Ο Ιλια Πριγκοζίν την ημέρα της αναγόρευσής του ως επίτιμου διδάκτορα του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου (26 Μαΐου 2000)
Πριν από 12 ημέρες ο «πατέρας» της θεωρίας του χάους και της πολυπλοκότητας άφησε την τελευταία του πνοή στις Βρυξέλλες. Βραβευμένος με Νομπέλ Χημείας, ο Ιλια Πριγκοζίν ήταν από τους ανθρώπους που άλλαξαν τη θεωρία της φυσικής τον 20ό αιώνα και άνοιξε νέους δρόμους στην παγκόσμια επιστημονική σκέψη
Στο τελευταίο βιβλίο του, La Fin des Certitudes, ο Ιλια Πριγκοζίν έδωσε το στίγμα της μακρόχρονης πνευματικής του δημιουργίας με τα εξής λόγια: «Το όνειρο της νιότης μου ήταν να συμβάλω στην ενοποίηση της επιστήμης και της φιλοσοφίας λύνοντας το αίνιγμα του χρόνου». Πράγματι, όπως εξομολογείται ο ίδιος, ήδη από το 1937, φοιτητής ακόμη, γοητευμένος από τη φιλοσοφία συνέλαβε το φιλοσοφικό πρόβλημα του χρόνου, το οποίο και διατύπωσε σε τρεις μικρές εργασίες δημοσιευμένες σε ένα φοιτητικό περιοδικό. Αυτό αποτέλεσε το έναυσμα για τη μετέπειτα ερευνητική του δουλειά στον τομέα της θερμοδυναμικής, χάρη στην οποία τιμήθηκε με το βραβείο Νομπέλ Χημείας πριν από 26 χρόνια.
Εκείνο που αξίζει να προσέξουμε ιδιαίτερα εδώ είναι ότι η πορεία που ακολούθησε η σκέψη του μεγάλου αυτού πνευματικού ανθρώπου, που σημάδεψε με το έργο του τον 20ό αιώνα, παρουσιάζει μια εκπληκτική αναλογία με την πορεία εξέλιξης όλου του δυτικού πνεύματος: φιλοσοφικός στοχασμός - ανάπτυξη επιστημονικής-πειραματικής έρευνας - κατάλυση των στεγανών των επί μέρους επιστημών - υπέρβαση των ορίων της επιστήμης - ενοποίηση της γνώσης μέσα από τον φιλοσοφικό στοχασμό.
Πράγματι, το έργο του Ιλια Πριγκοζίν στο σύνολό του προσφέρει έμπρακτα σε όσους βλέπουν με καχυποψία τον διάλογο μεταξύ φιλοσοφίας και επιστήμης, ένα εξαιρετικά σημαντικό σημείο συνάντησης. Μέσα από το πειραματικό του έργο αναδείχθηκαν έννοιες με βαθύτατα φιλοσοφικό ενδιαφέρον, όπως αυτές της απροσδιοριστίας και των δυναμικών συστημάτων αυτοοργάνωσης της ύλης καθώς και η έννοια του χρόνου, η οποία αποτελεί ένα από τα συναρπαστικότερα θέματα που απασχόλησαν την επιστήμη κατά τους τελευταίους τρεις αιώνες, αλλά και τη φιλοσοφική σκέψη ήδη από την εποχή των προσωκρατικών φιλοσόφων.
* Το πρόβλημα του χρόνου
Στο ερώτημα «Ποια είναι η φύση του χρόνου;» ο Ιλια Πριγκοζίν με το πρωτοποριακό του έργο στα θερμοδυναμικά συστήματα μακράν της ισορροπίας έφερε στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος τον εξαιρετικά σημαντικό ρόλο που παίζει το βέλος του χρόνου, η διάκριση δηλαδή μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος μέσα στον φυσικό κόσμο.
Εδώ θα μπορούσε να αναρωτηθεί κανείς: Γιατί είναι τόσο σημαντική η ιδέα του βέλους του χρόνου; Δεν έχουμε όλοι συνείδηση της μη αναστρέψιμης ροής του χρόνου, όπου το παρελθόν είναι δεδομένο και το μέλλον ανοιχτό; H απάντηση είναι η εξής: Παρά το γεγονός ότι όλοι γνωρίζουμε από την εμπειρία μας πως στις φυσικές διαδικασίες ο χρόνος ακολουθεί μία μόνο κατεύθυνση, από το παρελθόν προς το μέλλον, εν τούτοις κατά τους τελευταίους τρεις αιώνες η ιδέα της μη αναστρεψιμότητας του χρόνου αποκλείστηκε από τους νόμους της φυσικής. Με την κυριαρχία της νευτώνειας μηχανικής το σύνολο του φυσικού κόσμου αντιμετωπίστηκε σαν μια τεράστια μηχανή, όπου κυριαρχεί ο ντετερμινισμός και όπου ο κόσμος είναι συμμετρικός ως προς τον χρόνο. Σε ένα τέτοιο μοντέλο η περιγραφή του κόσμου καταλήγει σε μια ταυτολογία, εφόσον τόσο το μέλλον όσο και το παρελθόν εμπεριέχονται στο παρόν. Με άλλα λόγια, το βιβλίο της ιστορίας του Σύμπαντος έχει ήδη γραφεί και δεν υπάρχει περιθώριο για το καινοφανές, το απρόβλεπτο και το γίγνεσθαι μέσα στη φύση.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το πρόβλημα του χρόνου το συνέδεσε ο Πριγκοζίν με το δίλημμα του ντετερμινισμού όχι μόνο στη νεότερη και σύγχρονη επιστήμη αλλά και στην αρχαιότητα. Αναφέρεται έτσι στο εγχείρημα του Επίκουρου να σπάσει τον ντετερμινισμό της δημοκρίτειας θεωρίας με την «παρέγκλισιν» των ατόμων και τονίζει ιδιαίτερα το γεγονός ότι ο Ηράκλειτος υπήρξε ο πρώτος φιλόσοφος που υποστήριξε την ιδέα του γίγνεσθαι της φύσης, κάτι το οποίο, κατά τον Πριγκοζίν, κλείνει μέσα του τον σπόρο της ιδέας του βέλους του χρόνου.
Η σύνδεση αυτή του γίγνεσθαι με τον χρόνο αποτελεί μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα επισήμανση, που μας φέρνει στην καρδιά του προβλήματος. Εκείνο όμως που λείπει από το ταξίδι του Πριγκοζίν, αναφορικά με το θέμα του χρόνου, πίσω στην αρχαία ελληνική σκέψη είναι η αναφορά στον Αριστοτέλη, ο οποίος ήταν ο πρώτος φιλόσοφος στην αρχαιότητα που ασχολήθηκε με έναν τρόπο συστηματικό και ουσιαστικό με το πρόβλημα του χρόνου. Για τον λόγο αυτόν στόχος μου στο παρόν πόνημα είναι να επιχειρήσω μια σύνδεση του έργου του Πριγκοζίν με τον σταγειρίτη φιλόσοφο.
* Το γίγνεσθαι της φύσης
Σε αντίθεση προς τις θεωρίες των προκατόχων του, του Παρμενίδη, του Ζήνωνα και του Δημόκριτου, οι οποίοι απέρριπταν την ιδέα της μεταβολής, της ανάπτυξης και του γίγνεσθαι μέσα στη φύση, ο Αριστοτέλης υποστήριξε ότι στον φυσικό κόσμο συντελείται μέσα στον χρόνο πραγματική μεταβολή ποιοτήτων, γένεσις και φθορά, ένα διαρκές γίγνεσθαι. Για τον Σταγειρίτη, δηλαδή, ο κόσμος έχει μια θεμελιώδη χρονική δομή, κάθε διαδικασία έχει εγγενή χρονικά μέρη και σχέσεις που αποτελούν ουσιαστικό στοιχείο της πραγματικότητάς της. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να γίνει πλήρως κατανοητή, αν δεν λάβουμε υπόψη μας τη χρονική της δομή. Ας δούμε όμως τα πράγματα με συντομία από την αρχή.
Θα πρέπει κατ' αρχήν να τονίσουμε το γεγονός ότι η ιδέα της κίνησης βρίσκεται στην καρδιά της αριστοτελικής φυσικής φιλοσοφίας, εφόσον ο Σταγειρίτης ταυτίζει τα «φύσει» με τα «κινούμενα». Με άλλα λόγια, η κίνηση, με την έννοια της μεταβολής και του γίγνεσθαι, είναι αυτό το οποίο προσπαθεί να κατανοήσει με όρους της φύσης. Τι είδους όμως κίνηση είναι αυτή; Για να δώσουμε απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι ανάγκη να κατανοήσουμε πρώτα τον τρόπο που αντιλαμβάνεται την ύλη ο σταγειρίτης φιλόσοφος, και πιο συγκεκριμένα αυτό που αποκαλεί πρώτην ύλην.
* Η αριστοτελική «πρώτη ύλη»
Ο Αριστοτέλης, ο οποίος, δεν πρέπει να ξεχνούμε, είναι ο πρώτος φιλόσοφος στην αρχαιότητα που μετέφερε τη συζήτηση για την ύλη σε ένα καθαρά φιλοσοφικό επίπεδο, δεν μπορούσε να μείνει ικανοποιημένος με μια ανάλυση της ύλης που θα περιοριζόταν στον χώρο της εμπειρίας. Προσπάθησε λοιπόν να βρει την πιο θεμελιώδη και βασική διάστασή της σε ένα βαθύτερο επίπεδο φυσικής πραγματικότητας, το οποίο θα προσέφερε το σταθερό υπόστρωμα όλων των μεταβολών που συντελούνται στον φυσικό κόσμο.
Η πρώτη ύλη, λοιπόν, για τον Σταγειρίτη είναι το έσχατο υποκείμενον κάθε πράγματος και το σταθερό υπόστρωμα κάθε μεταβολής, ακόμη και της γενέσεως και της φθοράς. Η ίδια δεν γεννιέται ούτε πεθαίνει. Είναι ωστόσο το θεμελιώδες υλικό των ατομικών, καθέκαστον ουσιών, χωρίς η ίδια να έχει χωριστή ύπαρξη. Τέλος, η ύλη καθεαυτή δεν είναι αντιληπτή με τις αισθήσεις και δεν έχει χαρακτηριστικά γνωρίσματα. Είναι απολύτως «άμορφη» και στερείται κάθε προσδιορισμού. Είναι αυτό που απομένει όταν «απογυμνωθεί» από όλους τους προσδιορισμούς της.
Επιπλέον, όπως παρατηρεί ο Αριστοτέλης, «η ύλη υπάρχει δυνάμει, διότι μπορεί ν' αποκτήσει τη μορφή. Αλλά όταν υπάρχει εν ενεργεία, τότε βρίσκεται στη μορφή». Εκείνο που έχει ιδιαίτερη σημασία εδώ είναι το γεγονός ότι ο Σταγειρίτης ταυτίζει την ύλην με την δύναμιν. Οπως φαίνεται να δηλώνει, η πρώτη ύλη είναι ταυτόσημη με το δυνάμει ον· αποτελεί, δηλαδή, θα μπορούσαμε να πούμε, μια δυνάμει πραγματικότητα (Μετ. 1045b 18-20). Με την έννοια αυτή η ύλη γίνεται η οντολογική βάση του δυναμικού μοντέλου της αριστοτελικής φιλοσοφίας της φύσης, εφόσον θεωρημένη ως δύναμις προσφέρει το σταθερό υπόστρωμα για όλες τις δυνατότητες που μπορούν να πραγματωθούν στο μέλλον.
Στο σημείο αυτό αποκαλύπτεται η κρίσιμη σχέση που συνδέει την αριστοτελική ύλη με τη μορφή, τη δύναμη με την ενέργεια. H μετάβαση κάθε φορά από την εν δυνάμει στην εν ενεργεία κατάσταση αποτελεί μια πραγματική διαδικασία που συντελείται μέσα στη φύση και χαρακτηρίζεται από τον Σταγειρίτη ως κίνηση, με την έννοια της ποιοτικής μεταβολής, της γένεσης και της φθοράς.
Στον ορισμό ακριβώς αυτόν είναι σαφής η εξαιρετικά πρωτότυπη αντιμετώπιση από τον Αριστοτέλη της κίνησης. H μετάβαση από τη δύναμη στην ενέργεια εκφράζει για τον Σταγειρίτη μια εσωτερική μορφή κίνησης, η οποία αποτελεί το ουσιώδες συστατικό του πραγματικού ρόλου που παίζει η ύλη στο αριστοτελικό μοντέλο του φυσικού κόσμου. H ύλη όχι μόνο δεν είναι μια έννοια κενή περιεχομένου, αλλά είναι η πηγή και η κινητήρια δύναμη του γίγνεσθαι της φύσης.
* H σύνδεση χρόνου και κίνησης
Η σύνδεση αυτή της εσωτερικής κίνησης και μεταβολής με την ύλη και τη φύση αποτελεί το κρίσιμο σημείο στο οποίο εισάγεται ο χρόνος για να συμπληρώσει το σκηνικό. Ο χρόνος, δηλαδή, συνδέεται από τον Αριστοτέλη με έναν τρόπο άμεσο και ουσιαστικό με την κίνηση. Ετσι, στα Φυσικά ο Σταγειρίτης παρατηρεί: «... φανερόν ότι ουκ έστιν άνευ κινήσεως και μεταβολής χρόνος» («είναι φανερό ότι δεν υπάρχει χρόνος χωρίς κίνηση και μεταβολή»).
Αν όμως έχουν έτσι τα πράγματα, τότε τι μπορούμε να πούμε ότι είναι ο χρόνος; Η απάντηση του Σταγειρίτη, η οποία έχει συζητηθεί ιδιαίτερα από τους μελετητές του, είναι η εξής: «Τούτο γάρ εστι ο χρόνος, αριθμός κινήσεως κατά το πρότερον και ύστερον» («Διότι αυτό είναι ο χρόνος, η αρίθμηση της κίνησης σύμφωνα με το πριν και το μετά»).
Πρόκειται για ένα εξαιρετικής σημασίας χωρίο, όπου εμφανίζεται ανάγλυφη η εσωτερική σχέση χρόνου και κίνησης. Ο χρόνος είναι αυτός ο εγγενής χαρακτήρας της κίνησης που επιτρέπει την αρίθμηση των διαδοχικών καταστάσεων, οι οποίες σημαδεύονται από μια σαφή διάκριση μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος. Μπορούμε έτσι να υποστηρίξουμε ότι ο Σταγειρίτης εγκαινιάζει εδώ τη θεωρητική θεμελίωση της ιδέας του βέλους του χρόνου και της ασυμμετρίας μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος, που συνδέονται με το νυν.
«Το δε νύν εστι συνέχεια χρόνου, ώσπερ ελέχθη - συνέχει γαρ τον χρόνον τον παρελθόντα και εσόμενον...»).
Ετσι, το αριστοτελικό μοντέλο της φύσης, το οποίο οικοδομείται με βάση τα στοιχεία που παρακολουθήσαμε ως εδώ, έχει ένα σαφή δυναμικό χαρακτήρα, που εκφράζεται με το διαρκές πέρασμα από την εν δυνάμει στην εν ενεργεία κατάσταση. Στο πλαίσιο αυτό και η ύλη, το υποκείμενον της μεταβολής, έχει έναν δυναμικό χαρακτήρα, διότι κλείνει μέσα της την κίνηση. Τέλος, η κίνηση είναι αλληλένδετη με τον χρόνο, ο οποίος πάντα κυλάει προς τα μπρος, από το παρελθόν προς το μέλλον, και είναι απόλυτα συνυφασμένος με το γίγνεσθαι του φυσικού κόσμου.
Αυτό λοιπόν το βέλος του χρόνου, που πρώτος διατύπωσε με έναν τρόπο συστηματικό ο Αριστοτέλης, στηριγμένος στην απλή παρατήρηση της εμπειρίας, αλλά κυρίως στον φιλοσοφικό στοχασμό, έχει αποκτήσει ιδιαίτερη βαρύτητα μέσα από την πειραματική έρευνα του Ιλια Πριγκοζίν στον χώρο της θερμοδυναμικής, όπου υψηλά ασταθή δυναμικά συστήματα φαίνεται να εδραιώνουν την κίνηση του χρόνου προς μία κατεύθυνση και τη διάκριση μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος.
* Ο δεύτερος νόμος της θερμοδυναμικής
Θα προχωρήσουμε τώρα στην εξέταση της θεωρίας του Ιλια Πριγκοζίν για το βέλος του χρόνου. Για να γίνουν όμως κατανοητές οι έννοιες που αποτελούν τον βασικό κορμό της θεωρίας του, είναι χρήσιμο να δούμε πρώτα εν συντομία κάποιες βασικές έννοιες της θερμοδυναμικής.
Θα πρέπει κατ' αρχήν να πούμε ότι η θερμοδυναμική μελετά τον μακροσκοπικό κόσμο της εμπειρίας. Είναι δηλαδή η επιστήμη που εξηγεί πώς δουλεύει η ατμομηχανή, πώς κρυώνει ο καφές στο φλιτζάνι, πώς αναπτύσσονται οι έμβιοι οργανισμοί κ.ο.κ. Σε όλα αυτά τα φαινόμενα η ροή του χρόνου γίνεται εμφανής στην τάση του συστήματος να περνάει από την τάξη προς την αταξία. Αν πάρουμε, για παράδειγμα, ένα φλιτζάνι καφέ και ρίξουμε μέσα γάλα, παρατηρούμε μια έντονη κινητικότητα καθώς τα μόρια του καφέ έχουν την τάση να αναμειγνύονται με τα μόρια του γάλακτος. Εκείνο που έχει ιδιαίτερη σημασία εδώ είναι ότι πρόκειται για μια διαδικασία η οποία δεν μπορεί ποτέ να γυρίσει προς τα πίσω. Ετσι, οι φυσικές διαδικασίες, όπου υπάρχει μια συνεχής απώλεια ενέργειας με τη μορφή θερμότητας, είναι μη αναστρέψιμες. Αυτή ακριβώς την ιδέα εκφράζει ο περίφημος δεύτερος νόμος της θερμοδυναμικής: Σύμφωνα με τον νόμο αυτόν, οποιαδήποτε φυσική διαδικασία συμβαίνει σε ένα απομονωμένο σύστημα θα πρέπει να συνοδεύεται από την αύξηση της εντροπίας. Η εξέλιξη ακριβώς αυτή, που δεν πάει ποτέ προς τα πίσω αλλά μόνο προς τα μπρος, αποτελεί μια σαφή ένδειξη του βέλους του χρόνου.
Οταν τώρα η μοριακή εντροπία φθάσει στον μέγιστο βαθμό, όταν λ.χ. η κατανομή των μορίων στο φλιτζάνι με τον καφέ και το γάλα γίνει ομοιόμορφη, τότε λέμε ότι το μείγμα βρίσκεται στην κατάσταση της ισορροπίας. Εδώ χάνεται η δυνατότητα για περισσότερη ανάμειξη. Κάτι ανάλογο ισχύει και για ολόκληρο το Σύμπαν, το οποίο αποτελεί ένα απομονωμένο σύστημα. Ετσι, όταν η εντροπία του Σύμπαντος φθάσει στη μέγιστη τιμή, στην κατάσταση δηλαδή της θερμοδυναμικής ισορροπίας, θα επέλθει ο λεγόμενος θερμικός θάνατος. Ολα αυτά, θα πρέπει να θυμόμαστε, ισχύουν σύμφωνα με τον δεύτερο νόμο της θερμοδυναμικής και αφορούν συστήματα που βρίσκονται σε κατάσταση ισορροπίας.
* Από την αταξία στην τάξη
Χάρη στις έρευνες όμως του Ιλια Πριγκοζίν μπορούμε να πούμε ότι δεν είναι τα πράγματα πάντα έτσι, δεν είναι δηλαδή απαραίτητο πάντα στην πορεία ανάπτυξης των συστημάτων να συντελείται μια πορεία από την τάξη προς την αταξία: μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις, κατά τον Πριγκοζίν, το βέλος του χρόνου να είναι μια πηγή τάξης. Με άλλα λόγια, μέσα από την αταξία μπορεί να πηγάσει η τάξη με τη μορφή της αυτοοργάνωσης.
Πώς όμως είναι δυνατόν να συμβεί κάτι τέτοιο; πώς μπορούν οι μη αναστρέψιμες διαδικασίες να προκαλέσουν την αυτοοργάνωση; Η απάντηση του Πριγκοζίν, που θα δούμε στη συνέχεια, φανερώνει - όπως ο ίδιος επισημαίνει - τον δεσμό που υπάρχει ανάμεσα στο βέλος του χρόνου και στη δυνατή ανάπτυξη των δομών. Αυτό, όπως διευκρινίζει, είναι κάτι που μπορεί να συμβεί με έναν τρόπο εντυπωσιακό στα συστήματα μακράν της ισορροπίας, όπου «το σύστημα αρχίζει να εξερευνά νέες δομές, νέα είδη χωροχρονικής οργάνωσης», που με ένα όνομα ονομάζονται δομές έκλυσης. Τέτοιες είναι αυτές που πραγματοποιούνται στις χημικές αντιδράσεις, οι οποίες όσο βρίσκονται σε κατάσταση ισορροπίας είναι γραμμικές.
Οταν όμως ένα χημικό σύστημα, το οποίο προηγουμένως βρισκόταν σε κατάσταση ισορροπίας, φθάσει πέρα από ένα σημείο κρίσιμης απόστασης από την ισορροπία, εμφανίζεται το εξής εκπληκτικό φαινόμενο: μια διχαλωτή διακλάδωση κάνει την εμφάνισή της και τότε η χημική αντίδραση πρέπει να «κάνει μια επιλογή» ως προς τον δρόμο που θα ακολουθήσει. Δεν είναι δηλαδή δυνατόν εκ των προτέρων να γνωρίζουμε ή να προβλέψουμε ποιο από τα δύο μονοπάτια θα επιλέξει κάθε φορά.
Στο σημείο ακριβώς αυτό το σύστημα αρχίζει να εμφανίζει νέες δομές, νέα είδη χωροχρονικής οργάνωσης. Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα διχαλωτής διακλάδωσης είναι αυτό που προκύπτει όταν θερμάνουμε ένα λεπτό στρώμα υγρού ανάμεσα σε δύο γυαλιά. Η θερμότητα μπορεί να προκαλέσει τη δημιουργία οργάνωσης με τη μορφή σχημάτων κερήθρας (εξάγωνα κουτάκια). Οσο μεγαλύτερη μάλιστα είναι η παροχή θερμότητας τόσο πιο εξωφρενική είναι η ταχύτητα των μορίων του υγρού που θερμαίνεται. Η θερμοκρασία στην οποία εμφανίζονται τα εξαγωνικά σχήματα είναι το σημείο διακλάδωσης. Εδώ το θερμοδυναμικό σύστημα μπορεί να επιλέξει τον δρόμο που θα ακολουθήσει. Οταν μάλιστα τα κλαδιά είναι περισσότερα από δύο, τότε προκύπτει μια πολύ απρόβλεπτη συμπεριφορά, γνωστή ως ντετερμινιστικό χάος. Εδώ ανοίγεται ένα εκθαμβωτικό φάσμα συμπεριφορών λόγω των αναρίθμητων δυνατών καταστάσεων. H συμπεριφορά αυτή περιγράφεται από τον «παράξενο ελκυστή», ο οποίος είναι κάτι σαν στόχος για το βέλος του χρόνου.
* H συνάντηση των στοχαστών
Με βάση λοιπόν τα ανωτέρω, στα θερμοδυναμικά συστήματα η εικόνα που παρουσιάζεται είναι η εξής: Σε καταστάσεις μακράν της ισορροπίας η ύλη μπορεί να συμπεριφερθεί με θαυμαστούς τρόπους, όπου εμφανίζονται περιπτώσεις αυτοοργάνωσης, αυθόρμητης ανάπτυξης συστημάτων και δομών· όλα αυτά συνοδεύονται από την εμφάνιση απείρων δυνατοτήτων και επιλογών, που καθιστούν μη προβλέψιμη τη μελλοντική εξέλιξη του συστήματος. Καταλύεται έτσι η έννοια του ντετερμινισμού της νευτώνειας φυσικής, το μέλλον αποκτά ένα χαρακτήρα δημιουργικής ελευθερίας, η ύλη εμφανίζει ένα δυναμικό χαρακτήρα και απαλλάσσεται από τους περιορισμούς της κλασικής αντίληψης της αδρανούς ύλης.
Τέλος, εκείνο που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι ότι στη δυναμική αυτή εικόνα του φυσικού κόσμου ο χρόνος αποβαίνει ένα εγγενές στοιχείο των διαδικασιών μέσα από τις οποίες ανοίγεται ένας άπειρος κόσμος δυνατοτήτων. Εδώ ακριβώς βρίσκεται το σημείο συνάντησης του φυσικού μοντέλου του Ιλια Πριγκοζίν με την αριστοτελική φυσική φιλοσοφία. Δεν θα ήταν δυνατόν, φυσικά, να υποστηρίξει κανείς μια ομοιότητα στις λεπτομέρειες ανάμεσα στις δύο θεωρίες. Το εκπληκτικό όμως στην περίπτωση αυτή είναι οι αναλογίες που διαπιστώνονται μέσα από την ανάλυση της δομής και των κατηγοριών, με βάση τις οποίες οι δύο στοχαστές επιχειρούν να διερευνήσουν την έννοια του χρόνου: Ο χρόνος είναι πραγματικός και είναι συνυφασμένος με το γίγνεσθαι του φυσικού κόσμου. Για να κατανοήσουμε λοιπόν τη φύση του χρόνου θα πρέπει να καταλάβουμε ότι δεν υπάρχει χρόνος χωρίς γίγνεσθαι, και ταυτόχρονα ότι χρόνος και γίγνεσθαι θεμελιώνονται πάνω σε έναν κόσμο άπειρων δυνατοτήτων, έναν κόσμο ανοιχτό στο μέλλον.
H κυρία Δήμητρα Σφενδόνη-Μέντζου είναι καθηγήτρια της Φιλοσοφίας της Επιστήμης στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου