει ένα παράδειγμα ακραίου τύπου σαδιστικού ελέγχου πού φτάνει ώς τόν πόθο της παντοδυναμίας. Βλέπουμε πώς ό Καλιγούλας, οδηγημένος από τίς περιστάσεις σε μιά θέση απεριόριστης δύναμης, βουλιάζει όλο καί πιό πολύ στον πόθο γιά δύναμη. Κοιμάται με τίς γυναίκες των γερουσιαστών κι απολαμβάνει την ταπείνωση τους όταν τους βλέπει ν’ αναγκάζονται νά του φερθούν σάν φίλοι, γεμάτοι θαυμασμό καί αφοσίωση. Σκοτώνει μερικούς, αλλά καί πάλι όσοι απομένουν είναι ακόμα αναγκασμένοι νά γελούν καί να αστειεύονται. “Ομως ακόμα κι όλη αυτή ή δύναμη δέν τόν ικανοποιεί- θέλει την απόλυτη δύναμη, γυρεύει τό άδύνατο. Ό Camus τόν βάζει νά πει, «θέλω τό φεγγάρι».
Βέβαια είναι πολύ εύκολο νά πούμε πώς ό Καλιγούλας είναι τρελός, όμως ή τρέλα του είναι ένας τρόπος ζωής· είναι μιά λύση ατό πρόβλημα τής ανθρώπινης ύπαρξης γιατί εξυπηρετεί τήν ψευδαίσθηση τής παντοδυναμίας, τό ξεπέρασμα των ορίων τής ανθρώπινης ύπαρξης. Προσπαθώντας νά κερδίσει αυτή τήν απόλυτη δύναμη, ό Καλιγούλας χάνει κάθε επαφή μέ τους άλλους ανθρώπους. Γίνεται απόβλητος αποδιώχνοντας τους άλλους- καί πρέπει νά τρελαθεί, γιατί όταν ή προσπάθεια του ν’ αποκτήσει παντοδυναμία άποτυχαίνει, μένει ένα μοναχικό κι αδύναμο άτομο.
Φυσικά ή περίπτωση τού Καλιγούλα αποτελεί εξαίρεση. Πολύ λίγοι είχαν ποτέ τήν ευκαιρία ν’ αποκτήσουν τόση δύναμη ώστε νά δημιουργήσουν τήν ψευδαίσθηση πώς ή δύναμη αυτή μπορεί νά γίνει απόλυτη. Έχουν υπάρξει όμως μερικοί στην ιστορία, καί μάλιστα μέχρι τήν εποχή μας. αν μείνουν πάντα νικητές, δοξάζονται σάν μεγάλοι κυβερνήτες ή στρατηγοί · αν ηττηθούν, τους θεωρούν τρελούς ή εγκληματίες.
Αυτή ή ακραία λύση στό πρόβλημα τής ανθρώπινης ύπαρξης είναι άπ’ τά πριν αποκλεισμένη γιά τό μέσο άτομο. Ωστόσο στά περισσότερα κοινωνικά συστήματα, ακόμα καί στό δικό μας, υπάρχουν άνθρωποι σε κατώτερα κοινωνικά επίπεδα πού άσκοΰν κάποιον έλεγχο σέ άλλους. Υπάρχουν πάντα γυναίκες, παιδιά ή σκυλιά· υπάρχουν άλλοι αβοήθητοι άνθρωποι, όπως είναι οι τρόφιμοι φυλακών, οι άρρωστοι στά νοσοκομεία, οι ανήμποροι (ιδιαίτερα οι πνευματικά ανάπηροι), οι μαθητές στά σχολεία, τά μέλη τών δημόσιων γραφειοκρατιών. Εξαρτιέται πιά από τήν κοινωνική δομή σέ ποιο βαθμό ή πραγματική δύναμη τών ανώτερων ελέγχεται ή περιορίζεται σέ καθεμιά άπ’ αυτές τίς περιπτώσεις, καί επομένως καί τό πόσες δυνατότητες σαδιστικής ικανοποίησης προσφέρονται σέ κάθε κατάσταση. Έκτος όμως άπ’ αυτές τίς περιπτώσεις, οι θρησκευτικές ή φυλετικές μειονότητες, στό βαθμό πού είναι ανίσχυρες, προσφέρουν απεριόριστες ευκαιρίες γιά σαδιστική ικανοποίηση ακόμα καί γιά τά φτωχότερα μέλη της πλειονότητας.
Ό σαδισμός είναι ή καλύτερη απάντηση τοϋ ατόμου στό ότι γεννήθηκε άτομο, όταν δέν υπάρχει καμιά καλύτερη λύση. Ή εμπειρία τοΰ απόλυτου ελέγχου πάνω σ’ ένα άλλο πλάσμα, τής παντοδυναμίας του σέ σχέση μ’ αυτό, δημιουργεί στον άνθρωπο τήν ψευδαίσθηση ότι ξεπερνάει τους περιορισμούς τής ανθρώπινης ύπαρξης, ιδιαίτερα όταν ή ζωή του είναι στερημένη άπό παραγωγικότητα καί χαρά. Ό σαδισμός δέν έχει ουσιαστικά πρακτικό σκοπό· δέν είναι «επιφανειακός» αλλά μορφή αφοσίωσης. Είναι η μεταμόρφωση τής αδυναμίας στην εμπειρία τής παντοδυναμίας, είναι ή θρησκεία τών ψυχικά ανάπηρων.
Ωστόσο κάθε κατάσταση στην οποία ενα άτομο ή μια ομάδα αποκτά ανεξέλεγκτη δύναμη πάνω σέ κάποιον άλλο, δέ δημιουργεί σαδισμό. Πολλοί -ϊσως οί περισσότεροι – γονείς, δεσμοφύλακες, δάσκαλοι καί γραφειοκράτες δέν είναι σαδιστές. Σέ πολλές περιπτώσεις ή δομή τοϋ χαρακτήρα πολλών ατόμων δέν τά ώθεΐ στην ανάπτυξη σαδισμού, ακόμα κι όταν οί περιστάσεις προσφέρουν ανάλογες ευκαιρίες. “Ατομα μέ ισχυρό χαρακτήρα αγάπης γιά τή ζωή δέν παρασύρονται εύκολα άπό τή δύναμη. Θά ήταν όμως επικίνδυνη ύπεραπλούστευση άν κατατάσσαμε τους ανθρώπους μόνο σέ δυό ομάδες: τους σαδιστές δαίμονες καί τους μή σαδιστές άγιους. Αυτό πού μετράει είναι η ένταση τοϋ σαδιστικού πάθους μέσα στο χαρακτήρα τοϋ δοσμένου ατόμου. Υπάρχουν πολλοί πού έχουν στό χαρακτήρα τους σαδιστικά στοιχεία, αλλά τά εξισορροπούν μέ ισχυρές τάσεις αγάπης γιά τή ζωή κι έτσι δέ μπορούν νά χαρακτηριστούν σαδιστές. Συχνά σέ τέτοια άτομα ή εσωτερική σύγκρουση ανάμεσα στίς δύο τάσεις καταλήγει σέ μιά μεγάλη ευαισθησία απέναντι στό σαδισμό, καί στον αντιδραστικό σχηματισμό αλλεργικών αντιδράσεων απέναντι σ’ όλες τίς μορφές του. (“Ιχνη των σαδιστικών τους τάσεων μπορεί νά φαίνονται ακόμα στην ασήμαντη περιθωριακή τους συμπεριφορά, πού είναι όμως τόσο ελαφρά ώστε νά μή γίνονται πάντα αισθητά). Υπάρχουν κι άλλοι μέ σαδιστικό χαρακτήρα, στους οποίους ό σαδισμός εξισορροπείται τελικά από αντίρροπες δυνάμεις (αυτό δέ σημαίνει πώς απλά καταστέλλεται καί απωθείται) · έτσι ενώ μπορούν νά αισθάνονται κάποια χαρά όταν ελέγχουν αβοήθητους ανθρώπους, δέ θά συμμετείχαν ούτε θ’ απολάμβαναν αληθινά βασανιστήρια καί παρόμοιες αγριότητες (εκτός κι αν βρίσκονταν κάτω από εξαιρετικές συνθήκες, όπως είναι η μαζική φρενίτιδα). Αυτό φαίνεται άπό τή στάση τού χιτλερικού καθεστώτος απέναντι στίς σαδιστικές αγριότητες πού γίνονταν μέ διαταγή του. Τό καθεστώς αυτό ήταν αναγκασμένο νά διατηρεί τίς εκτελέσεις τών Εβραίων καί τών Πολωνών ένα μυστικό, πού τό ήξερε μόνο ή μικρή ομάδα της ελίτ τών “Ες Ές, αλλά όχι καί ή τεράστια πλειονότητα τού γερμανικού πληθυσμού. Σέ πολλούς λόγους τού Himler καί άλλων εκτελεστών, υπογραμμιζόταν ότι οι φόνοι έπρεπε νά γίνονται «ανθρώπινα», χωρίς σαδιστικές υπερβολές, γιατί αλλιώτικα ακόμα καί οι άντρες τών Ές Ές θά τιμωρούνταν αυστηρά. Σέ μερικές περιπτώσεις έδιναν εντολή νά περνούν άπό μιά σύντομη, καθαρά τυπική, δίκη τους ρώσους καί πολωνούς πολίτες πού θά εκτελούνταν, έτσι ώστε οι δήμιοι τους νά αισθάνονται τήν εκτέλεση σάν «νόμιμη». “Αν κι όλα αυτά ηχούν παράλογα μέ τήν υποκρισία τους, δέν παύουν ν’ αποτελούν απόδειξη ότι οί ηγέτες τών Ναζί πίστευαν πώς οι σαδιστικές πράξεις σέ μεγάλη κλίμακα θά έκαναν τους πιό νομοταγείς οπαδούς τού καθεστώτος νά επαναστατήσουν. Ένας μεγάλος όγκος υλικού έχει έρθει στό φώς άπό τό 1945, αλλά ακόμα δεν εξετάστηκε με ακρίβεια σέ ποιο βαθμό ή πλειονότητα τών Γερμανών ωθήθηκε σέ σαδιστικές πράξεις – ακόμα κι όταν απέφευγε νά τίς ξέρει.
Σαδιστικά γνωρίσματα στό χαρακτήρα μπορούν νά παρουσιαστούν καλύτερα καί εμφανέστερα αν τά απομονώσουμε από τήν όλη δομή τού χαρακτήρα. Αυτά ανήκουν σ’ ένα σύνδρομο πού πρέπει νά νοηθεί σάν σύνολο. Γιά τό σαδιστικό χαρακτήρα όλα τά ζωντανά πλάσματα μπορούν νά ελεγχθούν, τά ζωντανά πλάσματα γίνονται αντικείμενα. Ή, γιά νά γίνουμε πιό ακριβείς, τά ζωντανά πλάσματα μεταμορφώνονται σέ ζωντανά αντικείμενα ελέγχου. Οί αντιδράσεις τους δημιουργούνται μέ τόν εξαναγκασμό εκείνου πού τά ελέγχει. Ό σαδιστής θέλει νά γίνει κύριος της ζωής, γιαυτό καί επιδιώκει νά διατηρήσει τή ζωή στό θύμα του. Κι αυτό είναι πού τόν διακρίνει ουσιαστικά από τό καταστροφικό άτομο. Ό καταστροφέας θέλει νά εξοντώσει τό άτομο, νά τό εξαφανίσει, νά καταστρέψει τήν ϊδια τή ζωή· ό σαδιστής γυρεύει τήν αίσθηση πώς ελέγχει καί πνίγει τή ζωή.
Ένα άλλο γνώρισμα τού σαδιστή είναι πώς τόν ερεθίζουν μόνο τά αβοήθητα άτομα καί ποτέ τά ισχυρά. Γιά παράδειγμα, δέν αισθάνεται καμιά σαδιστική ικανοποίηση άν πληγώσει έναν εχθρό σέ μιά μάχη ίσου προς ίσο, επειδή σ’ αυτή τήν κατάσταση η πρόκληση μιας πληγής δέν είναι έκφραση ελέγχου. Γιά τό σαδιστικό χαρακτήρα μόνο μιά θαυμαστή ιδιότητα υπάρχει -η δύναμη. Θαυμάζει, αγαπάει καί υποτάσσεται μόνο σέ κείνους πού έχουν δύναμη, ενώ περιφρονεί καί θέλει νά ελέγχει τους ανίσχυρους πού δε μπορούν νά τόν πολεμήσουν.
Ό σαδιστικός χαρακτήρας φοβάται όλα όσα δέν είναι βέβαια καί προβλέψιμα, όλα όσα τού προσφέρουν εκπλήξεις πού θά τόν ανάγκαζαν ν’ αντιδράσει αυθόρμητα καί γνήσια. Γι’ αυτόν ακριβώς τό λόγο φοβάται τή ζωή. Η ζωή τόν τρομάζει ακριβώς επειδή από τή φύση της είναι απρόβλεπτη καί αβέβαιη. Μπορεί νά είναι δομημένη, αλλά δέν έχει σταθερή τάξη· μόνο ένα είναι βέβαιο στή ζωή: πώς όλοι οί άνθρωποι πεθαίνουν. “Ομοια αβέβαιη είναι καί ή αγάπη. Τό νά σ’ αγαπούν απαιτεί τήν ικανότητα νά γίνεσαι αγαπητός, νά προκαλείς αγάπη, κι αυτό εμπεριέχει πάντα ένα κίνδυνο απόρριψης ή αποτυχίας. Νά γιατί ό σαδιστικός χαρακτήρας μπορεί ν’ «αγαπήσει» μόνο όταν ελέγχει, δηλαδή μόνο όταν ασκεί μιά εξουσία πάνω στό αντικείμενο της αγάπης του. Ό σαδιστικός χαρακτήρας είναι συνήθως ξενοφοβικός καί νεοφοβικός – καθετί τό παράξενο είναι καινούργιο καί καθετί καινούργιο προκαλεί φόβο, υποψία καί απαρέσκεια, επειδή απαιτεί αυθόρμητη, ζωντανή καί άτυποποίητη ανταπόκριση.
Ένα άλλο στοιχείο στό σύνδρομο αυτό είναι η δουλικότητα καί η δειλία του σαδιστή. “Ισως φαίνεται αντίφαση πώς ό σαδιστής είναι πρόσωπο υπάκουο. Κι ωστόσο όχι μόνο δεν είναι αντίφαση, αλλά αναγκαιότητα. Είναι σαδιστής επειδή νιώθει ανίσχυρος, άψυχος, ανίκανος. Προσπαθεί νά εξισορροπήσει αυτή τήν έλλειψη αποκτώντας εξουσία πάνω σε άλλους, μεταμορφώνοντας τό σκουλήκι πού νιώθει πώς είναι σέ θεό. Ακόμα όμως κι ό σαδιστής πού έχει δύναμη υποφέρει από τήν ανθρώπινη αδυναμία του. Μπορεί νά σκοτώνει καί νά βασανίζει, αλλά μένει πάντα ένα άτομο δίχως αγάπη, απομονωμένο, τρομαγμένο, πού χρειάζεται μιά ανώτερη δύναμη γιά νά τήν υπακούει. Γιά κείνους πού βρίσκονταν ένα σκαλοπάτι πιό κάτω από τόν Hitler, ό Φύρερ εκπροσωπούσε τήν ανώτερη δύναμη· γιά τόν ίδιο τόν Hitler ανώτατη δύναμη ήταν η Μοίρα, οι νόμοι της εξέλιξης.
Αυτή ή ανάγκη υποταγής είναι ριζωμένη στό μαζοχισμό. Ό σαδισμός καί ό μαζοχισμός, πού συνδέονται πάντα, αποτελούν αντιθέσεις σέ μπηχαβιοριστική βάση αλλά στην πραγματικότητα είναι δυό διαφορετικές όψεις μιας βασικής κατάστασης: της αίσθησης της άνημπόριας.Καί ό σαδιστής καί ό μαζοχιστής χρειάζονται κάποιο άλλο πλάσμα γιά νά τους «συμπληρώνει». Ό σαδιστής κάνει τό άλλο πλάσμα προέκταση τοΰ εαυτού του · ό μαζοχιστής κάνει τόν εαυτό του προέκταση κάποιου άλλου. Καί οι δύο ζητούν μιά συμβιωτική σχέση επειδή κανείς τους δέν έχει κάποιο κέντρο μέσα του. “Αν καί φαινομενικά ό σαδιστής είναι ελεύθερος άπό τό θύμα του, δέν παύει νά τό χρειάζεται με τρόπο διεστραμμένο. Μιας κι ή σχέση σαδισμού καί μαζοχισμού είναι πολύ στενή, είναι πιο σωστό νά μιλάμε γιά σαδομαζοχιστικούς χαρακτήρες, άν καί σέ κάθε συγκεκριμένο άτομο κυριαρχεί ή μιά ή ή άλλη πλευρά. Ό σαδομαζοχιστής ονομάζεται καί «αυταρχικός χαρακτήρας», όταν μεταφράζουμε την ψυχολογική πλευρά της δομής τοy χαρακτήρα του στην ορολογία της πολιτικής συμπεριφοράς. Ή έννοια δικαιώνεται στό γεγονός ότι άτομα πού ή πολιτική τους στάση περιγράφεται γενικά σάν αυταρχική (ενεργητική καί παθητική) δείχνουν συχνά (στην κοινωνία μας) χαρακτηριστικά σαδομαζοχιστικού χαρακτήρα: έλεγχο στους κατώτερους καί υποταγή στους ανώτερους. [Ό αυταρχικός χαρακτήρας αναλύθηκε γιά πρώτη φορά στή γερμανική μελέτη πού αναφέρουμε στην ύποσ. 8 τοϋ κεφ. 2. Ή ανάλυση των στοιχείων πού συγκεντρώθηκαν έδειξε πώς τό 78% αυτών πού απάντησαν δεν είχαν ούτε αυταρχικό ούτε άντιαυταρχικό χαρακτήρα καί γιαυτό, σέ περίπτωση πού ό Hitler θά νικούσε, δέ θά γίνονταν ένθερμοι ναζιστές ή άντιναζιστές. Περίπου 12% είχαν άντιαυταρχικό χαρακτήρα καί θά έμεναν ορκισμένοι εχθροί τοϋ Ναζισμού, ένώ περίπου 10% είχαν αυταρχικό χαρακτήρα καί θά γίνονταν παθιασμένοι Ναζί. Τά αποτελέσματα αυτά δέν αντιστοιχούν απόλυτα σ' αυτό πού συνέβηκε μετά τά 1933. Αργότερα ό Τ. Adorno μελέτησε τόν αυταρχικό χαρακτήρα, αν καί στή μελέτη του τόν αντιμετωπίζει μπηχαβιοριστικά κι όχι ψυχαναλυτικά, στή βάση τού σαδομαζοχιστικού χαρακτήρα (1950)].
Ό σαδομαζοχιστικός χαρακτήρας δε μπορεί νά γίνει απόλυτα κατανοητός χωρίς ν’ αναφερθούμε στην έννοια του Freud γιά τό «πρωκτοερωτικό άτομο», πού τή διεύρυναν οι μαθητές του, ιδιαίτερα K. Abraham και ο Ernest Jones. Ό Ferud (1908) πίστευε πώς τό πρωκτοερωτικό άτομο εκδηλωνόταν μ’ ένα σύνδρομο γνωρισμάτων τού χαρακτήρα του: πείσμα, μεθοδικότητα καί φιλαργυρία, στά οποία προστέθηκαν αργότερα η ακρίβεια καί η μανία της καθαριότητας. Υπέθεσε ακόμα ότι αυτό τό σύνδρομο ήταν ριζωμένο στην «πρωκτική λίμπιντο» πού έχει τήν πηγή της στην έρωτογενή ζώνη του πρωκτού. Τά γνωρίσματα τού χαρακτήρα σ’ αυτό τό σύνδρομο ερμηνεύτηκαν σάν αντιδραστικοί σχηματισμοί ή σάν εξιδανικεύσεις των σκοπών αυτής της πρωκτικής λίμπιντο.
Προσπαθώντας νά βάλω τόν τρόπο συσχετισμού στή θέση τής θεωρίας τής λίμπιντο, έφτασα στην υπόθεση ότι τά διάφορα χαρακτηριστικά τοϋ συνδρόμου είναι εκδηλώσεις ενός τρόπου σχέσης πού κρατάει μιά απόσταση, ελέγχει, απορρίπτει καί αποθησαυρίζει («άποθησαυριστικός χαρακτήρας») (E. Fromm, 1947). Αυτό βέβαια δέ σημαίνει πώς οι κλινικές παρατηρήσεις του Freud όσο αφορά τόν ειδικό ρόλο των περιττωμάτων και των κινήσεων τοϋ έντερου δέν ήταν σωστές. Απεναντίας, παρατηρώντας ψυχαναλυτικά δεκάδες χρόνια διάφορα άτομα, είδα νά επιβεβαιώνονται απόλυτα οι παρατηρήσεις του Freud. Η διαφορά βρίσκεται όμως στην απάντηση στό παρακάτω ερώτημα: Ή πρωκτοερωτική λίμπιντο είναι πηγή αποκλειστικής απασχόλησης μέ τά περιττώματα καί, έμμεσα, του συνδρόμου του πρωκτοερωτικοΰ χαρακτήρα, ή μήπως τό σύνδρομο είναι έκφραση ενός ειδικού τρόπου σχέσης; Στή δεύτερη περίπτωση τό πρωκτοερωτικό ενδιαφέρον πρέπει νά νοηθεί σάν μιά άλλη, συμβολική έκφραση τοϋ πρωκτοερωτικοΰ χαρακτήρα, κι όχι σάν αίτια του. Πραγματικά τά περιττώματα αποτελούν πολύ ταιριαστό σύμβολο: αντιπροσωπεύουν αυτό πού απορρίπτεται από τή λειτουργία της ανθρώπινης ζωής καί πού παύει πιά νά εξυπηρετεί τή ζωή τοϋ ανθρώπου. [Γιά όσους ίσως δε συμφωνήσουν μπορεί νά ισχύσει ή σκέψη δτι ή έλξη γιά τά περιττώματα καί τίς μυρωδιές αποτελεί ενα είδος νευροφυσι-ολογικής παλινδρόμησης σ' ενα στάδιο της εξέλιξης δπου τό ζώο προσανατολιζόταν περισσότερο μέ τήν όσφρηση παρά μέ τήν όραση]. Ό άποθησαυριστικός χαρακτήρας είναι ταχτικός μέ τά πράγματα, τίς σκέψεις καί τά αισθήματα, αλλά ή ταχτικότητά του είναι στείρα καί άκαμπτη. Δέν ανέχεται τά κακοτοποθετημένα πράγματα καί θέλει πάντα νά τά βάζει σέ τάξη · μ’ αυτό τόν τρόπο ελέγχει τό χώρο · μέ τήν παράλογη ακρίβεια ελέγχει τό χρόνο· μέ τήν έμμονη καθαριότητα καταργεί τήν επαφή του μέ τόν κόσμο πού τόν θεωρεί βρώμικο καί εχθρικό. (Κάποιες φορές όμως, όταν δέν αναπτύσσεται αντιδραστικός σχηματισμός ή εξιδανίκευση δέν είναι σχολαστικά καθαρός αλλά τείνει μάλλον στή βρωμιά). Ό άποθησαυριστικός χαρακτήρας νιώθει τόν εαυτό του σάν πολιορκημένο κάστρο· πρέπει νά εμποδίσει τά πάντα νά βγουν καί νά διασώσει όλα αυτά πού υπάρχουν μέσα στό οχυρό του. Ή ξεροκεφαλιά καί ή εμμονή του είναι μιά σχεδόν αυτόματη άμυνα απέναντι σέ κάθε ξένη εισβολή.
Απέναντι σ’ αυτό έχω νά προτείνω ότι πυρήνας τού σαδισμού, κοινός σ’ όλες του τίς εκφράσεις, είναι τό πάθος νά έχει κανείς απόλυτο καί απεριόριστο έλεγχο πάνω σ’ ενα ζωντανό πλάσμα, είτε ζώο εϊτε παιδί, εϊτε άντρα εϊτε γυναίκα. Τό ν’ αναγκάσουμε κάποιον νά δοκιμάσει πόνο ή εξευτελισμό χωρίς νά μπορεί νά προστατέψει τόν εαυτό του είναι μιά εκδήλωση απόλυτου ελέγχου αλλά όχι καί ή μοναδική. Τό άτομο πού ασκεί απόλυτο έλεγχο πάνω σ’ ένα άλλο ζωντανό πλάσμα κάνει αυτό τό πλάσμα αντικείμενο του, ιδιοκτησία του, ενώ ταυτόχρονα γίνεται θεός γι’ αυτό τό πλάσμα. Κάποιες φορές ό έλεγχος μπορεί νά βοηθήσει, καί σ’ αυτή τήν περίπτωση μπορούμε νά μιλάμε γιά καλοήθη σαδισμό, όπως στίς περιπτώσεις πού ένα άτομο εξουσιάζει απόλυτα ένα άλλο αλλά γιά τό καλό του, και ουσιαστικά τό προωθεί με πολλούς τρόπους – αν παραβλέψουμε τό γεγονός ότι τό κρατάει δέσμιο. “Ομως στις περισσότερες περιπτώσεις ό σαδισμός είναι κακοήθης. Ό απόλυτος έλεγχος πάνω σ’ ένα άλλο ανθρώπινο πλάσμα σημαίνει ακρωτηριασμό, ασφυξία, παραμόρφωση. Κι ένας τέτοιος έλεγχος μπορεί ν’ ασκείται μ’ όλες τις μορφές καί σ’ όλους τους βαθμούς.
Τό έργο του Albert Camus, Καλιγούλας δίνει ένα παράδειγμα ακραίου τύπου σαδιστικού ελέγχου πού φτάνει ώς τόν πόθο της παντοδυναμίας. Βλέπουμε πώς ό Καλιγούλας, οδηγημένος από τίς περιστάσεις σε μιά θέση απεριόριστης δύναμης, βουλιάζει όλο καί πιό πολύ στον πόθο γιά δύναμη. Κοιμάται με τίς γυναίκες των γερουσιαστών κι απολαμβάνει την ταπείνωση τους όταν τους βλέπει ν’ αναγκάζονται νά του φερθούν σάν φίλοι, γεμάτοι θαυμασμό καί αφοσίωση. Σκοτώνει μερικούς, αλλά καί πάλι όσοι απομένουν είναι ακόμα αναγκασμένοι νά γελούν καί να αστειεύονται. “Ομως ακόμα κι όλη αυτή ή δύναμη δέν τόν ικανοποιεί- θέλει την απόλυτη δύναμη, γυρεύει τό άδύνατο. Ό Camus τόν βάζει νά πει, «θέλω τό φεγγάρι».
Βέβαια είναι πολύ εύκολο νά πούμε πώς ό Καλιγούλας είναι τρελός, όμως ή τρέλα του είναι ένας τρόπος ζωής· είναι μιά λύση ατό πρόβλημα τής ανθρώπινης ύπαρξης γιατί εξυπηρετεί τήν ψευδαίσθηση τής παντοδυναμίας, τό ξεπέρασμα των ορίων τής ανθρώπινης ύπαρξης. Προσπαθώντας νά κερδίσει αυτή τήν απόλυτη δύναμη, ό Καλιγούλας χάνει κάθε επαφή μέ τους άλλους ανθρώπους. Γίνεται απόβλητος αποδιώχνοντας τους άλλους- καί πρέπει νά τρελαθεί, γιατί όταν ή προσπάθεια του ν’ αποκτήσει παντοδυναμία άποτυχαίνει, μένει ένα μοναχικό κι αδύναμο άτομο.
Φυσικά ή περίπτωση τού Καλιγούλα αποτελεί εξαίρεση. Πολύ λίγοι είχαν ποτέ τήν ευκαιρία ν’ αποκτήσουν τόση δύναμη ώστε νά δημιουργήσουν τήν ψευδαίσθηση πώς ή δύναμη αυτή μπορεί νά γίνει απόλυτη. Έχουν υπάρξει όμως μερικοί στην ιστορία, καί μάλιστα μέχρι τήν εποχή μας. αν μείνουν πάντα νικητές, δοξάζονται σάν μεγάλοι κυβερνήτες ή στρατηγοί · αν ηττηθούν, τους θεωρούν τρελούς ή εγκληματίες.
Αυτή ή ακραία λύση στό πρόβλημα τής ανθρώπινης ύπαρξης είναι άπ’ τά πριν αποκλεισμένη γιά τό μέσο άτομο. Ωστόσο στά περισσότερα κοινωνικά συστήματα, ακόμα καί στό δικό μας, υπάρχουν άνθρωποι σε κατώτερα κοινωνικά επίπεδα πού άσκοΰν κάποιον έλεγχο σέ άλλους. Υπάρχουν πάντα γυναίκες, παιδιά ή σκυλιά· υπάρχουν άλλοι αβοήθητοι άνθρωποι, όπως είναι οι τρόφιμοι φυλακών, οι άρρωστοι στά νοσοκομεία, οι ανήμποροι (ιδιαίτερα οι πνευματικά ανάπηροι), οι μαθητές στά σχολεία, τά μέλη τών δημόσιων γραφειοκρατιών. Εξαρτιέται πιά από τήν κοινωνική δομή σέ ποιο βαθμό ή πραγματική δύναμη τών ανώτερων ελέγχεται ή περιορίζεται σέ καθεμιά άπ’ αυτές τίς περιπτώσεις, καί επομένως καί τό πόσες δυνατότητες σαδιστικής ικανοποίησης προσφέρονται σέ κάθε κατάσταση. Έκτος όμως άπ’ αυτές τίς περιπτώσεις, οι θρησκευτικές ή φυλετικές μειονότητες, στό βαθμό πού είναι ανίσχυρες, προσφέρουν απεριόριστες ευκαιρίες γιά σαδιστική ικανοποίηση ακόμα καί γιά τά φτωχότερα μέλη της πλειονότητας.
Ό σαδισμός είναι ή καλύτερη απάντηση τοϋ ατόμου στό ότι γεννήθηκε άτομο, όταν δέν υπάρχει καμιά καλύτερη λύση. Ή εμπειρία τοΰ απόλυτου ελέγχου πάνω σ’ ένα άλλο πλάσμα, τής παντοδυναμίας του σέ σχέση μ’ αυτό, δημιουργεί στον άνθρωπο τήν ψευδαίσθηση ότι ξεπερνάει τους περιορισμούς τής ανθρώπινης ύπαρξης, ιδιαίτερα όταν ή ζωή του είναι στερημένη άπό παραγωγικότητα καί χαρά. Ό σαδισμός δέν έχει ουσιαστικά πρακτικό σκοπό· δέν είναι «επιφανειακός» αλλά μορφή αφοσίωσης. Είναι η μεταμόρφωση τής αδυναμίας στην εμπειρία τής παντοδυναμίας, είναι ή θρησκεία τών ψυχικά ανάπηρων.
Ωστόσο κάθε κατάσταση στην οποία ενα άτομο ή μια ομάδα αποκτά ανεξέλεγκτη δύναμη πάνω σέ κάποιον άλλο, δέ δημιουργεί σαδισμό. Πολλοί -ϊσως οί περισσότεροι – γονείς, δεσμοφύλακες, δάσκαλοι καί γραφειοκράτες δέν είναι σαδιστές. Σέ πολλές περιπτώσεις ή δομή τοϋ χαρακτήρα πολλών ατόμων δέν τά ώθεΐ στην ανάπτυξη σαδισμού, ακόμα κι όταν οί περιστάσεις προσφέρουν ανάλογες ευκαιρίες. “Ατομα μέ ισχυρό χαρακτήρα αγάπης γιά τή ζωή δέν παρασύρονται εύκολα άπό τή δύναμη. Θά ήταν όμως επικίνδυνη ύπεραπλούστευση άν κατατάσσαμε τους ανθρώπους μόνο σέ δυό ομάδες: τους σαδιστές δαίμονες καί τους μή σαδιστές άγιους. Αυτό πού μετράει είναι η ένταση τοϋ σαδιστικού πάθους μέσα στο χαρακτήρα τοϋ δοσμένου ατόμου. Υπάρχουν πολλοί πού έχουν στό χαρακτήρα τους σαδιστικά στοιχεία, αλλά τά εξισορροπούν μέ ισχυρές τάσεις αγάπης γιά τή ζωή κι έτσι δέ μπορούν νά χαρακτηριστούν σαδιστές. Συχνά σέ τέτοια άτομα ή εσωτερική σύγκρουση ανάμεσα στίς δύο τάσεις καταλήγει σέ μιά μεγάλη ευαισθησία απέναντι στό σαδισμό, καί στον αντιδραστικό σχηματισμό αλλεργικών αντιδράσεων απέναντι σ’ όλες τίς μορφές του. (“Ιχνη των σαδιστικών τους τάσεων μπορεί νά φαίνονται ακόμα στην ασήμαντη περιθωριακή τους συμπεριφορά, πού είναι όμως τόσο ελαφρά ώστε νά μή γίνονται πάντα αισθητά). Υπάρχουν κι άλλοι μέ σαδιστικό χαρακτήρα, στους οποίους ό σαδισμός εξισορροπείται τελικά από αντίρροπες δυνάμεις (αυτό δέ σημαίνει πώς απλά καταστέλλεται καί απωθείται) · έτσι ενώ μπορούν νά αισθάνονται κάποια χαρά όταν ελέγχουν αβοήθητους ανθρώπους, δέ θά συμμετείχαν ούτε θ’ απολάμβαναν αληθινά βασανιστήρια καί παρόμοιες αγριότητες (εκτός κι αν βρίσκονταν κάτω από εξαιρετικές συνθήκες, όπως είναι η μαζική φρενίτιδα). Αυτό φαίνεται άπό τή στάση τού χιτλερικού καθεστώτος απέναντι στίς σαδιστικές αγριότητες πού γίνονταν μέ διαταγή του. Τό καθεστώς αυτό ήταν αναγκασμένο νά διατηρεί τίς εκτελέσεις τών Εβραίων καί τών Πολωνών ένα μυστικό, πού τό ήξερε μόνο ή μικρή ομάδα της ελίτ τών “Ες Ές, αλλά όχι καί ή τεράστια πλειονότητα τού γερμανικού πληθυσμού. Σέ πολλούς λόγους τού Himler καί άλλων εκτελεστών, υπογραμμιζόταν ότι οι φόνοι έπρεπε νά γίνονται «ανθρώπινα», χωρίς σαδιστικές υπερβολές, γιατί αλλιώτικα ακόμα καί οι άντρες τών Ές Ές θά τιμωρούνταν αυστηρά. Σέ μερικές περιπτώσεις έδιναν εντολή νά περνούν άπό μιά σύντομη, καθαρά τυπική, δίκη τους ρώσους καί πολωνούς πολίτες πού θά εκτελούνταν, έτσι ώστε οι δήμιοι τους νά αισθάνονται τήν εκτέλεση σάν «νόμιμη». “Αν κι όλα αυτά ηχούν παράλογα μέ τήν υποκρισία τους, δέν παύουν ν’ αποτελούν απόδειξη ότι οί ηγέτες τών Ναζί πίστευαν πώς οι σαδιστικές πράξεις σέ μεγάλη κλίμακα θά έκαναν τους πιό νομοταγείς οπαδούς τού καθεστώτος νά επαναστατήσουν. Ένας μεγάλος όγκος υλικού έχει έρθει στό φώς άπό τό 1945, αλλά ακόμα δεν εξετάστηκε με ακρίβεια σέ ποιο βαθμό ή πλειονότητα τών Γερμανών ωθήθηκε σέ σαδιστικές πράξεις – ακόμα κι όταν απέφευγε νά τίς ξέρει.
Σαδιστικά γνωρίσματα στό χαρακτήρα μπορούν νά παρουσιαστούν καλύτερα καί εμφανέστερα αν τά απομονώσουμε από τήν όλη δομή τού χαρακτήρα. Αυτά ανήκουν σ’ ένα σύνδρομο πού πρέπει νά νοηθεί σάν σύνολο. Γιά τό σαδιστικό χαρακτήρα όλα τά ζωντανά πλάσματα μπορούν νά ελεγχθούν, τά ζωντανά πλάσματα γίνονται αντικείμενα. Ή, γιά νά γίνουμε πιό ακριβείς, τά ζωντανά πλάσματα μεταμορφώνονται σέ ζωντανά αντικείμενα ελέγχου. Οί αντιδράσεις τους δημιουργούνται μέ τόν εξαναγκασμό εκείνου πού τά ελέγχει. Ό σαδιστής θέλει νά γίνει κύριος της ζωής, γιαυτό καί επιδιώκει νά διατηρήσει τή ζωή στό θύμα του. Κι αυτό είναι πού τόν διακρίνει ουσιαστικά από τό καταστροφικό άτομο. Ό καταστροφέας θέλει νά εξοντώσει τό άτομο, νά τό εξαφανίσει, νά καταστρέψει τήν ϊδια τή ζωή· ό σαδιστής γυρεύει τήν αίσθηση πώς ελέγχει καί πνίγει τή ζωή.
Ένα άλλο γνώρισμα τού σαδιστή είναι πώς τόν ερεθίζουν μόνο τά αβοήθητα άτομα καί ποτέ τά ισχυρά. Γιά παράδειγμα, δέν αισθάνεται καμιά σαδιστική ικανοποίηση άν πληγώσει έναν εχθρό σέ μιά μάχη ίσου προς ίσο, επειδή σ’ αυτή τήν κατάσταση η πρόκληση μιας πληγής δέν είναι έκφραση ελέγχου. Γιά τό σαδιστικό χαρακτήρα μόνο μιά θαυμαστή ιδιότητα υπάρχει -η δύναμη. Θαυμάζει, αγαπάει καί υποτάσσεται μόνο σέ κείνους πού έχουν δύναμη, ενώ περιφρονεί καί θέλει νά ελέγχει τους ανίσχυρους πού δε μπορούν νά τόν πολεμήσουν.
Ό σαδιστικός χαρακτήρας φοβάται όλα όσα δέν είναι βέβαια καί προβλέψιμα, όλα όσα τού προσφέρουν εκπλήξεις πού θά τόν ανάγκαζαν ν’ αντιδράσει αυθόρμητα καί γνήσια. Γι’ αυτόν ακριβώς τό λόγο φοβάται τή ζωή. Η ζωή τόν τρομάζει ακριβώς επειδή από τή φύση της είναι απρόβλεπτη καί αβέβαιη. Μπορεί νά είναι δομημένη, αλλά δέν έχει σταθερή τάξη· μόνο ένα είναι βέβαιο στή ζωή: πώς όλοι οί άνθρωποι πεθαίνουν. “Ομοια αβέβαιη είναι καί ή αγάπη. Τό νά σ’ αγαπούν απαιτεί τήν ικανότητα νά γίνεσαι αγαπητός, νά προκαλείς αγάπη, κι αυτό εμπεριέχει πάντα ένα κίνδυνο απόρριψης ή αποτυχίας. Νά γιατί ό σαδιστικός χαρακτήρας μπορεί ν’ «αγαπήσει» μόνο όταν ελέγχει, δηλαδή μόνο όταν ασκεί μιά εξουσία πάνω στό αντικείμενο της αγάπης του. Ό σαδιστικός χαρακτήρας είναι συνήθως ξενοφοβικός καί νεοφοβικός – καθετί τό παράξενο είναι καινούργιο καί καθετί καινούργιο προκαλεί φόβο, υποψία καί απαρέσκεια, επειδή απαιτεί αυθόρμητη, ζωντανή καί άτυποποίητη ανταπόκριση.
Ένα άλλο στοιχείο στό σύνδρομο αυτό είναι η δουλικότητα καί η δειλία του σαδιστή. “Ισως φαίνεται αντίφαση πώς ό σαδιστής είναι πρόσωπο υπάκουο. Κι ωστόσο όχι μόνο δεν είναι αντίφαση, αλλά αναγκαιότητα. Είναι σαδιστής επειδή νιώθει ανίσχυρος, άψυχος, ανίκανος. Προσπαθεί νά εξισορροπήσει αυτή τήν έλλειψη αποκτώντας εξουσία πάνω σε άλλους, μεταμορφώνοντας τό σκουλήκι πού νιώθει πώς είναι σέ θεό. Ακόμα όμως κι ό σαδιστής πού έχει δύναμη υποφέρει από τήν ανθρώπινη αδυναμία του. Μπορεί νά σκοτώνει καί νά βασανίζει, αλλά μένει πάντα ένα άτομο δίχως αγάπη, απομονωμένο, τρομαγμένο, πού χρειάζεται μιά ανώτερη δύναμη γιά νά τήν υπακούει. Γιά κείνους πού βρίσκονταν ένα σκαλοπάτι πιό κάτω από τόν Hitler, ό Φύρερ εκπροσωπούσε τήν ανώτερη δύναμη· γιά τόν ίδιο τόν Hitler ανώτατη δύναμη ήταν η Μοίρα, οι νόμοι της εξέλιξης.
Αυτή ή ανάγκη υποταγής είναι ριζωμένη στό μαζοχισμό. Ό σαδισμός καί ό μαζοχισμός, πού συνδέονται πάντα, αποτελούν αντιθέσεις σέ μπηχαβιοριστική βάση αλλά στην πραγματικότητα είναι δυό διαφορετικές όψεις μιας βασικής κατάστασης: της αίσθησης της άνημπόριας.Καί ό σαδιστής καί ό μαζοχιστής χρειάζονται κάποιο άλλο πλάσμα γιά νά τους «συμπληρώνει». Ό σαδιστής κάνει τό άλλο πλάσμα προέκταση τοΰ εαυτού του · ό μαζοχιστής κάνει τόν εαυτό του προέκταση κάποιου άλλου. Καί οι δύο ζητούν μιά συμβιωτική σχέση επειδή κανείς τους δέν έχει κάποιο κέντρο μέσα του. “Αν καί φαινομενικά ό σαδιστής είναι ελεύθερος άπό τό θύμα του, δέν παύει νά τό χρειάζεται με τρόπο διεστραμμένο. Μιας κι ή σχέση σαδισμού καί μαζοχισμού είναι πολύ στενή, είναι πιο σωστό νά μιλάμε γιά σαδομαζοχιστικούς χαρακτήρες, άν καί σέ κάθε συγκεκριμένο άτομο κυριαρχεί ή μιά ή ή άλλη πλευρά. Ό σαδομαζοχιστής ονομάζεται καί «αυταρχικός χαρακτήρας», όταν μεταφράζουμε την ψυχολογική πλευρά της δομής τοy χαρακτήρα του στην ορολογία της πολιτικής συμπεριφοράς. Ή έννοια δικαιώνεται στό γεγονός ότι άτομα πού ή πολιτική τους στάση περιγράφεται γενικά σάν αυταρχική (ενεργητική καί παθητική) δείχνουν συχνά (στην κοινωνία μας) χαρακτηριστικά σαδομαζοχιστικού χαρακτήρα: έλεγχο στους κατώτερους καί υποταγή στους ανώτερους. [Ό αυταρχικός χαρακτήρας αναλύθηκε γιά πρώτη φορά στή γερμανική μελέτη πού αναφέρουμε στην ύποσ. 8 τοϋ κεφ. 2. Ή ανάλυση των στοιχείων πού συγκεντρώθηκαν έδειξε πώς τό 78% αυτών πού απάντησαν δεν είχαν ούτε αυταρχικό ούτε άντιαυταρχικό χαρακτήρα καί γιαυτό, σέ περίπτωση πού ό Hitler θά νικούσε, δέ θά γίνονταν ένθερμοι ναζιστές ή άντιναζιστές. Περίπου 12% είχαν άντιαυταρχικό χαρακτήρα καί θά έμεναν ορκισμένοι εχθροί τοϋ Ναζισμού, ένώ περίπου 10% είχαν αυταρχικό χαρακτήρα καί θά γίνονταν παθιασμένοι Ναζί. Τά αποτελέσματα αυτά δέν αντιστοιχούν απόλυτα σ' αυτό πού συνέβηκε μετά τά 1933. Αργότερα ό Τ. Adorno μελέτησε τόν αυταρχικό χαρακτήρα, αν καί στή μελέτη του τόν αντιμετωπίζει μπηχαβιοριστικά κι όχι ψυχαναλυτικά, στή βάση τού σαδομαζοχιστικού χαρακτήρα (1950)].
Ό σαδομαζοχιστικός χαρακτήρας δε μπορεί νά γίνει απόλυτα κατανοητός χωρίς ν’ αναφερθούμε στην έννοια του Freud γιά τό «πρωκτοερωτικό άτομο», πού τή διεύρυναν οι μαθητές του, ιδιαίτερα K. Abraham και ο Ernest Jones. Ό Ferud (1908) πίστευε πώς τό πρωκτοερωτικό άτομο εκδηλωνόταν μ’ ένα σύνδρομο γνωρισμάτων τού χαρακτήρα του: πείσμα, μεθοδικότητα καί φιλαργυρία, στά οποία προστέθηκαν αργότερα η ακρίβεια καί η μανία της καθαριότητας. Υπέθεσε ακόμα ότι αυτό τό σύνδρομο ήταν ριζωμένο στην «πρωκτική λίμπιντο» πού έχει τήν πηγή της στην έρωτογενή ζώνη του πρωκτού. Τά γνωρίσματα τού χαρακτήρα σ’ αυτό τό σύνδρομο ερμηνεύτηκαν σάν αντιδραστικοί σχηματισμοί ή σάν εξιδανικεύσεις των σκοπών αυτής της πρωκτικής λίμπιντο.
Προσπαθώντας νά βάλω τόν τρόπο συσχετισμού στή θέση τής θεωρίας τής λίμπιντο, έφτασα στην υπόθεση ότι τά διάφορα χαρακτηριστικά τοϋ συνδρόμου είναι εκδηλώσεις ενός τρόπου σχέσης πού κρατάει μιά απόσταση, ελέγχει, απορρίπτει καί αποθησαυρίζει («άποθησαυριστικός χαρακτήρας») (E. Fromm, 1947). Αυτό βέβαια δέ σημαίνει πώς οι κλινικές παρατηρήσεις του Freud όσο αφορά τόν ειδικό ρόλο των περιττωμάτων και των κινήσεων τοϋ έντερου δέν ήταν σωστές. Απεναντίας, παρατηρώντας ψυχαναλυτικά δεκάδες χρόνια διάφορα άτομα, είδα νά επιβεβαιώνονται απόλυτα οι παρατηρήσεις του Freud. Η διαφορά βρίσκεται όμως στην απάντηση στό παρακάτω ερώτημα: Ή πρωκτοερωτική λίμπιντο είναι πηγή αποκλειστικής απασχόλησης μέ τά περιττώματα καί, έμμεσα, του συνδρόμου του πρωκτοερωτικοΰ χαρακτήρα, ή μήπως τό σύνδρομο είναι έκφραση ενός ειδικού τρόπου σχέσης; Στή δεύτερη περίπτωση τό πρωκτοερωτικό ενδιαφέρον πρέπει νά νοηθεί σάν μιά άλλη, συμβολική έκφραση τοϋ πρωκτοερωτικοΰ χαρακτήρα, κι όχι σάν αίτια του. Πραγματικά τά περιττώματα αποτελούν πολύ ταιριαστό σύμβολο: αντιπροσωπεύουν αυτό πού απορρίπτεται από τή λειτουργία της ανθρώπινης ζωής καί πού παύει πιά νά εξυπηρετεί τή ζωή τοϋ ανθρώπου. [Γιά όσους ίσως δε συμφωνήσουν μπορεί νά ισχύσει ή σκέψη δτι ή έλξη γιά τά περιττώματα καί τίς μυρωδιές αποτελεί ενα είδος νευροφυσι-ολογικής παλινδρόμησης σ' ενα στάδιο της εξέλιξης δπου τό ζώο προσανατολιζόταν περισσότερο μέ τήν όσφρηση παρά μέ τήν όραση]. Ό άποθησαυριστικός χαρακτήρας είναι ταχτικός μέ τά πράγματα, τίς σκέψεις καί τά αισθήματα, αλλά ή ταχτικότητά του είναι στείρα καί άκαμπτη. Δέν ανέχεται τά κακοτοποθετημένα πράγματα καί θέλει πάντα νά τά βάζει σέ τάξη · μ’ αυτό τόν τρόπο ελέγχει τό χώρο · μέ τήν παράλογη ακρίβεια ελέγχει τό χρόνο· μέ τήν έμμονη καθαριότητα καταργεί τήν επαφή του μέ τόν κόσμο πού τόν θεωρεί βρώμικο καί εχθρικό. (Κάποιες φορές όμως, όταν δέν αναπτύσσεται αντιδραστικός σχηματισμός ή εξιδανίκευση δέν είναι σχολαστικά καθαρός αλλά τείνει μάλλον στή βρωμιά). Ό άποθησαυριστικός χαρακτήρας νιώθει τόν εαυτό του σάν πολιορκημένο κάστρο· πρέπει νά εμποδίσει τά πάντα νά βγουν καί νά διασώσει όλα αυτά πού υπάρχουν μέσα στό οχυρό του. Ή ξεροκεφαλιά καί ή εμμονή του είναι μιά σχεδόν αυτόματη άμυνα απέναντι σέ κάθε ξένη εισβολή.
Ό άποθησαυριστής τείνει νά νιώσει ότι
κατέχει μόνο μιά καθορισμένη ιδιότητα δύναμης, ενέργειας ή πνευματικής
ικανότητας, και πώς αυτό τό απόθεμα ελαττώνεται ή εξαντλείται μέ τή
χρήση καί δε μπορεί νά αναπληρωθεί. Δέ
μπορεί νά καταλάβει την αύτοαναπληρωτική λειτουργία κάθε ανθρώπινου
πλάσματος ούτε καί τό ότι η ενεργητικότητα καί η χρήση των δυνάμεων μας
μεγαλώνουν τή φυσική μας δύναμη ενώ ή αδράνεια τήν εξασθενίζει· γι’
αυτόν ό θάνατος καί ή καταστροφή είναι περισσότερο πραγματικά από τή ζωή
καί τήν ανάπτυξη. Η πράξη της δημιουργίας είναι ένα θαύμα πού ακούει ν’
αναφέρουν οι άλλοι αλλά πού δεν τό πιστεύει. Οι ανώτατες αξίες του είναι ή τάξη καί ή ασφάλεια· έμβλημα του τό «ουδέν καινόν υπό τόν ήλιον». Στή
σχέση του μέ τους άλλους η οικειότητα είναι απειλή · γι’ αυτόν ασφάλεια
είναι ή απομόνωση ή ή κατοχή ενός άλλου ανθρώπου. Ό άποθησαυριστής
είναι καχύποπτος κι έχει μιά ειδική αντίληψη γιά τή δικαιοσύνη, πού λέει: «Τά δικά μου δικά μου καί τά δικά σου δικά σου».
Ό πρωκτοερωτικός-άποθησαυριστικός
χαρακτήρας μόνο ένα τρόπο έχει νά νιώθει σιγουριά σέ σχέση μέ τόν κόσμο:
νά τόν έχει στην κατοχή καί στον έλεγχο του, άφοΰ δέ μπορεί νά συνδεθεί
μαζί του μέ τήν αγάπη καί τήν παραγωγικότητα.
Τό ότι ό πρωκτοερωτικός-άποθησαυριστικός χαρακτήρας έχει στενή σχέση μέ τό σαδισμό πού περιέγραψαν οί κλασικοί ψυχαναλυτές φαίνεται από τά κλινικά δεδομένα, καί δέν έχει καμιά διαφορά αν ερμηνεύουμε αυτή τή σχέση στή βάση της θεωρίας της λίμπιντο ή στή βάση της σχέσης τοϋ άνθρωπου μέ τόν κόσμο. Φαίνεται ακόμα από τό γεγονός ότι κοινωνικές ομάδες μέ πρωκτοερωτικό-άποθη-σαυριστικό χαρακτήρα εμφανίζουν έναν αξιόλογο βαθμό σαδισμού.
Σέ πολλές περιπτώσεις ό σαδισμός καμουφλάρεται άπό τήν ευγένεια καί μιά φαινομενική καλοδιάθετη στάση απέναντι σέ ορισμένους ανθρώπους κάτω άπό ορισμένες συνθήκες. Θά ‘ταν όμως λάθος νά φανταστούμε πώς ή καλοσύνη έχει άπλα τήν πρόθεση νά εξαπατήσει, ή πώς είναι μόνο μιά χειρονομία πού δέ βασίζεται σέ πραγματικά συναισθήματα. Γιά νά καταλάβουμε καλύτερα αυτό τό φαινόμενο είναι ανάγκη νά σκεφτούμε ότι οι περισσότεροι υγιείς άνθρωποι θέλουν νά διατηρούν μιά εικόνα τού εαυτού τους πού νά τους παρουσιάζει ανθρώπινους, τουλάχιστον σέ μερικές απόψεις. Τό νά ‘σαι απόλυτα απάνθρωπος σημαίνει καί απόλυτη απομόνωση, σημαίνει απώλεια τοϋ αισθήματος πώς ανήκεις στην ανθρωπότητα. Δεν είναι λοιπόν παράξενο πώς πολλά στοιχεία μας κάνουν νά υποθέτουμε ότι ή απόλυτη απουσία κάθε καλοσύνης, φιλίας ή τρυφερότητας σέ οποιοδήποτε άνθρωπο δημιουργεί μακροπρόθεσμα μιά αβάσταχτη αγωνία. Υπάρχουν αναφορές περιπτώσεων τρέλας καί ψυχικών ανωμαλιών -π.χ. ανάμεσα σέ άντρες πού άνηκαν σέ ειδικές ομάδες τών Ναζί καί πού είχαν σκοτώσει χιλιάδες ανθρώπους. Κάτω από τό ναζιστικό καθεστώς πολλά στελέχη πού ήταν αναγκασμένα νά εκτελούν διαταγές γιά μαζικές εκτελέσεις περνούσαν σοβαρές νευρικές καταπτώσεις πού ονομάζονταν «ασθένεια των στελεχών».
Τό ότι ό πρωκτοερωτικός-άποθησαυριστικός χαρακτήρας έχει στενή σχέση μέ τό σαδισμό πού περιέγραψαν οί κλασικοί ψυχαναλυτές φαίνεται από τά κλινικά δεδομένα, καί δέν έχει καμιά διαφορά αν ερμηνεύουμε αυτή τή σχέση στή βάση της θεωρίας της λίμπιντο ή στή βάση της σχέσης τοϋ άνθρωπου μέ τόν κόσμο. Φαίνεται ακόμα από τό γεγονός ότι κοινωνικές ομάδες μέ πρωκτοερωτικό-άποθη-σαυριστικό χαρακτήρα εμφανίζουν έναν αξιόλογο βαθμό σαδισμού.
Σέ πολλές περιπτώσεις ό σαδισμός καμουφλάρεται άπό τήν ευγένεια καί μιά φαινομενική καλοδιάθετη στάση απέναντι σέ ορισμένους ανθρώπους κάτω άπό ορισμένες συνθήκες. Θά ‘ταν όμως λάθος νά φανταστούμε πώς ή καλοσύνη έχει άπλα τήν πρόθεση νά εξαπατήσει, ή πώς είναι μόνο μιά χειρονομία πού δέ βασίζεται σέ πραγματικά συναισθήματα. Γιά νά καταλάβουμε καλύτερα αυτό τό φαινόμενο είναι ανάγκη νά σκεφτούμε ότι οι περισσότεροι υγιείς άνθρωποι θέλουν νά διατηρούν μιά εικόνα τού εαυτού τους πού νά τους παρουσιάζει ανθρώπινους, τουλάχιστον σέ μερικές απόψεις. Τό νά ‘σαι απόλυτα απάνθρωπος σημαίνει καί απόλυτη απομόνωση, σημαίνει απώλεια τοϋ αισθήματος πώς ανήκεις στην ανθρωπότητα. Δεν είναι λοιπόν παράξενο πώς πολλά στοιχεία μας κάνουν νά υποθέτουμε ότι ή απόλυτη απουσία κάθε καλοσύνης, φιλίας ή τρυφερότητας σέ οποιοδήποτε άνθρωπο δημιουργεί μακροπρόθεσμα μιά αβάσταχτη αγωνία. Υπάρχουν αναφορές περιπτώσεων τρέλας καί ψυχικών ανωμαλιών -π.χ. ανάμεσα σέ άντρες πού άνηκαν σέ ειδικές ομάδες τών Ναζί καί πού είχαν σκοτώσει χιλιάδες ανθρώπους. Κάτω από τό ναζιστικό καθεστώς πολλά στελέχη πού ήταν αναγκασμένα νά εκτελούν διαταγές γιά μαζικές εκτελέσεις περνούσαν σοβαρές νευρικές καταπτώσεις πού ονομάζονταν «ασθένεια των στελεχών».
Χρησιμοποίησα τις λέξεις «έλεγχος» και
«δύναμη» όσο άφορα τό σαδισμό, αλλά πρέπει νά έχουμε ξεκαθαρίσει καλά
πόσο αμφίσημες είναι καί οι δύο όταν τις χρησιμοποιούμε. Η
δύναμη μπορεί νά σημαίνει την εξουσία πού επιβάλλουμε στους ανθρώπους, ή
τη δύναμη νά κατορθώνουμε πράγματα. Αυτό πού γυρεύει ό σαδιστής είναι η
δύναμη νά επιβάλλει τήν εξουσία του στους ανθρώπους, ακριβώς επειδή δέν έχει τή δύναμη νά υπάρχει.
Δυστυχώς πολλοί συγγραφείς χρησιμοποιούν αμφίσημα τίς λέξεις «δύναμη»
καί «έλεγχος», μπερδεύοντας πολλές φορές τή διπλή σημασία τους. Επιπλέον
η έλλειψη έλεγχου δε σημαίνει έλλειψη όποιου είδους οργάνωσης, αλλά
μόνο των ειδών εκείνων όπου ό έλεγχος ασκείται γιά εκμετάλλευση καί όπου
ό ελεγχόμενος δέ μπορεί νά ελέγξει τους ελέγχοντες. Έχουμε πολλά
παραδείγματα άπό τίς πρωτόγονες κοινωνίες καί τίς σύγχρονες κοινότητες
όπου υπάρχει μιά ορθολογική εξουσία βασισμένη στην πραγματική — ή
χειραγωγούμενη — συμφωνία όλων, καί όπου δέν αναπτύσσονται εξουσιαστικές
σχέσεις.
Σίγουρα τό άτομο πού δέν έχει τή δύναμη νά προστατέψει τόν εαυτό του υποφέρει χαρακτηρολογικά. Μπορεί νά υποταχτεί καί νά γίνει μαζοχιστής απέναντι σ’ ένα σαδιστή. Όμως ή πραγματική του αδυναμία μπορεί νά προωθήσει τήν ανάπτυξη αρετών όπως η αλληλεγγύη καί η συμπάθεια καθώς καί ή δημιουργικότητα. Τό νά ‘σαι ανίσχυρος καί νά διατρέχεις τόν κίνδυνο νά σκλαβωθείς, ή τό νά έχεις δύναμη καί νά διατρέχεις τόν κίνδυνο νά χάσεις τήν ανθρωπιά σου — καί τά δυό είναι εξίσου μεγάλα κακά. Ποιο θεωρείται χειρότερο, αυτό είναι θέμα θρησκευτικής καί ηθικής ή πολιτικής πεποίθησης. Ό βουδισμός, η εβραϊκή παράδοση – ξεκινώντας άπό τους προφήτες — καί τά χριστιανικά ευαγγέλια αποφασίζουν ξεκάθαρα αντίθετα στή σύγχρονη σκέψη. Είναι απόλυτα νομιμοποιημένο νά διακρίνεις λεπτές διαφορές ανάμεσα στή δύναμη καί τήν έλλειψη δύναμης, άλλα ένας κίνδυνος πρέπει ν’ αποφευχθεί: νά μή χρησιμοποιούμε τό αμφίσημο νόημα ορισμένων λέξεων γιά νά συστήσουμε την ταυτόχρονη θρησκεία στό Θεό καί τόν Καίσαρα ή, ακόμα χειρότερα, γιά νά τους ταυτίσουμε.
Σίγουρα τό άτομο πού δέν έχει τή δύναμη νά προστατέψει τόν εαυτό του υποφέρει χαρακτηρολογικά. Μπορεί νά υποταχτεί καί νά γίνει μαζοχιστής απέναντι σ’ ένα σαδιστή. Όμως ή πραγματική του αδυναμία μπορεί νά προωθήσει τήν ανάπτυξη αρετών όπως η αλληλεγγύη καί η συμπάθεια καθώς καί ή δημιουργικότητα. Τό νά ‘σαι ανίσχυρος καί νά διατρέχεις τόν κίνδυνο νά σκλαβωθείς, ή τό νά έχεις δύναμη καί νά διατρέχεις τόν κίνδυνο νά χάσεις τήν ανθρωπιά σου — καί τά δυό είναι εξίσου μεγάλα κακά. Ποιο θεωρείται χειρότερο, αυτό είναι θέμα θρησκευτικής καί ηθικής ή πολιτικής πεποίθησης. Ό βουδισμός, η εβραϊκή παράδοση – ξεκινώντας άπό τους προφήτες — καί τά χριστιανικά ευαγγέλια αποφασίζουν ξεκάθαρα αντίθετα στή σύγχρονη σκέψη. Είναι απόλυτα νομιμοποιημένο νά διακρίνεις λεπτές διαφορές ανάμεσα στή δύναμη καί τήν έλλειψη δύναμης, άλλα ένας κίνδυνος πρέπει ν’ αποφευχθεί: νά μή χρησιμοποιούμε τό αμφίσημο νόημα ορισμένων λέξεων γιά νά συστήσουμε την ταυτόχρονη θρησκεία στό Θεό καί τόν Καίσαρα ή, ακόμα χειρότερα, γιά νά τους ταυτίσουμε.
Συνθήκες πού Γεννούν τό Σαδισμό.
Τό ποιοι παράγοντες συντελούν στην
ανάπτυξη τού σαδισμού είναι πρόβλημα εξαιρετικά περίπλοκο, γιαυτό καί δε
μπορεί νά λυθεί σε τούτο τό βιβλίο. Πρέπει ωστόσο νά ξεκαθαρίσουμε
απαρχής ένα σημείο: δέν υπάρχει απλή σχέση ανάμεσα στό περιβάλλον καί τό χαρακτήρα. Κι αυτό επειδή ό χαρακτήρας τού ατόμου καθορίζεται από ατομικούς παράγοντες
όπως οι θεσμικά δοσμένες προδιαθέσεις, η ιδιοσυστασία της οικογενειακής
ζωής, τά έκτακτα γεγονότα στη ζωή τού ατόμου. Δέν είναι όμως μόνο αυτοί
οι ατομικοί παράγοντες πού παίζουν τό ρόλο τους· οί παράγοντες τού
περιβάλλοντος είναι πολύ πιό σύνθετοι άπ’ όσο πιστεύουν γενικά. “Οπως
είπα παραπάνω, μιά κοινωνία δέν είναι μιά κοινωνία. Μιά κοινωνία είναι ένα εξαιρετικά πολύπλοκο σύστημα.
οί παλιές καί καινούργιες κατώτερες τάξεις, οί νέες μεσαίες τάξεις, οί
ανώτερες τάξεις, οί παρακμάζουσες ελίτ, οί ομάδες με ή χωρίς
θρησκευτικές ή ήθικοφιλοσοφικές παραδόσεις, οί μικρές καί μεγάλες πόλεις
– όλοι αυτοί είναι μερικοί από τους παράγοντες πού πρέπει νά λάβουμε
υπόψη μας· δέν υπάρχει κανένας μεμονωμένος παράγοντας πού νά βαραίνει
στην κατανόηση τής δομής τού χαρακτήρα καί της δομής τής κοινωνίας. “Αν
λοιπόν θελήσει κανείς νά συνδέσει τήν κοινωνική δομή καί τό σαδισμό δέ
φτάνει η εμπειρική ανάλυση όλων των παραγόντων, όσο εξαντλητική κι αν
είναι. Ταυτόχρονα όμως πρέπει νά προσθέσουμε πώς η δύναμη μέ τήν οποία
μιά ομάδα εκμεταλλεύεται καί κρατάει υποταγμένη μιά άλλη τείνει νά
γεννήσει σαδισμό στην ελέγχουσα ομάδα, αν καί οπωσδήποτε θά υπάρξουν
πολλές ατομικές εξαιρέσεις. Έτσι ό
σαδισμός θά εκλείψει (εκτός κι αν αποτελεί ατομική αρρώστια) μόνο όταν
σταματήσει ό εκμεταλλευτικός έλεγχος οποιασδήποτε τάξης, φύλου ή
μειονότητας. Έκτος από ορισμένες μικρές κοινωνίες, αυτό δεν έχει συμβεί ακόμα πουθενά στην ιστορία. Παρόλα αυτά
η καθιέρωση μιας τάξης πραγμάτων βασισμένης στό νόμο, πού εμποδίζει τήν
αυθαίρετη χρησιμοποίηση τής εξουσίας, είναι ένα βήμα προς αυτή τήν
κατεύθυνση, έστω κι άν αυτή η εξέλιξη έχει ανακοπεί στίς
μέρες μας σέ πολλά μέρη του κόσμου όπου υπήρξε κάποτε, έστω κι άν
απειλείται μέσα στίς Ηνωμένες Πολιτείες «εν ονόματι του νόμου καί της
τάξης»·
Μιά κοινωνία βασισμένη σέ εκμεταλλευτικό έλεγχο παρουσιάζει επίσης καί άλλα προβλέψιμα χαρακτηριστικά. Τείνει νά αποδυναμώσει τήν ανεξαρτησία, τήν ακεραιότητα, τήν κριτική σκέψη καί τήν παραγωγικότητα όλων εκείνων πού υποτάσσει. Αυτό δέ σημαίνει πώς δέν τους προσφέρει όλων των ειδών τίς διασκεδάσεις καί τά ερεθίσματα, αλλά μόνο εκείνα πού περιορίζουν τήν ανάπτυξη τής προσωπικότητας αντί νά τήν ευνοούν. Οι ρωμαίοι καίσαρες πρόσφεραν στό κοινό θεάματα κυρίως σαδιστικής φύσης. Η σύγχρονη κοινωνία προσφέρει παρόμοια θεάματα με τή μορφή τών ρεπορτάζ στίς εφημερίδες καί τήν τηλεόραση γύρω από εγκλήματα, πολέμους, αγριότητες· όπου τό περιεχόμενο δέν είναι ανατριχιαστικό, δέν είναι καί θρεπτικό —όπως τά δημητριακά τών παιδικών τροφών πού προωθούνται από τά ίδια μέσα μαζικής ενημέρωσης καί φθείρουν τήν υγεία τών παιδιών. Αυτή ή πολιτιστική τροφή δέν προσφέρει ένεργοποιητικά ερεθίσματα αλλά προωθεί τήν παθητικότητα καί τήν αδράνεια. Στην καλύτερη περίπτωση προσφέρει διασκέδαση καί συγκίνηση, αλλά σχεδόν ποτέ τή χαρά- κι αυτό γιατί ή χαρά απαιτεί ελευθερία, χαλάρωση τών χαλινών τού ελέγχου, πράγμα πού είναι πολύ δύσκολο γιά τόν πρωκτοερωτικό-σαδιστικό τύπο.
Όσο γιά τό σαδισμό τού ατόμου, αυτός αντιστοιχεί στον κοινωνικό μέσο όρο, μέ ατομικές παρεκκλίσεις προς τά πάνω καί προς τά κάτω. Ατομικοί παράγοντες πού προωθούν τό σαδισμό είναι όλες οι συνθήκες πού τείνουν νά κάνουν τό παιδί ή τόν ενήλικο νά νιώθει άδειος καί ανίσχυρος (ένα μή σαδιστικό παιδί μπορεί νά γίνει σαδιστής έφηβος ή ενήλικος άν υπάρξουν νέες συνθήκες). Ανάμεσα σ’ αυτές τίς συνθήκες συγκαταλέγονται καί κείνες πού δημιουργοϋν φόβο, όπως ή τρομοκρατική τιμωρία — δηλαδή ή τιμωρία πού δεν περιορίζεται αυστηρά στή σχέση με ορισμένη καί δηλωμένη κακή συμπεριφορά, αλλά είναι αυθαίρετη, τρέφεται από τό σαδισμό τοϋ τιμωρού, κι είναι γεμάτη τρομοκρατική διάθεση. Ανάλογα μέ τήν ιδιοσυγκρασία τοϋ παιδιού ό φόβος μιας τέτοιας τιμωρίας μπορεί νά γίνει κυρίαρχο κίνητρο στή ζωή του, η ακεραιότητα του μπορεί σιγά σιγά νά φθαρεί, ό αυτοσεβασμός του νά πέσει κι έτσι νά φτάσει νά προδώσει τόν εαυτό του τόσες πολλές φορές, πού νά χάσει κάθε έννοια ταυτότητας, νά πάψει νά είναι πιά «αυτός».
Η άλλη προϋπόθεση γιά τήν πρόκληση αυτής της ζωτικής αδυναμίας είναι μιά κατάσταση ψυχικής στέρησης. Αν δέν υπάρχει ερέθισμα, αν δέν υπάρχει τίποτα πού νά ξυπνήσει τίς ικανότητες τοϋ παιδιού, άν υπάρχει μιά ατμόσφαιρα γεμάτη πλήξη καί δίχως χαρά, τό παιδί παγώνει· δέν υπάρχει τίποτα πού νά μπορεί νά τ’ αγγίξει, κανένας πού νά τοϋ ανταποκριθεί ή έστω νά τό ακούσει, τό παιδί εγκαταλείπεται σέ μιά αίσθηση αδυναμίας καί ανικανότητας. Μιά τέτοια αδυναμία δέν καταλήγει αναγκαστικά στό σχηματισμό σαδιστικού χαρακτήρα· τό άν θά γίνει αυτό εξαρτιέται από πολλούς παράγοντες. Κι ωστόσο δέν παύει ν’ αποτελεί μιά από τίς κύριες πηγές πού συντελούν στην ανάπτυξη του σαδισμού, καί ατομικά καί κοινωνικά.
“Οταν ό χαρακτήρας τού ατόμου εκτρέπεται από τόν κοινωνικό χαρακτήρα, η κοινωνική ομάδα τείνει νά ενισχύσει όλα εκείνα τά στοιχεία τού χαρακτήρα πού της αναλογούν, ενώ τά αντίθετα στοιχεία παραμένουν σέ λανθάνουσα κατάσταση. Αν π.χ. ένας σαδιστής ζει μέσα σέ μιά ομάδα όπου ή πλειονότητα δέν είναι σαδιστική καί όπου ή σαδιστική συμπεριφορά θεωρείται ανεπιθύμητη καί δυσάρεστη, δέ θ’ αλλάξει αναγκαστικά τό χαρακτήρα του αλλά ούτε καί θά υποκριθεί· ό σαδισμός του δέ θά εξαφανιστεί αλλά θά «στεγνώσει» επειδή δέ θά έχει από πού νά τραφεί. Ή ζωή στά κιμπούτς καί σέ άλλες τέτοιες κοινότητες προσφέρει πολλά παραδείγματα γι’ αυτό, άν καί υπάρχουν περιστάσεις πού ή καινούργια ατμόσφαιρα δημιουργεί μιά πραγματική αλλαγή τού χαρακτήρα.
Μιά κοινωνία βασισμένη σέ εκμεταλλευτικό έλεγχο παρουσιάζει επίσης καί άλλα προβλέψιμα χαρακτηριστικά. Τείνει νά αποδυναμώσει τήν ανεξαρτησία, τήν ακεραιότητα, τήν κριτική σκέψη καί τήν παραγωγικότητα όλων εκείνων πού υποτάσσει. Αυτό δέ σημαίνει πώς δέν τους προσφέρει όλων των ειδών τίς διασκεδάσεις καί τά ερεθίσματα, αλλά μόνο εκείνα πού περιορίζουν τήν ανάπτυξη τής προσωπικότητας αντί νά τήν ευνοούν. Οι ρωμαίοι καίσαρες πρόσφεραν στό κοινό θεάματα κυρίως σαδιστικής φύσης. Η σύγχρονη κοινωνία προσφέρει παρόμοια θεάματα με τή μορφή τών ρεπορτάζ στίς εφημερίδες καί τήν τηλεόραση γύρω από εγκλήματα, πολέμους, αγριότητες· όπου τό περιεχόμενο δέν είναι ανατριχιαστικό, δέν είναι καί θρεπτικό —όπως τά δημητριακά τών παιδικών τροφών πού προωθούνται από τά ίδια μέσα μαζικής ενημέρωσης καί φθείρουν τήν υγεία τών παιδιών. Αυτή ή πολιτιστική τροφή δέν προσφέρει ένεργοποιητικά ερεθίσματα αλλά προωθεί τήν παθητικότητα καί τήν αδράνεια. Στην καλύτερη περίπτωση προσφέρει διασκέδαση καί συγκίνηση, αλλά σχεδόν ποτέ τή χαρά- κι αυτό γιατί ή χαρά απαιτεί ελευθερία, χαλάρωση τών χαλινών τού ελέγχου, πράγμα πού είναι πολύ δύσκολο γιά τόν πρωκτοερωτικό-σαδιστικό τύπο.
Όσο γιά τό σαδισμό τού ατόμου, αυτός αντιστοιχεί στον κοινωνικό μέσο όρο, μέ ατομικές παρεκκλίσεις προς τά πάνω καί προς τά κάτω. Ατομικοί παράγοντες πού προωθούν τό σαδισμό είναι όλες οι συνθήκες πού τείνουν νά κάνουν τό παιδί ή τόν ενήλικο νά νιώθει άδειος καί ανίσχυρος (ένα μή σαδιστικό παιδί μπορεί νά γίνει σαδιστής έφηβος ή ενήλικος άν υπάρξουν νέες συνθήκες). Ανάμεσα σ’ αυτές τίς συνθήκες συγκαταλέγονται καί κείνες πού δημιουργοϋν φόβο, όπως ή τρομοκρατική τιμωρία — δηλαδή ή τιμωρία πού δεν περιορίζεται αυστηρά στή σχέση με ορισμένη καί δηλωμένη κακή συμπεριφορά, αλλά είναι αυθαίρετη, τρέφεται από τό σαδισμό τοϋ τιμωρού, κι είναι γεμάτη τρομοκρατική διάθεση. Ανάλογα μέ τήν ιδιοσυγκρασία τοϋ παιδιού ό φόβος μιας τέτοιας τιμωρίας μπορεί νά γίνει κυρίαρχο κίνητρο στή ζωή του, η ακεραιότητα του μπορεί σιγά σιγά νά φθαρεί, ό αυτοσεβασμός του νά πέσει κι έτσι νά φτάσει νά προδώσει τόν εαυτό του τόσες πολλές φορές, πού νά χάσει κάθε έννοια ταυτότητας, νά πάψει νά είναι πιά «αυτός».
Η άλλη προϋπόθεση γιά τήν πρόκληση αυτής της ζωτικής αδυναμίας είναι μιά κατάσταση ψυχικής στέρησης. Αν δέν υπάρχει ερέθισμα, αν δέν υπάρχει τίποτα πού νά ξυπνήσει τίς ικανότητες τοϋ παιδιού, άν υπάρχει μιά ατμόσφαιρα γεμάτη πλήξη καί δίχως χαρά, τό παιδί παγώνει· δέν υπάρχει τίποτα πού νά μπορεί νά τ’ αγγίξει, κανένας πού νά τοϋ ανταποκριθεί ή έστω νά τό ακούσει, τό παιδί εγκαταλείπεται σέ μιά αίσθηση αδυναμίας καί ανικανότητας. Μιά τέτοια αδυναμία δέν καταλήγει αναγκαστικά στό σχηματισμό σαδιστικού χαρακτήρα· τό άν θά γίνει αυτό εξαρτιέται από πολλούς παράγοντες. Κι ωστόσο δέν παύει ν’ αποτελεί μιά από τίς κύριες πηγές πού συντελούν στην ανάπτυξη του σαδισμού, καί ατομικά καί κοινωνικά.
“Οταν ό χαρακτήρας τού ατόμου εκτρέπεται από τόν κοινωνικό χαρακτήρα, η κοινωνική ομάδα τείνει νά ενισχύσει όλα εκείνα τά στοιχεία τού χαρακτήρα πού της αναλογούν, ενώ τά αντίθετα στοιχεία παραμένουν σέ λανθάνουσα κατάσταση. Αν π.χ. ένας σαδιστής ζει μέσα σέ μιά ομάδα όπου ή πλειονότητα δέν είναι σαδιστική καί όπου ή σαδιστική συμπεριφορά θεωρείται ανεπιθύμητη καί δυσάρεστη, δέ θ’ αλλάξει αναγκαστικά τό χαρακτήρα του αλλά ούτε καί θά υποκριθεί· ό σαδισμός του δέ θά εξαφανιστεί αλλά θά «στεγνώσει» επειδή δέ θά έχει από πού νά τραφεί. Ή ζωή στά κιμπούτς καί σέ άλλες τέτοιες κοινότητες προσφέρει πολλά παραδείγματα γι’ αυτό, άν καί υπάρχουν περιστάσεις πού ή καινούργια ατμόσφαιρα δημιουργεί μιά πραγματική αλλαγή τού χαρακτήρα.
Ένα
άτομο με σαδιστικό χαρακτήρα θά είναι ουσιαστικά ακίνδυνο σέ μιά
άντισαδιστική κοινωνία· εκεί όλοι θά τό θεωρήσουν άρρωστο. Ποτέ του δε
θά αποκτήσει δημοτικότητα ούτε καί θά μπορέσει ν’ ασκήσει κοινωνική
επιρροή. Αν αναρωτηθούμε τί είναι αυτό πού κάνει τόσο έντονο τό σαδισμό
ενός ατόμου, θά πρέπει ν’ αναλογιστούμε κι άλλους παράγοντες εκτός άπ’
τους βιολογικούς, όπως π.χ. τήν ψυχική ατμόσφαιρα πού ευθύνεται σέ
μεγάλο βαθμό όχι μόνο γιά τή γέννηση τού κοινωνικού σαδισμού αλλά καί
γιά τά ελαττώματα των μεμονωμένων ατόμων, τού ίδιοσυστασιακού σαδισμού.
Γι’ αυτόν ακριβώς τό λόγο ή ανάπτυξη ενός ατόμου δε μπορεί ποτέ νά
νοηθεί απόλυτα στή βάση της φύσης του ή τού οικογενειακού παρελθόλ’τος
του. “Αν δέν ξέρουμε τήν τοποθέτηση τού ατόμου καί της οικογένειας του
μέσα στο κοινωνικό σύστημα, κι ακόμα τό πνεύμα αυτού τού συστήματος, δέ
θά μπορέσουμε νά καταλάβουμε ποτέ γιατί ορισμένα χαρακτηριστικά είναι
τόσο επίμονα καί τόσο βαθιά έδρασμένα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου