Για να αναγνωρίσει, ο εγκέφαλός μας χρειάζεται να επαναφέρει. Κάθε αναγνώριση είναι ένας χρονικός κρίκος μέσα στο γνωστικό χώρο. Η ανθρωπότητα εργάζεται μέσα στο χώρο της μνήμης του πολυκυκλικού χρόνου. Εισάγει αναγνωριστικά στοιχεία στο γνωστικό χώρο για ν’ αφήσει ίχνη μέσα στο χρόνο. Το στιγμιαίο του παρόντος είναι μόνο και μόνο τεχνητό, ένα ανεπαρκές τέχνασμα σ’ ένα στρατηγικό πλαίσιο. Η ανθρωπότητα ενεργεί μέσα στο μέλλον για να κτίσει το παρελθόν. Είναι αγκυροβολημένη στο παρελθόν για να συλλάβει το μέλλον. Μόνο που δεν ζει στο ενδιάμεσο. Μεταμορφώνει την ύλη σε έργο μέσω της υλοποίησης της σκέψης σε πράξη. Με αυτή την έννοια ενεργεί ως ηθοποιός. Με την υπεροχή του Koan επί του μηδενός ανάμεσα σε δύο σκέψεις, σκέφτεται διαρκώς για να υπάρχει, δημιουργεί διαρκώς για να υφίσταται. Χωρίς να την αγγίζει το «φαίνομαι» που δεν έχει εξάλλου καμία σημασία γι’ αυτήν, η ανθρωπότητα υπάρχει μόνο και μόνο μέσω του έργου της. Χωρίς αυτό, θα υποβαθμιζόταν σε μία κοινωνία σ’ ένα τοπικό πλαίσιο. Ούτε όμως αποτελεί μια απλή προέκταση αυτής της ιδέας. Ανεπηρέαστη από τη μόδα, η ανθρωπότητα ως διαχρονική οντότητα, για να εξελίσσεται οφείλει να συγκρίνει και ως εκ τούτου να ανακαλύπτει για να διαμορφώνει τη δράση της. Δεν μπορεί να περιοριστεί σε ένα όραμα αυστηρά συμπεριφορικό ή ακόμα συστημικό. Δεν ανήκει σ’ αυτό που ονομάζουμε σύστημα. Βέβαια, η πανταχού συγχρονική παρουσία της θα μπορούσε κάπως να διαταράξει τη σκέψη μας, μα αυτό δεν ισχύει παρά μόνο σε κοινωνικό πλαίσιο. Η ανθρωπότητα οικοδομείται μόνο μέσω της δράσης των ανθρώπων. Δεν την αγγίζουν τα άτομα. Εκτός εάν αυτά τα άτομα στην επιθυμία τους να αλλάξουν τα πράγματα για την καλύτερη συντήρηση ενός τεχνητού παρόντος, διαπράττουν έγκλημα εναντίον της ανθρωπότητας. Στην πραγματικότητα, η γενοκτονία δεν χαρακτηρίζεται μόνο από την έκφραση «συστηματική καταστροφή» διότι δεν ορίζει επακριβώς τι καταστρέφεται. Ενώ με τα δεδομένα της ανθρωπότητας, η γενοκτονία θεωρείται ως επιθυμία αφανισμού κάθε ανθρωπιάς μέσα στην κοινωνία. Η κυρίαρχη κοινωνία δεν μπορεί να επιβληθεί παρά μόνο διαγράφοντας κάθε ίχνος πολιτισμού που θα μπορούσε να θυμίζει την ύπαρξη και κυρίως τη δράση της ανθρωπότητας. Είναι, μεταξύ άλλων, γι’ αυτόν το λόγο που η κοινωνία τάσσεται με τόση μανία εναντίον του βιβλίου. Στην ουσία, αυτό το αντικείμενο που είναι γραμμένο από τους νεκρούς για τους αγέννητους δρα ως κινητήριος δύναμη μέσα στην ανθρωπότητα. Χωρίς να έχει στόχο να ευχαριστήσει, αναζητεί τη διάρκεια. Δεν συσχετίζεται με το κόστος, αλλά με την αξία. Γι’ αυτό δεν αντιπροσωπεύει μία κοινωνική αρχή, αλλά μία ανθρώπινη αξία. Άρα αποτελεί ένα ίχνος που πρέπει να διαγραφεί για να έχει υλοποιηθεί πλήρως μια γενοκτονία. Κι αυτό πρέπει να γίνει σε δύο επίπεδα. Πρώτον, η φάση της εξόντωσης και δεύτερον, η φάση της ανυπαρξίας. Μια γενοκτονία δεν έχει πλήρως επιτευχθεί παρά μόνο όταν δεν υπάρχουν πλέον τα βιβλία του παρελθόντος και εφόσον κανένα βιβλίο του μέλλοντος δεν αναφέρει την ύπαρξή της. Ως διαγραφή της ανθρώπινης μνήμης, η γενοκτονία γραμμικοποιεί το χρόνο. Διαγράφοντας το παρελθόν και το μέλλον, επαναλαμβάνει το παρόν. Με αυτόν τον τρόπο, δεν υπάρχει στοιχείο σύγκρισης, άρα δεν υπάρχει εξέλιξη. Η απουσία αναγνώρισης δεν επιτρέπει στον εγκέφαλο να επαναφέρει. Έτσι το κοινωνικό σύστημα πετυχαίνει την εκμηδένιση του ανθρώπου. Επομένως, η ανθρωπότητα έχοντας επίγνωση αυτής της διαδικασίας, πρέπει να μετατρέπεται σε ένα δίκτυο που να αντέχει στο χρόνο.
Εάν η ανθρωπότητα είναι πολύ αφηρημένη έννοια για ορισμένους, αρκεί να εξετάσουν το μίσος του κοινωνικού συστήματος για να αντιληφθούν την πραγματικότητά της. Η ανθρωπότητα δεν είναι μία άλλη κοινωνία. Δεν αναπληρώνει καμία άλλη κοινωνία και να το σκεφτούμε αποτελεί από μόνο του ύβριν για την ανθρωπότητα. Το κοινωνικό σύστημα όταν προσπαθεί να χτυπήσει την ανθρωπότητα μέσω ενός εγκλήματος, δεν επιχειρεί να την αναπληρώσει, αλλά να την εξοντώσει. Έτσι προχωρεί σ’ αυτό που ονομάζει «κάθαρση». Πρόκειται περί εξάλειψης των στιγμάτων του παρελθόντος και των σπερμάτων του μέλλοντος. Η εξόντωση έγκειται στον αφανισμό μιας κουλτούρας, ενός πολιτισμού. Διότι όλα αυτά είναι περιττά σε μία κοινωνία όπου βασιλεύει το παρόν. Η δράση της ανθρωπότητας θεωρείται ως ένα μίασμα. Και ανάμεσα σ’ αυτά τα μιάσματα βρίσκεται και η ιστορία. Διότι η κοινωνική ιστορία δεν έχει νόημα από μόνη της. Δεν είναι παρά μία αιτιολογία της πραγματικότητας. Έχουμε τη συνήθεια να λέμε ότι η ιστορία είναι γραμμένη από τους πιο ισχυρούς. Στην πραγματικότητα, αυτοί οι τελευταίοι είναι οι πιο ειδικοί για τη διαγραφή της. Δεν δημιουργούν, καταστρέφουν. Δεν διαφυλάττουν, αλλοιώνουν. Διότι κατά κάποιο τρόπο, όλα πρέπει να είναι καινούργια μέσα στο κοινωνικό σύστημα. Η εξήγηση προέρχεται από την ιδέα της αθανασίας. Όπως αυτή είναι απρόσιτη κατά τρόπο αποτελεσματικό, το κοινωνικό σύστημα επιχειρεί να τη δημιουργήσει διαγράφοντας. Τίποτα δεν μετατρέπεται, τίποτα δεν είναι μετατρέψιμο, διότι όλα είναι τέλεια μέσα στο παρόν. Έτσι, αυτό το ιδανικοποιημένο παρόν επιτρέπει την έμμεση πρόσβαση σε μια μορφή αθανασίας. Μόνο που αυτή η αθανασία δεν έχει να κάνει τίποτα με το χρόνο ο οποίος στερείται ουσίας γι’ αυτήν. Επιπλέον, αυτή η αθανασία, εάν είχε συνείδηση του χρόνου, θα καταλάβαινε ότι δεν σταματά να γηράσκει. Όμως, αυτή η ιδέα δεν είναι ελκυστική. Το κοινωνικό σύστημα είναι πάντα βασισμένο στη νεότητα, από τη μια πλευρά διότι δεν γνωρίζει ακόμα και από την άλλη διότι δεν θα μάθει ποτέ και εξάλλου αποτελεί την άρνηση του παλαιού. Αλλά, ένα από τα χαρακτηριστικά της ανθρωπότητας λόγω της ύπαρξης των πολιτισμών, είναι ακριβώς το παλιό. Διότι μόνο το παλιό έχει διασχίσει το χρόνο. Το νέο δεν έχει τη χρονική διάσταση. Δίχως τα αποτυπώματα του χρόνου, η μνήμη δεν γεμίζει με ανθρωπιά. Το κοινωνικό σύστημα δεν θέλει τις μηχανές του Wiener, προτιμά τις μηχανές του Turing και ακόμα δεν χρειάζεται παρά αυτές που πρέπει να κάνουν επανεκκίνηση. Θέλει να αποφεύγει τους χρονικούς κρίκους και τους εγκλωβισμένους της μνήμης, διότι όλη του η δύναμη βασίζεται στο παρόν και στη λήθη. Διότι για το σύστημα, το παρόν της λήθης είναι η λήθη του παρόντος. Συνειδητοποιώντας ότι το κοινωνικό σύστημα, το οποίο υπάρχει μόνο εφόσον τάσσεται εναντίον της ανθρωπότητας, απεχθάνεται το χρόνο, αντιλαμβανόμαστε πόσο σημαντικό είναι αυτό το στοιχείο μέσα στην ανθρωπότητα. Στην ουσία, η ανθρωπότητα ως χρονικό ψηφιδωτό στηρίζεται μόνο και μόνο στις ψηφίδες που συγκροτούν ένα σύνολο. Εάν αυτές είναι ιδιομορφίες, οι σχέσεις τους παράγουν μία ανοιχτή δομή που αποτελεί το υπόβαθρο της ύπαρξης της ανθρωπότητας. Για το κοινωνικό σύνολο, τα νοητικά σχήματα αποτελούν στόχους. Για την ανθρωπότητα, αυτοί οι στόχοι είναι τα θύματα και οι δίκαιοι.
Εάν οι μεγαλοφυΐες είναι ιδιομορφίες στο γνωστικό χώρο της ανθρωπότητας, οι ιδιοφυΐες είναι ανωμαλίες, με τη μαθηματική έννοια του όρου. Είναι γι’ αυτόν το λόγο που έστω και αν οι κοινωνίες προσποιούνται ότι τους θαυμάζουν μέσω μιας καθολικής ομοφωνίας, τους προτιμούν νεκρούς. Με άλλα λόγια, κάθε κοινωνία αποδέχεται την ύπαρξη μίας ιδιοφυΐας, αλλά σε μια άλλη κοινωνία. Στους δικούς της κόλπους, τη θεωρεί ως ένα στοιχείο που παράγει μια τόσο μεγάλη γνωστική διαταραχή που της προκαλεί κοινωνική αστάθεια. Εάν οι κοινωνίες φοβούνται τόσο τις ιδιοφυΐες, είναι γιατί αποτελούν τους στυλοβάτες της ανθρωπότητας. Κάθε μία ιδιοφυΐα είχε τόση επίδραση στην ανθρωπότητα που η ύπαρξή της μέσω του έργου της δημιούργησε ένα πριν και ένα μετά μέσα στο χωροχρόνο. Άρα, αυτή η διάσπαση είναι πολύ απλά μη αποδεκτή από την κοινωνία. Παράγει μία λειτουργία τύπου Heaviside που καθιστά το χρόνο ασύμμετρο ακόμα και σε τοπικό επίπεδο. Επιπλέον, η κοινωνία δεν μπορεί πια να προσποιείται ότι το παρόν παραμένει αναλλοίωτο. Οφείλει να δεχτεί την ήττα της. Γι’ αυτόν το λόγο, προσπαθεί διαρκώς να εξαλείψει κάθε δυνατότητα εμφάνισης μιας ιδιοφυΐας στους κόλπους της. Είναι ικανή να διαχειρίζεται τα στοιχεία που είναι «απλώς» προικισμένα διότι μπορεί να τα μεταμορφώνει σε κανονικά άτομα. Τα «θεραπεύει» με τον τρόπο της. Δεν αντέχει τις ιδιοφυΐες. Όμως κι εδώ έχει μια φυσιολογική λύση για τη μάζα. Αρκεί να τους θεωρούν ως άτομα ταλαντούχα. Αυτό που έχει σημασία για την κοινωνία είναι ότι ίσως διακρίνονται σ’ έναν τομέα αλλά αυτός είναι τόσο εξειδικευμένος που δεν έχει επιπτώσεις στην ισορροπία της. Αποδεικνύει επίσης ότι τα περισσότερα από αυτά τα άτομα είναι κανονικά στους άλλους τομείς. Άρα αποτελούν απλώς τοπικές διαταράξεις, ενώ οι ιδιοφυΐες αποτελούν εξ ορισμού ολικές διαταράξεις. Τα ταλέντα τους είναι τόσο πολλαπλά και τόσο καταφανή που δεν τους αντέχει η κοινωνία. Δεν αρκείται να τους θέτει στο περιθώριο, διότι η παρουσία τους αυτή καθεαυτή επηρεάζει την ανθρωπότητα και κατά συνέπεια έχει αντίκτυπο στα στοιχεία της κοινωνίας. Ακόμα μία χαρακτηριστική επίθεση της κοινωνίας είναι να ελαχιστοποιεί την επίδραση της ιδιοφυΐας, εξηγώντας στη μάζα ότι πρόκειται απλώς για μια ιδιοφυΐα η οποία μάλιστα προσεγγίζει την τρέλλα. Είναι, λοιπόν, ανισόρροποι και ως εκ τούτου δεν πρέπει να τους εμπιστευόμαστε. Αυτή η μορφή επίθεσης αποδείχτηκε πολύ αποτελεσματική εναντίον του Leonardo da Vinci ο οποίος έπρεπε να περιμένει πολλά χρόνια και σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμα και αιώνες για να επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό και ελεύθερα την εξέλιξη της ανθρωπότητας. Ενώ με τον Αρχιμήδη, η λύση υπήρξε πιο ριζική. Εν τούτοις, η επίδραση από τη συμβολή του έργου τους ξεπερνά τα όρια της κοινωνίας τους. Διότι η ικανότητα της ιδιοφυΐας είναι επίσης να δείξει τα όρια της κοινωνίας. Έτσι είναι που δείχνει την ανθρωπιά της.
Δεν επιλέγουμε την κοινωνία στην οποία γεννιόμαστε. Αυτή η κοινοτυπία βρίσκεται στη βάση πολλών προβλημάτων για τους ανθρώπους. Αυτά τα προβλήματα είναι μερικές φορές τόσο σημαντικά που τελικά επιλέγουμε να ζήσουμε σ’ αυτή την κοινωνία χωρίς να συνειδητοποιούμε ότι πρόκειται απλά για μια επιβίωση σ’ ένα γραμμικό τμήμα του χρόνου που στερείται την ελευθερία της σκέψης. Έτσι ο κόσμος μεταμορφώνεται σ’ ένα σύμπαν του Kafka όπου το ακατανόητο και το αυθαίρετο αποτελούν το νόμο. Ακόμα και μία επανάσταση του Camus το μόνο που πετυχαίνει είναι να δείξει τη σημασία του παράλογου έστω και αν η κυριαρχία του μπορεί να τεθεί υπό αμφισβήτηση από τη συνειδητοποίηση της ύπαρξης του παράλογου. Ένας πιο αποτελεσματικός τρόπος να ερμηνεύσουμε αυτό το παράλογο είναι να πούμε ότι αποτελεί την αποδοχή του ό,τι ζούμε σε μια κοινωνία την οποία δεν έχουμε επιλέξει και στην οποία όλα διέπονται από το σύστημα. Μόνο που για τους ανθρώπους, η επιλογή να ζουν σε μια τέτοια κοινωνία δεν είναι αναγκαία και ακόμα λιγότερο απαραίτητη. Για την ανθρωπότητα, αυτή η επιλογή δεν αντιπροσωπεύει τίποτα, πρόκειται απλώς για αποδοχή της κυριαρχίας της κοινωνίας επ’ αυτής. Η συνειδητοποίηση του να μην ανήκεις μόνο σ’ αυτή την κοινωνία είναι ήδη ένα πρώτο βήμα προς την απελευθέρωση του ανθρώπου από το ζυγό του παράλογου. Η επανάσταση μέσω της άρνησης της κοινωνικής δικτατορίας είναι το δεύτερο βήμα. Διότι στη συνέχεια είναι αναγκαίο να αντιληφθούμε την ανάγκη να δημιουργήσουμε για την ανθρωπότητα. Ακόμα και αν την αντιπροσωπεύαμε ως ένα πεδίο, θα έπρεπε να δούμε τους ανθρώπους ως υλοποιήσεις της ανθρώπινης κυματοσυνάρτησης. Σ’ ένα άλλο πλαίσιο, πρέπει να κατανοήσουμε την αυθαιρεσία της κοινωνίας με την έννοια της τοποθέτησης. Ίσως είμαστε κομμάτια τοποθετημένα σε μια κοινωνική σκακιέρα μόνο που δεν πρέπει να ενδιαφερόμαστε σε ποια φάση της παρτίδας βρισκόμαστε ή ακόμα ποια παρτίδα παίζουμε, αλλά για τους παίκτες. Ένα τοπικό όραμα των πραγμάτων δεν προσφέρει και πολλές προοπτικές. Διότι έχει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα του ορίζοντα. Εφόσον δεν μπορεί να δει παραπέρα, θεωρεί ότι δεν υπάρχει παραπέρα. Όμως στο επίπεδο της ανθρωπότητας, μόνο το παραπέρα έχει πραγματική σημασία. Το να αποδεχτούμε ότι ανήκουμε σε ένα γραμμικό τμήμα του χρόνου δεν επιτρέπει καμιά μανούβρα τακτικής και ακόμα λιγότερο στρατηγικής. Ενώ η συνειδητοποίηση ότι ανήκουμε στην ανθρωπότητα εξουδετερώνει το πρόβλημα του ορίζοντα. Εργαζόμαστε σ’ ένα πλαίσιο που είναι προσβάσιμο μόνο για το έργο. Και είναι με αυτή την έννοια που το έργο δημιουργεί το ον. Το ον μετατρέπεται σε ανθρώπινο ον μέσω του έργου που αποτελεί μία συμβολή για την ανθρωπότητα. Εισερχόμαστε, λοιπόν, στο εξής νοητικό σχήμα: μια τοπική κίνηση μπορεί να έχει ολικές επιπτώσεις. Σύμφωνα με τη στρατιωτική στρατηγική όπου μία κίνηση θεωρείται καλή, όταν προκαλεί ενόχληση στον αντίπαλο, όπως είπε ο σκακιστής Emanuel Lasker, πρέπει αυτή τη φορά να επιλέξουμε τις κινήσεις που έχουν επιπτώσεις στην ανθρωπότητα εάν πραγματικά θέλουμε να γίνουμε άνθρωποι.
Για να κατανοήσουμε βαθύτερα τα
χαρακτηριστικά της ανθρωπότητας, είναι καλό να ενδιατρίψουμε στο
κουαρτέτο «Οι παραφωνίες» του Wolfgang Amadeus Mozart και την ενόχληση
που προκάλεσε στην εποχή του αλλά και μετέπειτα. Το σημείο διένεξης
είναι η απόρριψη της μουσικής αρμονίας του δασκάλου. Οι παραφωνίες
θεωρήθηκαν λάθη τα οποία οι ειδικοί της κοινωνίας όφειλαν να διορθώσουν
για το καλό όλων. Όμως κανείς δεν μελέτησε το έργο του. Διότι αυτή η
τεχνική είχε ήδη χρησιμοποιηθεί στη «Μαγική Φλογέρα». Μόνο που εδώ ήταν
σε ένα πλαίσιο σχετικά ξεκάθαρο και πάνω στο θέμα Ordo ab chao. Έτσι η
κοινωνία δεν τα αντιμετώπισε με την ίδια καχυποψία. Ενώ ο δάσκαλος
επιδίωξε την παρουσία παραφωνιών στο κουαρτέτο σε ντο μείζονα.
Αποδεικνύει την ανάγκη να τεθούν στο σχετικά κλασικό και συμβατικό
πλαίσιο μουσικές ιδιομορφίες απόλυτα χαρακτηριστικές. Υπογράφει το έργο
του και με αυτόν τον τρόπο έχουμε μία διαχρονική υπογραφή της ίδιας της
ανθρωπότητας. Δεν έλαβε υπόψη του κοινωνικούς θεσμούς που τον έβλεπαν
σαν ένα μουσικό πολύ περίπλοκο και πολύ ευφυή για το γούστο τους. Διότι η
ουσία για την κοινωνία δεν είναι η δημιουργία, μα η διασκέδαση. Γι’
αυτόν το λόγο, η μουσική δεν πρέπει με κανένα τρόπο να είναι δέσμια.
Όμως η επιδίωξη μιας δημιουργίας που εκτείνεται πέραν των κοινωνικών
θεσμών για ν’ αγγίξει αυτό που θεωρεί ουσιώδες, αποτελεί μία αμφισβήτηση
της κοινωνικής δομής. Ο μουσικός δεν είναι μόνο ένα στοιχείο για να
διασκεδάζει την παρέα. Έχει μία ξεκάθαρη σκέψη που δεν αρκείται στο να
ακολουθεί τους κοινωνικούς κανόνες. Αποδεικνύει την ανάγκη να εκφράσει
κάτι βαθύτερο έστω κι αν αυτό δεν είναι άμεσα προσβάσιμο από την
πλειονότητα. Αυτό δεν σημαίνει ωστόσο ότι γίνεται οπαδός του δόγματος
που επιβεβαιώνει ότι η τέχνη είναι μόνο για την τέχνη, διότι αυτό
συνιστά μόνο και μόνο μία μορφή εξεζητημένου σολιψισμού. Το παράδειγμα
του Mozart σίγουρα δεν είναι αυτού του τύπου. Η αναζήτηση του Mozart δεν
ήταν μόνο εσωτερική. Λόγω της μεγαλοφυΐας του ήξερε πως δεν χρειαζόταν
να αναλύσει τον ίδιο του τον εαυτό. Έχοντας επίγνωση ότι υπάρχει για
τους άλλους, εκμεταλλεύτηκε όλα τα μέσα που είχε στη διάθεσή του για να
δημιουργήσει ένα έργο το οποίο θα είχε νόημα για την ανθρωπότητα και όχι
για την κοινωνία στην οποία ανήκε μόνο τυπικά. Αυτή η διαφορά είναι
ουσιώδης. Η ευφυΐα επικοινωνεί ή πιο συγκεκριμένα προσφέρει σε όλους
έστω και αν μόνο μερικοί μπορούν να έχουν πρόσβαση στο έργο της.
Επιπλέον, χρησιμοποιεί τα έργα των προκατόχων του αντλώντας απευθείας
από τις πηγές για να αποφύγει την επίδραση των κοινωνικών κριτικών που
δεν παύουν να κρίνουν για να ερμηνεύσουν με το δικό τους τρόπο το έργο
του. Το αρχικό χειρόγραφο έστω και αν ήταν μόνο ένα προσχέδιο ή μία
καταγραφή σημειώσεων μάς δίνει πολύ περισσότερες πληροφορίες από τα
επιπόλαια σχόλια των δήθεν ειδικών οι οποίοι, με το πρόσχημα ότι ζουν σε
μία κοινωνία του μέλλοντος σε σχέση με το δημιουργό, θεωρούν ότι
μπορούν να κατανοήσουν την ουσία ενός έργου εγκλωβίζοντάς το σε μία
εποχή. Όμως το έργο μίας ιδιοφυΐας δεν ανήκει σε καμία κοινωνία. Είναι
μόνο και μόνο ένα απαραίτητο στοιχείο της δομής της ανθρωπότητας.
Ο πόλεμος ανάμεσα στις κοινωνίες
και την ανθρωπότητα στηρίζεται κυρίως στο εξής νοητικό σχήμα: η πάλη
της τύχης εναντίον της ανάγκης. Το τυχαίο στοιχείο της ύπαρξης και η
ανάγκη για δημιουργία λειτουργούν όπως τους αντιπάλους σε μια μονομαχία
όπου όλα επιτρέπονται. Από κοινωνικής άποψης, ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Η
κοινωνία ποτέ δεν έχει παράξει τίποτε καλύτερο από την αρχή του
Μακιαβέλλι. Όσον αφορά στην ανθρωπότητα, που είναι αναγκαστικά ταγμένη
στην αξιολογία έτσι ώστε να μπορέσει να εξελιχθεί, είναι διατεθειμένη να
υποστεί όλες τις θυσίες για να διασχίσει το χρόνο. Η πρώτη αγωνίζεται
εναντίον του χρόνου, διότι επιδιώκει την αθανασία. Η δεύτερη ενεργεί με
το χρόνο, διότι γνωρίζει τον εφήμερο χαρακτήρα του. Το παράδοξο έγκειται
στη δύναμη του αδύνατου που παρά την υπεροχή του ισχυρού, κατορθώνει να
διασχίζει τους αιώνες σημαδεύοντάς τους με την υπογραφή του. Η κοινωνία
επηρεασμένη από το φαινόμενο της μόδας, δεν μπορεί να αντιληφθεί το
φαινόμενο των άκρων και δεν κατορθώνει να δημιουργήσει διαμπερείς
χρονικές δομές. Είναι εγκλεισμένη μέσα σ’ έναν τεχνητό πύργο ο οποίος
από ανθρώπινης πλευράς δεν είναι παρά μία τεράστια αίθουσα
βασανιστηρίων. Επιχειρεί να διεξαγάγει τη δίκη της ανθρωπότητας, αλλά
δεν φθάνει στο πέρας του πύργου. Δημιουργεί μία χωρική εξουσία και
βρίσκεται σε διαμάχη με μία χρονική διάσταση. Ανίκανη να διαχειριστεί το
χρόνο, η κοινωνία βασίζεται στο χώρο για να θεμελιώσει την υπεροχή της.
Ελέγχοντας κατά τρόπο αποκλειστικό τον εδαφικό χώρο, πιστεύει ότι
επιβάλλεται στον πολιτιστικό χώρο. Βέβαια, αντιμετωπίζει δυσκολίες με
ορισμένες κουλτούρες οι οποίες φαίνεται να αντιστέκονται περισσότερο από
κάποιες άλλες έναντι των επιθέσεών της. Έτσι, μερικές φορές αποφασίζει
να διαπράξει γενοκτονία σε μια προσπάθεια να βάλει τα πράγματα στη θέση
τους. Μόνο που το ανθρώπινο δικαίωμα αρχίζει να έχει επίδραση στον τομέα
του διεθνούς δικαίου, το οποίο παρά τους οπαδούς του Realpolitik δεν
βασίζεται μόνο στην οικονομική δύναμη. Στην ουσία, η οικονομική δύναμη
δεν έχει πραγματικό νόημα παρά μόνο στους κόλπους της κοινωνίας. Διότι η
ανθρωπότητα δεν έχει ούτε να πουλήσει ούτε να αγοράσει τίποτα. Έτσι,
υπάρχει στο εξής η δυνατότητα να καταδικαστούν οι γενοκτονίες, αυτά τα
εγκλήματα εναντίον της ανθρωπότητας. Οι δήμιοι κάθε κοινωνίας δεν μπορεί
πλέον να παραμένουν ατιμώρητοι, διότι η ανθρωπότητα αντίθετα με την
κοινωνία, δεν ξεχνά. Μπορεί να πληγώνεται, ενώ η κοινωνία παραμένει
αλώβητη, αλλά η ανθρωπότητα χρησιμοποιεί τις πληγές της για να γράψει
την ιστορία της. Η ιστορία της ανθρωπότητας είναι, βέβαια, ανώφελη για
την κοινωνία που ζει μόνο μέσα στο παρόν, αλλά είναι ακριβώς γι’ αυτόν
το λόγο που είναι υπέροχη. Διότι με έναν ιδιαίτερο τρόπο, είναι ακόμα
ωραιότερη όταν είναι ανώφελη. Μέσα στο πλαίσιο αυτού του πολέμου ανάμεσα
στις κοινωνίες και την ανθρωπότητα, το ωφέλιμο μάχεται εναντίον του
ανώφελου, ο χώρος παλεύει εναντίον του χρόνου, οι πραγματικότητες
εναντίον των οραμάτων. Και αυτό μας βοηθά να αντιληφθούμε πόσο μόνη
είναι η ανθρωπότητα. Μόνο που αυτή η μοναξιά είναι επίσης το
χαρακτηριστικό της σπανιότητάς της, αν όχι της μοναδικότητάς της. Όπως
συμβαίνει με τις ιδιομορφίες και τις ανωμαλίες, χαρακτηρίζει τη
νοόσφαιρα ως μία γνωστική γενίκευση του θεωρήματος του Riemann για τις
πολλαπλότητες. Με άλλα λόγια, είναι τόσο μοναχική όσο και ουσιαστική.
Είναι η ιδιαιτερότητα της ύπαρξής της και όχι το αποτέλεσμα του
μοιραίου. Είναι η μονάδα μιας βασικής δομής.
Η κοινωνία δεν είναι παρά ένα
δόγμα. Όλη της η δύναμη και η αδυναμία προέρχονται από το γεγονός αυτό.
Το να πιστεύουμε σ’ αυτήν, την καθιστά ισχυρή. Το να την αμφισβητούμε,
την αποδυναμώνει. Εντυπωσιάζει το άτομο, ενώ φοβάται τον άνθρωπο. Το
άτομο την επιβεβαιώνει, ενώ ο άνθρωπος την θέτει σε κίνδυνο. Ως δόγμα,
εκμεταλλεύεται την ευπιστία του κόσμου. Επιπλέον, στηρίζεται στην
ανεπάρκεια ιστορικών γνώσεων μετατρέποντας έτσι την πανταχού παρουσία
της σε παντογνωσία. Το κοινωνικό σύστημα τα ξέρει όλα και ασχολείται με
όλα. Όσον αφορά στη γραφειοκρατία του, αποτελεί μία συγκαλυμμένη μορφή
δικτατορίας. Είναι εξάλλου γι’ αυτόν το λόγο που τις καλύτερες
υλοποιήσεις, με την αυστηρή έννοια του όρου, τις αποτελούν τα
απολυταρχικά καθεστώτα τα οποία δεν μπόρεσαν να αποφύγουν τη διάπραξη
ενός εγκλήματος εναντίον της ανθρωπότητας. Όταν η εξουσία δεν επαρκεί,
πρέπει να επιστρατευτεί η «βοήθεια» της βαρβαρότητας. Αυτή η τελευταία
εμφανίζεται ως το έσχατο κοινωνικό εργαλείο. Όταν το σύστημα έρχεται
αντιμέτωπο με πολιτιστικές και θρησκευτικές αντιστάσεις, η ύπαρξη των
οποίων θέτει υπό αμφισβήτηση την κυρίαρχη ιεραρχία, τότε αλλάζει στάση
και παίρνει τα πράγματα στα χέρια του, κατά βάρβαρο τρόπο. Ερμηνεύει
αυτές τις αντιστάσεις ως εσωτερικές τριβές. Πρόκειται, λοιπόν, για
ανατοποθέτηση τάξης εφοδιαστικής αλυσίδας από πλευράς του συστήματος.
Άρα, η έσχατη λύση συνίσταται στη χρήση των μέσων του ολικού πολέμου
εναντίον ενός αφοπλισμένου πληθυσμού. Αυτό που κάνει είναι να εφαρμόζει
το δόγμα του. Με τρόπο μαζικό, επιβάλλει το νόμο του χωρίς να επιτρέπει
την παραμικρή αμφισβήτηση. Οι χρονολογίες αυτών των εγκλημάτων είναι
μακρινές, όμως είναι απαραίτητο να τις έχουμε κατά νουν για να
καταλάβουμε τη σημασία της ανθρωπότητας. Διότι καθένα από αυτά τα
εγκλήματα αποτελεί μία πληγή η οποία χαρακτηρίζει τη δομή της αντίστασης
της ανθρωπότητας έναντι αυτών των χρονικών παρεμβολών. Οι γενοκτονίες
των Αρμενίων, των Ποντίων, των Ουκρανών, των Εβραίων, των Καμποτζιανών
αποτελούν παραδείγματα. Έστω και αν ακολουθούν το ίδιο σχήμα αφανισμού
όπως τις φάσεις του Stanton, αυτές οι γενοκτονίες φέρουν κάθε φορά
δομικά στοιχεία για την ανθρωπότητα και όχι μόνο για τα απολυταρχικά
καθεστώτα. Διότι η βαρβαρότητα των τελευταίων μετριέται επίσης και με
την αντίσταση των θυμάτων και των δικαίων. Χωρίς την ανθρώπινη
αντίσταση, η κοινωνική γενοκτονία θα ήταν το τέλειο έγκλημα. Όμως κάθε
φορά, οι άνθρωποι επαναστατούν και αγωνίζονται ενάντια σ’ αυτή την πράξη
βαρβαρότητας. Η ανθρωπότητα μοιάζει με τη φύση. Δεν συνειδητοποιούμε
την πραγματικότητά της παρά μόνο όταν την καταστρέφουμε. Και γίνεται
χειροπιαστή μόνο όταν αντιστέκεται σ’ αυτή την καταστροφή. Τα θύματα και
οι δίκαιοι αποκτούν την υπόστασή τους μέσα από αυτή την πράξη
βαρβαρότητας η οποία επιχειρεί να τους εξαφανίσει. Όπως δεν έχουν θέση
μέσα στο δόγμα, πρέπει το σύστημα να τους σβήσει. Έτσι, η ανθρωπότητα
εμφανίζεται με αποτελεσματικό τρόπο μέσω των αντιστασιακών ομάδων. Διότι
σε τοπικό επίπεδο, είναι αυτούς που ονομάζουμε ανθρωπότητα. Αυτοί οι
θύλακες αντίστασης είναι χρονικοί κρίκοι οι οποίοι αρνούνται τη
γραμμικοποίηση του συστήματος. Παρουσιάζονται ως αντιδραστικά στοιχεία
διότι αντιπροσωπεύουν την ανατροφοδότηση της κυβερνητικής. Αυτό το
κύκλωμα προς τα πίσω σε σχέση με τη γραμμική εξέλιξη προκαλεί
σύγκρουση....
Όταν βρεθούν αντιμέτωποι με την
καταπίεση, οι άνθρωποι αντιστέκονται. Μόνο που δεν είναι η κοινωνία που
τους έμαθε να αντιστέκονται. Ποιος είναι, λοιπόν, ο λόγος αυτής της
αντίστασης και μερικές φορές ακόμα και της θυσίας; Σ’ αυτό το νέο
πλαίσιο σκέψης, η απάντηση είναι φυσιολογική. Είναι ακριβώς η ανθρωπιά
τους που αντιστέκεται διότι έχει την ικανότητα να συλλάβει το νόημα της
αποτυχίας. Και η μη αποδοχή της αποτυχίας είναι μία μορφή συνεισφοράς.
Στην πραγματικότητα, σ’ ένα γενικότερο πλαίσιο ή μάλλον σ’ ένα
θερμοδυναμικό πλαίσιο, η αύξηση της εντροπίας δεν είναι μόνο μία τυπική
αποτυχία. Μερικές φορές πρόκειται περί πραγματικής αποδιάρθρωσης. Έτσι
το κυβερνητικό όραμα της ανθρωπότητας έρχεται αναγκαστικά σε αντίθεση με
μια τέτοια αποτυχία η οποία δεν αφορά κατ’ ανάγκην κάποια εδάφη· μπορεί
να είναι μία κουλτούρα, μία γλώσσα, μία παράδοση ή ακόμα και μία
θρησκεία. Γιατί ορισμένες κουλτούρες επιμένουν να υπάρχουν; Γιατί
ορισμένοι λαοί είναι τόσο δεμένοι με τη γλώσσα τους ενώ αυτή είναι
σπάνια; Γιατί μία παράδοση μπορεί να είναι τόσο σημαντική; Γιατί μία
θρησκεία αντιστέκεται στην καταπίεση; Διότι η ανθρωπότητα οικοδομείται
επίσης με βάση την άρνηση της αποτυχίας, την άρνηση της λήθης. Η
ανθρωπότητα δεν αρκείται στο να θυμάται, αρνείται να ξεχνά. Δεν
λειτουργεί μόνο στον κατασκευαστικό τομέα. Επιπλέον, αντιτίθεται στη
διαγραφή, στον αφανισμό. Είναι γι’ αυτόν το λόγο που δεν πρέπει να
θεωρούμε τους παγκόσμιους πολέμους μόνο ως ολικές συγκρούσεις και κυρίως
κοινωνικές. Σ’ αυτούς τους πολέμους, πολλές μάχες δόθησαν στο βουνό,
μακριά από συμβατικούς στρατούς. Και ούτε επρόκειτο για μικρές
αναπαραγωγές κοινωνιών. Το βουνό εμπεριείχε την ιδέα της ύπαρξης για τον
άλλο. Πέραν του ό,τι αποτελεί ένα χώρο περιορισμένο, το βουνό ενεργούσε
υπέρ της ανθρωπότητας. Είχε επίγνωση ότι έδινε μάχη εναντίον ενός
καταπιεστικού συστήματος που επεδίωκε να απανθρωπίζει τους ανθρώπους.
Ακόμα και χωρίς συντονισμό, οι αντιστασιακές ομάδες ενεργούσαν για τους
άλλους. Έπρεπε να αντισταθούν έστω και αν ήταν οι μόνοι που θα το
έκαναν. Ήταν ζήτημα ανάγκης. Μόνο που η ανθρωπότητα έπρεπε να οργανωθεί
σ’ έναν αγώνα εναντίον ενός ολικού συστήματος. Ο πληθυσμός δεν μπορούσε
να σηκώσει κεφάλι διότι ήταν φυσιολογικά προσηλυτισμένος σ’ ένα άλλο
σύστημα που εκείνη την εποχή θεωρείτο αήττητο. Όσο για συνεργασία, δεν
αποτελούσε απλώς μία υποταγή, αλλά επίσης μία προσπάθεια αντιλογίας στο
κοινωνικό σύστημα. Από πλευράς συνεργασίας, η απορρόφηση των κοινωνικών
συστημάτων από κάποιο σύστημα πιο ισχυρό και πιο σφαιρικό ήταν μία απλή
ενσωμάτωση με τη μαθηματική έννοια του όρου. Η τυπική αλλαγή δεν είχε
καμία δομική επίπτωση. Είναι, λοιπόν, γι’ αυτόν το λόγο που οφείλουμε να
αποδώσουμε διπλή τιμή σ’ έναν άνθρωπο όπως τον Jean Moulin. Από τη μια
πλευρά αρνήθηκε να μετέχει στο σύστημα και από την άλλη οργάνωσε μία
ανθρωπότητα που δεν ήθελε να χαθεί. Και όλα αυτά τα έκανε θυσιάζοντας
την ίδια του τη ζωή αποδεχόμενος ότι δεν απομένει τίποτα στον ίδιο και
στους σύγχρονούς του παρά μόνο το έργο του. Ήταν, λοιπόν, τόσο ανώφελος
όσο και ενοχλητικός για το σύστημα. Όμως αυτά ακριβώς τα χαρακτηριστικά,
τα οποία για το σύστημα είναι αρνητικά, είναι πολύ συχνά συνδεδεμένα με
την ιδέα της ανθρωπότητας. Η κατανόηση του φαινομένου Jean Moulin
συνεπάγεται την κατανόηση ενός κομματιού της ανθρωπότητας. Ένας μόνο
άνθρωπος για να συλλάβουμε την ουσία, διότι για την ανθρωπότητα η ουσία
βρίσκεται σε κάθε άνθρωπο.
Η γραφειοκρατία της κοινωνίας
επιδιώκει συστηματικά την εξάλειψη κάθε ίχνους ανθρωπιάς στις
διαδικασίες της. Τη θεωρεί ενοχλητική. Η ύπαρξή της ανθρωπιάς επιτρέπει
να βγαίνουν στην επιφάνεια συναισθήματα τα οποία αμφισβητούν τις
εντολές. Έτσι λοιπόν, οι εντολές αποτελούν τα diktats της κοινωνίας. Οι
αρχές δεν πρέπει να τίθενται υπό αμφισβήτηση από τις αξίες. Διότι οι
αξίες είναι διαχρονικές, γεγονός που εμποδίζει την κοινωνία να
επιβεβαιώνει την υπεροχή της. Οφείλει να αποφεύγει τη μετωπική σύγκρουση
του τύπου Αντιγόνης-Κρέοντα έστω και αν γνωρίζει ότι μέσα απ’ αυτήν θα
αναδειχθεί νικήτρια. Διότι παρά τη νίκη της κοινωνίας, ενεργοποιείται
ένα καινούργιο παράδειγμα, η ύπαρξη του οποίου ενισχύει το νοητικό σχήμα
της αντίστασης. Ακόμα και αν η αντίσταση είναι χαμένη από χέρι σε
συγχρονικό επίπεδο, δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη ότι της λείπει η αξία σε
διαχρονικό επίπεδο. Όπως η κοινωνία βασίζεται στην κυριαρχία του
παρόντος, πρέπει να κοστίζει όσο κοστίζει να αποφευχθούν τα σπέρματα του
μέλλοντος. Το νοητικό σχήμα της μνήμης του μέλλοντος είναι ένα από τα
ισχυρότερα στη δομή της ανθρωπότητας. Ακόμα και η δημιουργία μίας
κατάστασης που κανονικά θα φαινόταν ανέφικτη έχει επιπτώσεις στο μέλλον.
Γι’ αυτόν το λόγο, η σύγκρουση μεταξύ των σκλάβων του Σπάρτακου και της
Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας άφησε ίχνη, πολύ ενοχλητικά για την κοινωνία.
Στην πραγματικότητα, τα άτομα που υπήρχαν μόνο και μόνο χάρις στη
διασκέδαση που προκαλούσαν στη μάζα έτσι ώστε να διατηρείται η ασφάλεια
του συστήματος, κατόρθωσαν να εξεγερθούν, να αγωνιστούν και μάλιστα να
κερδίσουν μάχες. Υπάρχει λοιπόν, από ανθρώπινης άποψης, ένα παράδειγμα
προς μίμηση. Διότι δείχνει ότι η εξέγερση είναι εφικτή και ως εκ τούτου
το σύστημα δεν είναι ακατανίκητο, σε αντίθεση με το τι πιστεύει ο κόσμος
που αποτελεί τη μάζα της κοινωνίας. Ο ανατρεπτικός χαρακτήρας αυτών των
παραδειγμάτων είναι τρανταχτός για την κοινωνία. Οφείλει, λοιπόν, από
τη μια να ενισχυθεί για να τα σβήσει από τη μνήμη και από την άλλη να
μην τα παράγει πλέον. Διότι η κοινωνία δεν μπορεί να έχει ήρωες, μόνο
θεούς. Διότι μόνο οι θεοί είναι αθάνατοι. Άρα μόνο αυτοί μπορούν να
αποτελούν παραδείγματα. Ενώ οι ήρωες, εφόσον είναι θνητοί δεν μπορούν
παρά να είναι ανατρεπτικοί δεδομένου ότι υπερβαίνουν τους εαυτούς τους
για να εκτελέσουν ένα ανδραγάθημα μη προσβάσιμο στους κοινούς θνητούς,
δηλαδή στη μάζα. Όπως δεν ανήκουν στο σύστημα, δεν έχουν οι ήρωες το
δικαίωμα να ενεργούν με αυτόν τον τρόπο. Αλλιώς, η μάζα θα είχε το
δικαίωμα να ονειρεύεται άλλα πράγματα. Ενώ έτσι η κοινωνία αποτελεί το
μόνο δυνατό όνειρο. Οτιδήποτε άλλο αποκλείεται διότι τα θεμέλια της
κοινωνίας είναι μοναδικά. Η μάζα πρέπει να ζει με τη μόνιμη ελπίδα μιας
καλύτερης κατάστασης η οποία θα επέλθει μόνο μέσω του συστήματος. Το
σύστημα πρέπει να χειρίζεται τη μάζα κατά τέτοιο τρόπο ώστε αυτή να
αναζητεί μόνο την ευτυχία. Κάθε συναίσθημα που δεν ανταποκρίνεται σ’
αυτή την αναζήτηση είναι a priori ανατρεπτικό για την κοινωνία. Άρα η
ιδέα της θυσίας έρχεται σε αντίθεση με την ευτυχία. Έτσι η κοινωνία δεν
επιθυμεί ούτε ήρωες, ούτε θυσίες και ο λόγος είναι απλός: και τα δύο
παράγουν φαινόμενα μνήμης. Γι’ αυτό, η μνήμη έχει το στίγμα της
ανθρωπότητας και του χρόνου. Έτσι η γραφειοκρατία οφείλει να κάνει ό,τι
μπορεί για να μην επιτρέψει αυτό το πράγμα. Οι άνθρωποι μετατρέπονται σε
άτομα, τα άτομα σε ανώνυμους και οι ανώνυμοι σε νούμερα. Υπάρχει μόνο
μία ιεραρχία και πρέπει να είναι απόλυτη. Έτσι είναι γραμμική. Η
κοινωνία είναι μία μακριά ουρά της οποίας το κεφάλι δεν βλέπει κανείς.
Εξάλλου αυτό δεν έχει καμία σημασία διότι η ουσία έγκειται στο να
γνωρίζουμε ότι το δηλητήριο βρίσκεται στην ουρά, όπως έλεγαν οι
Ρωμαίοι...
Η συνέχεια εδώ... http://www.lygeros.org (Ανθρωπότητα και Χρόνος [I - XX])
Νίκος Λυγερός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου