Μια δεύτερη ευκαιρία στη ζωή...❀
Με
την Μαργαρίτα γνωριζόμαστε από μωρά παιδιά. Μαζί τρέχαμε ανέμελοι και
μας κυνηγούσαν οι μανάδες μας γιατί σπάσαμε το βάζο με το γλυκό. Μαζί
πήγαμε δημοτικό, γυμνάσιο και έπειτα λύκειο... Μαζί κάναμε το πρώτο μας
τσιγάρο-και το τελευταίο, αφού συμφωνήσαμε ότι ήταν χάλια. Μαζί ζήσαμε
μια ολόκληρη ζωή, πριν καταρρεύσουν όλα σε μία στιγμή. Έγινε τυχαία...
Ήταν μια συνηθισμένη μέρα
όπως όλες οι άλλες. Περάσαμε ήσυχα και βαρετά το πεντάωρο στο σχολείο,
οι καθηγητές έκανα απεργία εκείνη την Παρασκευή. Ανεβήκαμε μέχρι το
Μοναστηράκι με το μετρό γα να χαζέψουμε κόσμο και κυρίως –αυτό δεν το
ξερε η Μαργαρίτα- για να αγοράσω εισιτήρια για τη βραδινή συναυλία του
αγαπημένου της συγκροτήματος.
Έτσι με μια δικαιολογία του τύπου: Πάω να μιλήσω στην όμορφη ξανθιά που μόλις μπήκε στο απέναντι κατάστημα,
την άφησα σύξυλη να πίνει το φραπέ της. Με τη Μαργαρίτα είχαμε σύστημα
σε κάτι τέτοια, ω ναι. Πρώτα βολιδοσκοπούσαμε το χώρο για πιθανά
«θύματα», έπειτα άρχιζε το ψηστήρι και τέλος αν δεν έπιανε για να μην
φάμε «Χ» δίναμε να εννοηθεί στο εν λόγω θύμα ότι εγώ τα είχα με τη
Μαργαρίτα ή εκείνη μαζί μου- ανάλογα τη κατάσταση.
Την
άφησα λοιπόν και μπήκα μέσα στο μαγαζί όπου είχα την ελπίδα να βρω
εισιτήρια της τελευταίας στιγμής. Εδώ και δυο βδομάδες προσπαθούσα να τα
πάρω και όλο κάτι γινόταν και τα έχανα: Μία θα χαλούσε η βέσπα, άλλη θα
έπρεπε να κάτσω παραπάνω στο φροντιστήριο και άλλες απλά δεν είχα καλές δικαιολογίες για να μην υποψιαστεί. Τελικά με τα πολλά, σήμερα ήταν η τυχερή μου μέρα!
Βγήκα
αγέρωχος από το κατάστημα και πήγα στο τραπέζι μας, όπου ως συνήθως
άκουγε Πυξ Λαξ. «Κάποια μέρα θα ακούσεις υπερβολικά πολύ και θα τους
βαρεθείς της είπα χαμογελώντας.» «Ούτε στον αιώνα τον άπαντα.» απάντησε
και μου έβγαλε τη γλώσσα. Μετά σοβαρεύτηκε, ανακάθισε και ρώτησε:
«Λοιπόν ενικήσαμεν; Που θα έλεγε και ο αγαπημένος μας φιλόλογος –γέλασε-
το πήρες το νούμερο της ομορφονιάς;» Την
κοίταξα, «Ε κάτι πήρα και εγώ, αλλά δεν είναι νούμερο.» Της είπα και
ακούμπησα τα εισιτήρια πάνω στο τραπέζι…« Όσο για τους Πυξ Λαξ θα
κάνουμε σήμερα το πείραμα. »Γύρισε προς το μέρος μου και τότε έκρηξη .
«Σώπα
ρε! Στεφανάκο μου, Νούλη μου Στεφανούλη μου πήρες εισιτήρια για τη
συναυλία τους; Λατρεία μου πόσο σ’ αγαπώ, μα είσαι τόσο καλό παιδάκι..»
Και όσο συνεχιζόταν το λογύδριο με αγκάλιαζε και με φιλούσε. Κάποια
στιγμή που είχαμε γίνει θέαμα ενός γέρου που σταυροκοπιόταν και
μονολογούσε για το πόσο έχουν αλλάξει οι εποχές, της είπα: «Αν με
σκάσεις δε σε πάω πουθενά.» Γούρλωσε λίγο και ξανακάθισε
αναψοκοκκινισμένη και με μάτια τεράστια από τον ενθουσιασμό. Φαινόταν
τόσο υγιής.
Το
βράδυ πέρασα να την πάρω στις 21.00 μμ, βαμμένη και απαστράπτουσα σαν
να βγήκε από φωτογράφηση. «Πώπω, ας κλείσει κάποιος τον προβολέα
στραβώθηκα.» Είπα και της έδωσα το χέρι μου να ανέβει στη βέσπα. Με
χτύπησε παιχνιδιάρικα, «σε συγχωρώ γιατί είσαι γλυκούλης.» Μου είπε και
ανέβηκε. Μέσα σε δέκα λεπτά ήμασταν στο στάδιο Οάκα… Ο δρόμος πήχτρα και
εμείς καθότι πολύ τυχεροί -για να το θέσω ευγενικά- βρήκαμε να
παρκάρουμε ανάμεσα σε ένα κάδο και ένα αμάξι..
Τη
βοήθησα να κατέβει και αφού προμηθευτίκαμε τα απαραίτητα: μπουκαλάκια
νερό, μπλουζάκια, φακούς και φυσικά χοτ ντογκ από τη γωνιακή καντίνα,
προχωρήσαμε. "Κάποια στιγμή θα σκάσεις μου είπε και φούσκωσε τα μάγουλα
της επιδεικτικά." Δεν πτοήθηκα, τελείωσα το δεύτερο χοτ ντογκ μου κι
κατέβασα το ένα μπουκαλάκι πριν προχωρήσω πιο μέσα. Ως συνήθως όλοι οι
έξυπνοι θέλοντας να έχουν θέα, στριμώχνονταν μπροστά. Μα να ένα μυστικό,
όταν οι άλλοι δεν βλέπουν ούτε φιγούρα μπροστά στη σκηνή,οι πίσω τη
περνάνε τζάμι. Και θέα στο κοινό και δεν κουφαίνεσαι και βλέπεις τέλεια
το συγκρότημα.
Η
ώρα περνούσε νερό, οι Πυξ Λαξ τα έδιναν όλα στη σκηνή και η Μαργαρίτα
είχε βγάλει τα πνευμόνια της όταν κάποια στιγμή κάπου στο τελευταίο
τραγούδι λιποθύμησε. Πρώτη φορά λιποθυμούσε η Μαργαρίτα και εγώ μόνο
μια φορά αισθάνθηκα τόσο αβοήθητος, όταν είδα το χρώμα να κυλά από το
πρόσωπο της. Οι γύρω μας σχημάτισαν ένα κύκλο και τη πήρα στα χέρια,
χρειαζόταν αέρα κάποιος είχε φωνάξει και εγώ έσπευσα να της τον δώσω. Τη
ξαπλώσαμε κάτω, της σηκώσαμε τα πόδια και κάποιος έβαλε κάτι που μύριζε
περίεργα κάτω από τη μύτη της. Καθώς περιμέναμε το ασθενοφόρο
παρατήρησα το σημείο που είχε ανασηκωθεί λίγο η μπλούζα της. Η κοιλιά
της ήταν ένα βαθύ κόκκινο μοβ, τρόμαξα.
Το
ασθενοφόρο την πήρε και ο γιατρός μετά από μια σειρά εξετάσεων,
συμπέρανε εσωτερική αιμορραγία στην κοιλιακή χώρα εξαιτίας νεφρικής
ανεπάρκειας. Η μητέρα της έπεσε στην αγκαλιά του άντρα της κλαίγοντας
γοερά. Τους είχα ειδοποιήσει και ήρθαν μαζί με τη μητέρα μου. Ο γιατρός
συνέχισε, λέγοντας πως αν δεν έβρισκε μόσχευμα σύντομα θα πέθαινε. Ενώ
τις απέμεναν δύο με τρεις μήνες ζωής, ανάλογα με το πόση αντοχή θα είχε
στον πόνο.
Έχασα τη γη κάτω από
τα πόδια μου... Άκουσα την κυρία Αναστασία να κλαίει και μετά κενό...
Έπαψα να ζω για μένα. Από τη στιγμή που άκουσα τα τελευταία λόγια του
γιατρού μέχρι τη στιγμή του τέλους εγώ ζούσα για την Μαργαρίτα. Ήθελα
αυτοί οι μήνες να μη διαφέρουν καθόλου, να μην τη κάνουν να αισθανθεί
άρρωστη ή ότι αυτό είναι το τέλος. Την πήραμε από το νοσοκομείο, αφού
και να την κρατούσαν δε θα απάλυνε ο πόνος της και οι γιατροί ήταν
ανίκανοι να τη βοηθήσουν χωρίς μόσχευμα. Ήρθε σπίτι και συμπεριφερόταν
σαν να μην είχε μόλις ακούσει ότι επρόκειτο να πεθάνει. Η αγαπημένη μας
Μαργαρίτα πάντα δυνατή-με τη στάση της- παρηγορούσε εμάς.
Δύο μήνες πέρασαν σαν
νερό, της έμεναν λιγότερο από τριάντα μέρες ζωής και εκείνη αν και είχε
τα χάλια της, δεν θέλησε να μπει στο νοσοκομείο και διατηρούσε ακόμα το
χαμόγελό της αν και με κόπο. Εγώ όπως και οι γονείς της έκανα αγώνα
δρόμου, δυστυχώς οι γονείς της δεν ήταν συμβατοί και μέχρι στιγμής δεν
είχε βρεθεί δωρητής. Εμένα αν και είχα οριακά μόλις κλείσει τα δεκαοχτώ
δεν με έπαιρναν ούτε για εξέταση. Βλέπετε, μια τέτοια εξέταση είναι και
επίπονη και ήταν εξαιρετικά απίθανο να είμαι συμβατός... Όμως αντλώντας
δύναμη από την ίδια την κοπέλα, δεν έχανα το κουράγιο μου. Δυστυχώς
όμως, όσο προσπαθούσα -μάταια- τις τελευταίες μέρες να περνάμε
φυσιολογικά, όλο κάτι συνέβαινε.
Τελικά φτάσαμε στη
τελευταία εβδομάδα, οι γονείς και συγγενείς της Μαργαρίτας έλιωναν μέρα
με τη μέρα όπως εκείνη και εγώ πέθαινα μαζί της τόσο από τύψεις όσο και
από τη σκέψη της απώλειας. Δεν θα άντεχα να ζήσω χωρίς τον φύλακα άγγελο
μου, την αδερφή και κολλητή μου. Έτσι πήρα τη κατάσταση στα χέρια μου.
Έπεισα την ίδια να νοσηλευτεί -αν και δεν ξέρω αν λειτούργησαν τα
παρακάλια ή οι φωνές μου. Εξήγησα στη μαμά μου την κατάσταση και εκείνη
με τη σειρά της αν και με φόβο, υπέγραψε την υπεύθυνη δήλωση για να
γίνει η εξέταση. Ήξερε ότι αν δεν έκανα την εξέταση θα έμενα πάντα με
ένα "γιατί" που θα με έτρωγε.
Η εξέταση κράτησε
μερικές ώρες και το αποτέλεσμα δεν άργησε να έρθει. Σαν διάβασα ξανά και
ξανά, για να βεβαιωθώ τα δάκρυα μου μούσκεψαν το χαρτί. Ήμουν συμβατός,
η Μαργαρίτα θα σωνόταν. Όταν το είπα στους γονείς όλοι πρόβαλλαν
αντίρρηση τόσο οι δικοί μου, μα κυρίως οι δικοί της..« Στεφανέ μου, η
Μαργαρίτα δεν θα ήθελε να διακινδυνεύσεις..» Τους κοίταξα και
απάντησα,« κανένα πρόβλημα δε χρειάζεται να το μάθει. Δεν πρόκειται να
την αφήσω να πεθάνει, όταν μπορώ να τη σώσω. » « Ο πατέρας της με
αγκάλιασε, αγόρι μου σε ευχαριστώ πολύ, δεν θα μπορέσω ποτέ να σου
ανταποδώσω..» Το ίδιο βράδυ η Μαργαρίτα ωχρή στο κρεβάτι της
πληροφορήθηκε ότι βρέθηκε δότης. Εκείνο το βράδυ δεν έπρεπε να φάει
τίποτα, αύριο θα έμπαινε χειρουργείο. Όχι δηλαδή ότι αν δεν έμπαινε θα
έτρωγε, αλλά τέλος πάντων.. Της έκανα παρέα, κοιμηθήκαμε αγκαλίτσα,
μιλώντας και γελώντας για το τι θα έτρωγε και τι θα έκανε μετά την
εγχείρηση.« Μαραθώνιο ξεκούρασης » είπα και ως ανταμοιβή εισέπραξα ένα
μαξιλάρι. Μόνο με τη σκέψη πως θα ζούσε φαινόταν ήδη υγιής.
Το χειρουργείο
ετοιμάστηκε ο ασθενής μπήκε, ναρκώθηκε και ακολούθησε ο δωρητής. Η όλη
διαδικασία κράτησε ένα γεμάτο οχτάωρο, υπήρξαν επιπλοκές, όμως οι δυο
καρδιές ήταν πολύ δυνατές για να λυγίσουν. Αυτή τη στιγμή, δύο χρόνια
μετά οι δυο φίλοι έχουν κάτι ακόμα να τους ενώνει. Μια ουλή, που η
Μαργαρίτα παρατήρησε ένα μήνα μετά το χειρουργείο. Η αντίδρασή της τους
εξέπληξε. Τον σκυλόβρισε κλαίγοντας για την θυσία και τον κίνδυνο που
έβαλε τη ζωή του και μετά με βρεγμένα μάτια έπεσε πάνω του και τον
αγκάλιασε, ευχαριστώντας τον. Έτσι τέλειωσε η ιστορία μας, όχι με το
τέλος μια ζωής, αλλά μιας καταιγίδας και ήρθε η λιακάδα στις καρδιές
των ηρώων μας.
Τα δυο παιδιά έχουν
μεγαλώσει και πηγαίνουν πλέον Πανεπιστήμιο. Ιατρική και οι δύο,
καθώς γνωρίζουν πως όσο περνάει από το χέρι τους, δεν θα δουν σε κανενός
άλλου τα μάτια την απελπισία των δικών τους. Θα κάνουν το κόσμο
καλύτερο γιατί έχουν μια δεύτερη ευκαιρία στη ζωή...
Όλοι έχουμε δικαίωμα σε μια δεύτερη
ευκαιρία. Τα γεγονότα της ιστορίας είναι πλασματικά, όμως κάπου εκεί έξω
ένας άνθρωπος χρειάζεται τη βοήθεια μας. Ας μην του την αρνηθούμε!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου