Για όνομα Θεού! Αχ ,ελάτε κοντά μου! Πεθαίνω!
-Τώρα έρχομαι […]
– Τώρα, τώρα, ξανάπε παίρνοντας το τσεκούρι με το δεξί του χέρι. Κι ακούμπησε τον δείχτη του αριστερού του χεριού πάνω στο κούτσουρο. Σήκωσε αμέσως το τσεκούρι ψηλά και το κατέβασε χτυπώντας λίγο παρακάτω από τη δεύτερη άρθρωση. Τύλιξε αμέσως το ακρωτηριασμένο του δάχτυλο με την άκρη του ράσου του και το ακούμπησε σφιχτά πάνω στο μερί του. Ξαναμπήκε τότε στην σπηλιά και σταματώντας απέναντι στην γυναίκα, χαμήλωσε τα μάτια του.
~ΚΛΕΙΔΕΣ~
Οι δύο βασικές κλείδες για τη κατανόηση των έργων του Λέων Τολστόι είναι οι εξής:
~Πρώτον, η έννοια που δίνει ο Τολστόι σε αυτό που αποκαλεί «αναζήτηση του Θεού». Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με την ερμηνεία που δίνει ο ίδιος στο έργο του «Η Θρησκεία μου»:
«Ο νόμος της ανθρώπινης ζωής είναι τέτοιος ώστε η βελτίωση της, εξίσου καλή για το άτομο όσο και για την κοινωνία, μόνον διά της εσωτερικής ηθικής τελειοποίησης είναι δυνατή. Όσες προσπάθειες των ανθρώπων για τη βελτίωση της ζωής τους αρκέστηκαν στην επιφάνεια και δεν προχώρησαν σε βάθος, όχι μόνο δεν την καλυτέρευσαν, αλλά είχαν το αντίθετο αποτέλεσμα. Πιστεύω ότι η αληθινή ευτυχία του ανθρώπου έγκειται στην αγάπη των ομοίων του. Η ανάπτυξη της αγάπης θα συντελέσει όσο καμία άλλη δύναμη στην καταπολέμηση της διχόνοιας, εγκαθίδρυση της ομόνοιας, της αλήθειας, της αδελφότητας όλων των ανθρώπων… Να τι είναι η θρησκεία μου και σε τι έγκειται η ουσία της… Ο άνθρωπος δεν μπορεί να γίνει τέλειος και αναμάρτητος, δεν μπορεί να προσεγγίσει την τελειότητα, παρά βαθμηδόν και λίγο λίγο. Η προσωπική προσπάθεια του ανθρώπου να προσεγγίσει την τελειότητα αποτελεί ολόκληρο το νόημα και τη χαρά της ζωής του.» (1)
~Δεύτερον, η κατανόηση ότι δεν υπάρχει ένας Τολστόι, αλλά πολλοί. Πιο συγκεκριμένα , ενδεικτική είναι η εξήγηση του Λουνατσέρκι:
«Σε σχέση με τον ίδιο, τα πρόσωπα των μυθιστορημάτων του είναι φύλλα και καρποί πάνω στο ίδιο δένδρο. Σάρκα από τη σάρκα του, αλλά κάθε έργο του, αντιπροσωπεύει μόνο ένα μέρος, μια στιγμή, μια φάση της ζωής του… Η βιογραφία του Τολστόι είναι σκόρπια στα γραπτά του. Μια πρώτη ιδέα αποκτάμε από τα μυθιστορήματα και τα διηγήματα του, από τη γνωριμία του με τους ήρωες του.» (2)
«Ο Πάτερ Σέργιος», είναι το τελευταίο έργο του Λέων Τολστόι και κυκλοφόρησε το 1911, μετά το θάνατο του. Πρόκειται περί μίας μικρής νουβέλας μόλις 80 σελίδων που ο ίδιος δούλεψε για πάνω από δέκα χρόνια και συμπυκνώνει όλες τις φιλοσοφικές του ανησυχίες: την αναζήτηση της απόλυτης αλήθειας, του νοήματος της ζωής, την προσέγγιση του Θεού και τον στοχασμό πάνω στην πίστη.
Η ιστορία εξελίσσεται στα μέσα του περασμένου αιώνα, όπου ένας όμορφος ευγενής και εύελπις, ο Στέπαν Καζάτσκη, πού έχει μια λαμπρή καριέρα μπροστά του, μαθαίνει ξαφνικά πώς η μνηστή του έχει σχέσεις με τον τσάρο Νικόλαο τον Α’. Ή μεγάλη του απογοήτευση τον οδηγεί στην αποστροφή των εγκόσμιων. Ή αφοσίωση του στον τσάρο μεταστρέφεται και γίνεται έντονη προσήλωση στο θείο. Κλείνεται σε μοναστήρι όπου μετονομάζεται σε πατέρα Σέργιο. Το ανήσυχο πνεύμα του καθώς και οι αμφιβολίες για την επιλογή του, τον οδηγούν σε ένα ερημητήριο και στη πλήρη απομόνωση. Αλλά κι εκεί δεν μπορεί να γλυτώσει από τα ερεθίσματα της έξω ζωής. Μια κακομαθημένη αριστοκράτισσα, στη διάρκεια μιας εκδρομής, προσπαθεί να τον σκανδαλίσει ερωτικά. Εκείνος προτιμά να κόψει το δάκτυλο του παρά να υποκύψει. Στη συνέχεια, χρίζεται από την εκκλησία ένα είδος λαϊκού αγίου και οι άνθρωποι συρρέουν κατά εκατοντάδες κοντά του, περιμένοντας ένα θαύμα σαν λύση στα προβλήματα τους. Μέσα από αυτήν την διαδικασία έρχεται και η κοινωνική συνειδητοποίηση του. Ό Σέργιος αντιλαμβάνεται την ανεπάρκεια του να βοηθήσει ουσιαστικά τους συνανθρώπους του. Πάνω που η ανησυχία και οι αμφιβολίες τον κυριεύουν, εισβάλλει στην ζωή του και πάλι ο ερωτικός πειρασμός , για να τον συνδέσει με την πραγματικότητα. Μια νέα και «άρρωστη» μικροαστή τον προκαλεί ερωτικά…
Η δύναμη της νουβέλας και το κεντρικό της νόημα βρίσκονται στην επισήμανση, ότι η αποχώρηση από τα εγκόσμια με την πρόφαση της σωτηρίας από τους διαφόρους πειρασμούς, αποτελεί σφάλμα, αφού οι πειρασμοί όχι μόνο παραμένουν, αλλά αποκτούν και μορφές αφύσικες και αποκρουστικές. Όλο το έργο διαπνέεται από τον πειρασμό του αισθησιακού πάθους όπου ο Τολστόι τον χρησιμοποιεί για να υποδείξει ότι εάν δεν υπάρχει μια βαθύτερη, ψυχική προσέγγιση στις σχέσεις άντρα και γυναίκας, ο άνθρωπος γίνεται στάχτη στις φλόγες του δίχως να ευτυχίσει. Σιωπηρά καταδικάζει τον μοναχισμό και διδάσκει που μπορεί να οδηγήσει το άτομο ή υπερβολική πίστη στον εαυτό του, ή ακατάσχετη φιλοπρωτία και ή εξωστρέφεια. Στον Πατέρα Σέργιο καθρεφτίζεται η ψυχή του Τολστόι με περισσότερη καθαρότητα απ’ ό,τι σε οποιοδήποτε άλλο έργο του. Στις αδυναμίες, τις φιλοδοξίες, τις απογοητεύσεις και τους θριάμβους του πρωταγωνιστή αναγνωρίζουμε τις σκέψεις, τα συναισθήματα, τους προβληματισμούς και τις επιλογές του μεγάλου κλασικού. Ο συγγραφέας δίνει στον ήρωα του όλο το πάθος και τη δύναμη που έκρυβε και ο ίδιος, τον κάνει να βιώσει με την ίδια ένταση την αίσθηση του ανικανοποίητου, την αμφιβολία και την απόγνωση, τελικά όμως τον βάζει ν’ αναζητήσει τη λύτρωση που για κείνον έμοιαζε αδύνατη, δίνοντας έτσι την δική του διέξοδο στα ανθρώπινα πάθη και το αντίτιμο τους. Η νουβέλα αυτή, δεν μας αποκαλύπτει απλώς τη φιλοσοφία του Τολστόι αλλά και τους λόγους που ώθησαν τούτη την αινιγματική φυσιογνωμία να επιλέξει, στο τέλος της ζωής του, τη φυγή.
Ο Νίκος Καζαντζάκης αναφέρει χαρακτηριστικά στο «Ιστορία της Ρωσικής Λογοτεχνίας»:
«Το πιο αποκαλυπτικό έργο της εποχής τούτης του Τολστόι είναι ο Πάτερ Σέργιος· πίσω από τον οδυνηρό προφήτη Σέργιο ξεχωρίζεις τη σπαρακτική φυσιογνωμία του Τολστόι. Ο Σέργιος είναι αξιωματικός, φεύγει τη ματαιότητα του κόσμου, γίνεται μοναχός, μα πέφτει σε νέους, ανηθικότερους πειρασμούς. Οι άνθρωποι τον θεωρούν άγιο κι αυτός μέσα του κολακεύεται κι επιχειρεί να παίξει τον προφήτη. Όμοια και Τολστόι, όπως και ο Σέργιος, είχε αρχίσει να θεωρείται προφήτης από χιλιάδες πιστούς. Απ΄όλον τον κόσμο αποτείνονταν σ΄αυτόν και του ζητούσαν να τους δείξει το δρόμο της σωτηρίας. Η Γιάσναϊα Πολιάνα επί έτη έγινε το ψυχικό κέντρο της γης… Όσο περισσότερο έβλεπε ο Τολστόι να γίνεται ο ηθικός φάρος της ανθρωπότητας, τόσο περισσότερο υπόφερε βλέποντας πόσο ζει στην ψευτιά, πόσο είναι δειλός και δεν τολμά να εφαρμόσει ό,τι κηρύττει.» (3)
~ΛΕΩΝ ΤΟΛΣΤΟΪ~
Ο Λέων Τολστόι γεννήθηκε στη Γιάσναγια Πολιάνα το 1828 και πέθανε το 1910 από πνευμονία στην περιοχή Αστάποβο σε ηλικία 82 ετών.Σπούδασε στο πανεπιστήμιο του Καζάν από το 1844 ως το 1847. Προσπάθησε να βρει το αληθινό νόημα του Χριστιανισμού, πιστεύοντας πως σκοπός της ζωής δεν είναι να εξυπηρετεί την κατώτερη ζωική φύση, αλλά τη φωτεινή δύναμη, που βρίσκεται στα βάθη της ανθρώπινης ψυχής και η οποία βοηθάει τον άνθρωπο να αναγνωρίζει το αγαθό. Εκτός όμως από αυτές τις αντιλήψεις, ο Τολστόι κατάφερε ν’ απεικονίσει με απαράμιλλο τρόπο τη ρωσική κοινωνία της εποχής του και με την αναπαραστατική δύναμη της τέχνης του να δώσει εκπληκτικούς πίνακες από τη ζωή της τσαρικής Ρωσίας του 19ου αιώνα. Αν και καταγόταν από πλούσια οικογένεια, αφοσιώθηκε με μεγάλη αγάπη στους μουζίκους, βοηθώντας τους και μελετώντας τη ζωή τους. Γεμάτος θρησκευτική έξαρση και δεμένος με τα προβλήματα της εποχής του, προσπάθησε να βρει γιατί υποφέρουν οι άνθρωποι και προσπάθησε να απελευθερώσει τον άνθρωπο και να αποκαταστήσει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Ως καλλιτέχνης ο Τολστόι διακρίνεται για τη βαθιά γνώση των κρυφών πτυχών της ψυχής και την άμεση καθαρότητα του αισθήματος. Το έργο του είχε τεράστια σημασία και άσκησε γόνιμη επίδραση στη ρωσική και στην παγκόσμια λογοτεχνία. Στον πόλεμο της Κριμαίας πήρε μέρος ως αξιωματικός του πυροβολικού και του απονεμήθηκαν πολλές ανώτερες διακρίσεις. Ο αποτροπιασμός για τις φρικαλεότητες του πολέμου αυτού καθρεφτίστηκε στα «Διηγήματα της Σεβαστούπολης(1855-1859)». Στα διηγήματα αυτά ο Τολστόι δείχνει φανατικά την έχθρα του προς τον πόλεμο και παράλληλα εγκωμιάζει τον ηρωισμό των συμπατριωτών του στρατιωτών. Από το τέλος της δεκαετίας 1850-1860 ο Τολστόι εγκαταστάθηκε στη Γιάσναγια Πολιάνα, άνοιξε σχολείο για τα αγροτόπαιδα και ίδρυσε το περιοδικό «Γιάσναγια Πολιάνα». Προηγουμένως ταξίδεψε στη Γαλλία, Ελβετία, Ιταλία και Γερμανία. Στα 1862 ο Τολστόι παντρεύτηκε τη Σοφία Αντρέγιεβνα Μπερς. Με τα θρησκευτικά κείμενά του ήρθε σε αντιδικία με την εκκλησία της Ρωσίας, η οποία τον απέβαλε από τις τάξεις της το 1901.
(1) Λέων Τολστόι, «Η Θρησκεία μου» σελ 108
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου