Αυτό
το άρθρο του Λένιν που δημοσιεύτηκε στη «Ζβέζντα», αρ 6, 22 Ιανουαρίου
1911, με υπογραφή Ν. Λένιν, όπως και στα «Άπαντα», τόμος XVII,
σελ 49-53. Φωτίζει κάποια σοβαρά σημεία του λενινισμού, δείχνει πως
αυτός είναι συνέχεια, αλλά δεν ταυτίζεται με το μαρξισμό, είναι ένα καλό
παράδειγμα πολιτικής ανάλυσης που αναδεικνύει τις πολιτικές πλευρές
ενός έργου τέχνης, ή, για να είμαστε πιο ακριβείς, κατά πόσο η Τέχνη
είναι και πολιτική.
Η εποχή
που ανήκει ο Λέων Τολστόι και που αντικαθρεφτίζεται τόσο ανάγλυφα στα
λαμπρά λογοτεχνικά έργα και στη διδασκαλία του, αρχίζει από
το 1861 και τελειώνει το 1905. Στην πραγματικότητα ο Τολστόι άρχισε τη
λογοτεχνική του σταδιοδρομία νωρίτερα από την εποχή αυτή και την
τέλειωσε αργότερα, αλλά ήταν στη διάρκεια αυτής της περιόδου, που η
μεταβατική της φύση προσέδωσε όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των έργων
του Τολστόι και του τολστοϊσμού, που αυτός ωρίμασε και σαν καλλιτέχνης
και σα στοχαστής.
Με το Λέβιν, έναν ήρωα στην «Άννα Καρένινα», ο Τολστόι διατύπωσε πολύ
ζωηρά τη φύση της αλλαγής, που συντελέστηκε τα τελευταία πενήντα χρόνια
στη ρώσικη ιστορία.
«…Μιλήστε για τη συγκομιδή, για τους νοικιασμένους εργάτες και για τόσα
άλλα που, καθώς ο Λέβιν ήξερε, ήταν συνήθεια να τα θεωρούν σα φτηνά…
τώρα φάνηκε στο Λέβιν πως αυτό ήταν το μόνο σπουδαίο γεγονός. Αυτό δεν
είναι ίσως σπουδαίο στο καθεστώς της δουλείας ή στην Αγγλία. Στις δύο
αυτές περιπτώσεις οι συνθήκες είναι συγκεκριμένες∙ αλλά εδώ που σήμερα
τα πάντα ανατράπηκαν συθέμελα και μόλις τώρα αρχίζουν να
ξανασχηματίζονται, το ζήτημα με ποιο τρόπο θα ξαναδιαμορφωθούν αυτές οι
συνθήκες, είναι το μόνο σπουδαίο ζήτημα στη Ρωσία, ονειροπολούσε ο
Λέβιν» (Άπαντα, τόμος Χ, σελ. 137).
«Εδώ στη Ρωσία τα πάντα ανατράπηκαν συθέμελα»∙ δύσκολα μπορούμε να
φανταστούμε ένα πιο κατάλληλο χαρακτηρισμό της περιόδου 1861-1905. Τι
«ανατράπηκε συθέμελα» είναι οικείο ή τουλάχιστον καλά γνωστό στον κάθε
Ρώσο. Ήταν η δουλεία και όλη η «παλιά τάξη» που την ακολούθησε. Το «πως
θα ξαναδιαμορφωθούν» είναι ολότελα άγνωστο, ξένο και ακατανόητο στη
μεγάλη μάζα του πληθυσμού. Ο Τολστόι κατανόησε αόριστα αυτή την αστική
τάξη των πραγμάτων «που μόλις τώρα ξανασχηματίζεται» στη μορφή ενός
σκιάχτρου της Αγγλίας. Πραγματικά σκιάχτρο, γιατί ο Τολστόι, να το πούμε
έτσι, απορρίπτει αρχικά οποιαδήποτε προσπάθεια να αναζητήσει τα
γνωρίσματα του κοινωνικού συστήματος σε αυτή την «Αγγλία», τη σχέση
ανάμεσα σε αυτό το σύστημα και στην κυριαρχία του κεφαλαίου, το ρόλο που
έπαιξε το χρήμα, την άνοδο και την ανάπτυξη της συναλλαγής. Σαν τους
ναροντνικούς1,
αρνείται να παρατηρήσει, κλείνει τα μάτια του και διώχνει τη σκέψη πως
εκείνο που σχηματίζεται στη Ρωσία δεν είναι τίποτε άλλο από το αστικό
κεφάλαιο.
Είναι αλήθεια πως, αν δεν ήταν το «μόνο σπουδαίο» ζήτημα, θα ήταν
οπωσδήποτε ένα από τα πιο σπουδαία ζητήματα από την άποψη των άμεσων
σκοπών όλης της κοινωνικής και πολιτικής δραστηριότητας στη Ρωσία της
περιόδου 1861-1905 (ακόμα και στις μέρες μας), το τι «σχήμα» θα έπαιρνε
αυτό το σύστημα, που πήρε εξαιρετικά ποικίλες μορφές στην «Αγγλία»,
Γερμανία, Αμερική, Γαλλία και σε τόσες άλλες χώρες. Αλλά μια τέτοια
ακριβής και συγκεκριμένη ιστορική τοποθέτηση του ζητήματος ήταν κάτι
ολότελα ξένο προς τον Τολστόι. Αυτός συλλογίζεται αφηρημένα, αναγνωρίζει
μόνο την άποψη των «αιώνιων» αρχών της ηθικής, της αιώνιας αλήθειας της
θρησκείας και αποτυχαίνει να καταλάβει, πως αυτή η άποψη είναι βασικά
το ιδεολογικό αντικαθρέφτισμα της παλιάς τάξης (που αναποδογυρίστηκε),
της φεουδαρχικής τάξης των πραγμάτων, του τρόπου ζωής των ανθρώπων της
Ανατολής.
Στη «Λουκέρνη» (που γράφτηκε το 1857), ο Τολστόι διακήρυχνε πως, το να
αναγνωρίσεις τον «πολιτισμό» σαν ευεργέτημα είναι μια «φανταστική
αντίληψη» που «καταστρέφει την ενστικτώδη, την πιο ευτυχή, πρωτόγονη
ανάγκη της ανθρώπινης φύσης, για το καλό». «Έχουμε ένα μόνο αλάθητο
οδηγό», αναφωνούσε ο Τολστόι, «το παγκόσμιο πνεύμα, που μας διαποτίζει»
(Άπαντα τόμος ΙΙ σελ. 125).
Στο «Η σκλαβιά των καιρών μας» (που γράφτηκε το 1900) ο Τολστόι
επαναλαμβάνοντας αυτά τα πράγματα με ακόμα μεγαλύτερο ζήλο επικαλείται
το παγκόσμιο πνεύμα, διακηρύχνει ότι η πολιτική οικονομία είναι μια
«ψευτοεπιστήμη», γιατί παίρνει σαν «υπόδειγμα» τη «μικρή Αγγλία, όπου οι
συνθήκες ήταν εξαιρετικά ασυνήθιστες», αντί να παίρνει σαν υπόδειγμα
«τις συνθήκες των ανθρώπων ολόκληρου του κόσμου, όπως μας τις δίνει η
παγκόσμιος ιστορία». Σαν τι είναι αυτός «ο ολόκληρος κόσμος» μας το
αποκαλύπτει στο άρθρο «Πρόοδος και ορισμός της εκπαίδευσης» (1862). Ο
Τολστόι δεν παραδέχεται τη γνώμη των «ιστορικών» ότι η πρόοδος είναι
«ένας γενικός νόμος της ανθρωπότητας» αναφέροντας τα «όλα όσα είναι
γνωστά στην Ανατολή» (Άπαντα τόμος IV σελ. 162). Ο Τολστόι λέει πως «δεν
υπάρχει κανένας γενικός νόμος της προόδου», «και αυτό αποδεικνύεται από
τον εφησυχασμό των λαών της Ανατολής».
Στο πραγματικό του ιστορικό περιεχόμενο, ο τολστοϊσμός είναι μια
ιδεολογία ανατολίτικης και ασιάτικης τάξης. Από εδώ και ο ασκητισμός, η
μη αντίσταση στο κακό, τα έκδηλα σημάδια απαισιοδοξίας, η πεποίθηση πως
«όλα είναι ένα τίποτε, όλα είναι ένα υλικό τίποτε» («Η σημασία της
ζωής», σελ. 52) και η πίστη στο «πνεύμα», στην «αρχή των πάντων», ότι ο
άνθρωπος, σε σχέση με αυτή την αρχή, είναι αποκλειστικά και μόνο ένας
«εργάτης… που του παραχωρήθηκε το καθήκον να σώσει την ψυχή του» κ.τ.λ. Ο
Τολστόι στο πνεύμα της ίδιας αυτής ιδεολογίας λέει στο έργο του «Η
σονάτα Κρόυτσερ»: «Η απελευθέρωση της γυναίκας δεν έχει καμιά σχέση με
τα κολλέγια και τα πανεπιστήμια, αλλά με την κρεβατοκάμαρα». Σε άρθρο
του πάλι, που γράφτηκε το 1862, λέει πως τα πανεπιστήμια προετοιμάζουν
«νευρικούς, αρρωστιάρηδες φιλελεύθερους» που για «το λαό δε χρησιμεύουν
σε τίποτε», που «έχουν χάσει κάθε επαφή με το προηγούμενο περιβάλλον
τους» που «δε βρίσκουν θέση στη ζωή» κ.τ.λ. (Άπαντα τόμος IV, σελ.
136-137).
Η απαισιοδοξία, η μη αντίσταση, οι επικλήσεις στο «πνεύμα», όλα αυτά
φτιάχνουν μια ιδεολογία πολύ γνωστή την εποχή που όλη η παλιά τάξη των
πραγμάτων «είχε ανατραπεί συθέμελα» και οι μάζες, που αναθρέφτηκαν κάτω
από αυτή την παλιά τάξη, που δέχτηκαν μαζί με το μητρικό γάλα και τις
αρχές, τις συνήθειες, τις παραδόσεις και τις πεποιθήσεις αυτής της
τάξης, δε βλέπουν και δεν μπορούν να δουν ποιο το είδος της νέας τάξης
που «σχηματίζεται», ποιες κοινωνικές δυνάμεις τη «σχηματίζουν» και πως,
ποιες κοινωνικές δυνάμεις είναι σε θέση να τους απαλλάξουν πραγματικά
από τους ανυπολόγιστους και τρομερούς κινδύνους και αυτό είναι το
χαρακτηριστικό της εποχής των «αναταραχών».
Η περίοδος του 1862-1904 στη Ρωσία ήταν ακριβώς μια τέτοια περίοδος
αναταραχής, μια περίοδος όπου, ενώ η παλιά τάξη αντρώθηκε μπροστά στα
μάτια μας, δε θα ξανακυριαρχήσει, μια περίοδος όπου το μόνο που
σχηματιζόνταν ήταν το νέο σύστημα∙ οι κοινωνικές δυνάμεις που σχημάτιζαν
το νέο σύστημα για πρώτη φορά φανερώθηκαν το 1905 σε πανεθνικό επίπεδο,
σε δημόσια μαζική δράση στους πιο ποικίλους τομείς. Και τα γεγονότα του
1905 στη Ρωσία, επαναλήφθηκαν σε μια σειρά από χώρες της «Ανατολής»,
που τον «εφησυχασμό» τους ανάφερνε ο Τολστόι το 1862. Το 1905 σημάδεψε
την αρχή του τέλους του «ανατολίτικου» εφησυχασμού. Για αυτό ακριβώς το
λόγο ο χρόνος αυτός σήμαινε το ιστορικό τέλος του τολστοϊσμού, το τέλος
μιας εποχής που μεσουρανούσε η διδασκαλία του Τολστόι, που ήταν
αναπόφευκτη όχι σαν κάτι το ατομικό, σαν καπρίτσιο ή φαντασιοπληξία,
αλλά σαν ιδεολογία των συνθηκών ζωής κάτω από τις οποίες βρέθηκαν
εκατομμύρια και εκατομμύρια άνθρωποι για μια πραγματικά μεγάλη περίοδο.
Η θεωρία του Τολστόι είναι, βέβαια, ουτοπική και από την άποψη του
περιεχομένου της αντιδραστική στην πιο ακριβή και πιο βαθιά σημασία της
λέξης. Αλλά το γεγονός αυτό, φυσικά, δε σημαίνει πως η θεωρία αυτή δεν
ήταν σοσιαλιστική ή πως αυτή δεν εμπεριέχει μεγάλο αριθμό στοιχείων
κριτικής, που μπορούν να προμηθεύσουν πολύτιμο υλικό για τη διαφώτιση
των προοδευτικών τάξεων.
Υπάρχουν διάφορες παραλλαγές του σοσιαλισμού. Υπάρχει ο σοσιαλισμός της
τάξης που πρόκειται να αντικαταστήσει την αστική τάξη, σε όσες χώρες
ισχύει ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής∙ υπάρχει πάλι ο σοσιαλισμός,
που εκφράζει την ιδεολογία των τάξεων που πρόκειται να αντικατασταθούν
από την αστική τάξη. Για παράδειγμα, ο φεουδαρχικός σοσιαλισμός, είναι ο
σοσιαλισμός αυτής της τελευταίας μορφής, που η φύση του εκτιμήθηκε εδώ
και πολύ καιρό, πριν από 60 και πάνω χρόνια, από το Μαρξ, μαζί με την
εκτίμησή του και για τις άλλες μορφές του σοσιαλισμού*2.
Κάτι περισσότερο, τα κριτικά στοιχεία είναι ενσωματωμένα στην ουτοπική
θεωρία του Τολστόι, όπως ακριβώς και σε πολλά ουτοπικά συστήματα. Δεν
πρέπει όμως να ξεχνάμε την βαθιά παρατήρηση του Μαρξ πως η σημασία των
κριτικών στοιχείων του κριτικού-ουτοπικού σοσιαλισμού «βρίσκεται σε
αντίστροφη αναλογία με την ιστορική εξέλιξη»3.
Στο βαθμό που η δράση των κοινωνικών δυνάμεων «διαμορφώνει» τη νέα
Ρωσία και την απαλλάσσει από τα σημερινά κακά, αναπτύσσει και παίρνει
έναν ορισμένο χαρακτήρα, στον ίδιο βαθμό ο κριτικός-ουτοπικός
σοσιαλισμός «χάνει κάθε πρακτική αξία, κάθε θεωρητική δικαιολογία»4.
Πριν από εικοσιπέντε χρόνια, τα κριτικά στοιχεία της θεωρίας του Τολστόι
είχαν κάποια πρακτική αξία για μερικά τμήματα του πληθυσμού παρά τα
αντιδραστικά και ουτοπικά τους γνωρίσματα. Λέμε, ότι ήταν αδύνατο αυτή η
κατάσταση να ήταν η ίδια στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, γιατί η
ιστορική εξέλιξη έφερε μια θαυμαστή πρόοδο ανάμεσα στα 1880 και στο
τέλος του περασμένου αιώνα.
Στις μέρες μας, από τότε που μια σειρά γεγονότων, που αναφέρθηκαν
παραπάνω, έφερε το τέλος του «ανατολίτικου» εφησυχασμού, στις μέρες που
οι αντιδραστικές απόψεις της «Βιέχα» (αντιδραστικές από στενό,
εγωιστικό, ταξικό πνεύμα) εξαπλώθηκαν τόσο πλατιά στην αστικοφιλελεύθερη
τάξη και που οι ίδιες απόψεις μόλυναν ακόμα και ένα μέρος πρώην
μαρξιστών και που δημιούργησαν τη λικβινταριστική τάση5∙
στις μέρες μας, κάθε προσπάθεια να εξιδανικεύσουν τη διδασκαλία του
Τολστόι, να δικαιώσουν ή να μετριάσουν το σύνθημά του «για τη μη
αντίσταση στο κακό», την επίκλησή του στο «πνεύμα», τις εκκλήσεις του
για «ηθική αυτοτελείωση», το κήρυγμά του για τον ασκητισμό και την
απομόνωση του ανθρώπου στα ησυχαστήρια, τη θεωρία του για τη
«συνείδηση», την καθολική «αγάπη» κ.τ.λ., φέρνει την πιο άμεση και
μεγάλη βλάβη.
Β. Ι. Λένιν
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
* Φεουδαρχικός, μικροαστικός, γερμανικός ή «αληθινός», συντηρητικός ή
αστικός, κριτικός ουτοπικός σοσιαλισμός είναι οι μορφές του σοσιαλισμού
που εξετάζονταν από τον Καρλ Μαρξ και το Φρίντριχ Ένγκελς, στο ΙΙΙ μέρος
του «Κομμουνιστικού μανιφέστου».
- Ναροντνικοί: οπαδοί του ναροντνικισμού, πολιτικού ρεύματος της Ρωσίας, που ιδρύθηκε το 1870. Τα βασικά σημεία της κοσμοαντίληψής τους ήταν η άρνηση του ηγετικού ρόλου της εργατικής τάξης στο επαναστατικό κίνημα και η λαθεμένη αντίληψη πως τη σοσιαλιστική επανάσταση μπορούν να την κάνουν οι μικροϊδιοκτήτες και οι αγρότες. Θεωρούσαν τις κοινότητες των χωριών σα μια επιβίωση του φεουδαρχισμού και της δουλείας στην ύπαιθρο, σαν πυρήνα της μέλλουσας σοσιαλιστικής κοινωνίας. Ο σοσιαλισμός των ναροντνικών ήταν ουτοπικός σοσιαλισμός, γιατί δε βασιζόταν στην πραγματική εξέλιξη της κοινωνίας και ήταν μονάχα φρασεολογικός, όνειρα και ευγενείς προθέσεις. Στα 1880-1890 οι ναροντνικοί συμβιβάστηκαν με τον τσαρισμό και άρχισαν να εκφράζουν τα συμφέροντα των κουλάκων, παλεύοντας σκληρά ενάντια στο μαρξισμό.
- Στο «Κομμουνιστικό μανιφέστο», των Καρλ Μαρξ και Φρίντριχ Ένγκελς, μέρος ΙΙΙ, σελ. 73.
- ό.π. σελ. 73.
- ό.π. σελ. 73.
Λικβινταριστές: οπορτουνίστικο ρεύμα που αναπτύχθηκε ανάμεσα στους
μενσεβίκους σοσιαλδημοκράτες μετά την ήττα της επανάστασης του 1905-07.
Οι λικβινταριστές ζητούσαν τα διάλυση του παράνομου εργατικού κόμματος
της εργατικής τάξης και την αντικατάστασή του από ένα οπορτουνιστικό
κόμμα που να δρα νόμιμα μέσα στα τσαρικά πλαίσια. Ο Λένιν και άλλοι
μπολσεβίκοι ξεσκέπασαν αυτή την προδοσία της υπόθεσης της επανάστασης.
Οι λικβινταριστές δεν πέτυχαν ποτέ την υποστήριξη των αγροτών και
εκδιώχτηκαν από το κόμμα μετά την 6η πανρώσικη συνδιάσκεψη του ΣΔΕΚΡ που συνήλθε στην Πράγα το 1912.
GREEK NEWS BLOG http://greeceactuality.wordpress.com/
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Λέων Τολστόι (ρωσικά Лев Николаевич Толстой - Λεβ Νικολάιεβιτς Τολστόι) Ρώσος συγγραφέας.
Γεννήθηκε στη Γιάσναγια Πολιάνα το 1828 και από το 1844 ως το 1847 σπούδασε στο πανεπιστήμιο του Καζάν. Προσπάθησε να βρει το αληθινό νόημα του Χριστιανισμού,
πιστεύοντας πως σκοπός της ζωής δεν είναι να εξυπηρετεί την κατώτερη
ζωική φύση, αλλά τη φωτεινή δύναμη, που βρίσκεται στα βάθη της
ανθρώπινης ψυχής και η οποία βοηθάει τον άνθρωπο να αναγνωρίζει το
αγαθό. Εκτός όμως από αυτές τις αντιλήψεις, ο Τολστόι κατάφερε ν'
απεικονίσει με απαράμιλλο τρόπο τη ρωσική κοινωνία της εποχής του και με
την αναπαραστατική δύναμη της τέχνης του να δώσει εκπληκτικούς πίνακες
από τη ζωή της τσαρικής Ρωσίας του 19ου αιώνα. Αν και καταγόταν από
πλούσια οικογένεια, αφοσιώθηκε με μεγάλη αγάπη στους μουζίκους,
βοηθώντας τους και μελετώντας τη ζωή τους. Γεμάτος θρησκευτική έξαρση
και δεμένος με τα προβλήματα της εποχής του, προσπάθησε να βρει γιατί
υποφέρουν οι άνθρωποι και προσπάθησε να απελευθερώσει τον άνθρωπο και να
αποκαταστήσει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Ως καλλιτέχνης ο Τολστόι
διακρίνεται για τη βαθιά γνώση των κρυφών πτυχών της ψυχής και την άμεση
καθαρότητα του αισθήματος. Το έργο του είχε τεράστια σημασία και άσκησε
γόνιμη επίδραση στη ρωσική και στην παγκόσμια λογοτεχνία.
Στον πόλεμο της Κριμαίας πήρε
μέρος ως αξιωματικός του πυροβολικού και του απονεμήθηκαν πολλές
ανώτερες διακρίσεις. Ο αποτροπιασμός για τις φρικαλεότητες του πολέμου
αυτού καθρεφτίστηκε στα «Διηγήματα της Σεβαστούπολης(1855-1859)».
Στα διηγήματα αυτά ο Τολστόι δείχνει φανατικά την έχθρα του προς τον
πόλεμο και παράλληλα εγκωμιάζει τον ηρωισμό των συμπατριωτών του
στρατιωτών. Από το τέλος της δεκαετίας 1850-1860 ο Τολστόι εγκαταστάθηκε στη Γιάσναγια Πολιάνα, άνοιξε σχολείο για τα αγροτόπαιδα και ίδρυσε το περιοδικό «Γιάσναγια Πολιάνα». Προηγουμένως ταξίδεψε στη Γαλλία, Ελβετία, Ιταλία και Γερμανία.
Στα 1862 ο Τολστόι παντρεύτηκε τη Σοφία Αντρέγιεβνα Μπερς. Το 1863 τέλειωσε το διήγημά του «Οι Κοζάκοι», στο οποίο απεικόνισε τους ανθρώπους και τη φύση του Καυκάσου. Από το 1863 ως το 1869 ασχολήθηκε με τη συγγραφή του μυθιστορήματος «Πόλεμος και Ειρήνη».
Το έργο αυτό αποτελεί έξοχη απεικόνιση της ζωής και των συνθηκών της
Ρωσίας στην περίοδο των ναπολεόντειων πολέμων. Το βάθος της ψυχολογικής
ανάλυσης, η αριστοτεχνική απεικόνιση ανθρώπινων μορφών και τοπίων και ο
πλούτος της γλώσσας, κάνουν το «Πόλεμος και Ειρήνη» ένα από τα κορυφαία επιτεύγματα της ρεαλιστικής πεζογραφίας του 19ου αιώνα. Στο άλλο του μεγαλειώδες μυθιστόρημα, την «Άννα Καρένινα» (1873),
αντικατοπτρίζεται ανάμεσα στα άλλα η τραγωδία μιας γυναίκας που έπεσε
θύμα της ψεύτικης και απάνθρωπης ηθικής της κοινωνίας. Η δύναμη του
κριτικού ρεαλισμού του Τολστόι εκδηλώθηκε στις σελίδες του
μυθιστορήματός του «Ανάσταση» (1889). Ο Τολστόι έγραψε και θεατρικά έργα όπως «Το κράτος της ζόφου», «Το ζωντανό πτώμα», «Οι καρποί της Παιδείας» (κωμωδία). Άλλα έργα του στα οποία εκφράζεται η ιδιότυπη θρησκευτικότητά του είναι «Ο θάνατος του Ιβάν Ιλίτς» (1884), «Αφέντης και δούλος» (1895), «Τι πιστεύω», «Τι να κάνουμε λοιπόν» και η περίφημη πραγματεία του «Τι είναι τέχνη». Με τα θρησκευτικά κείμενά του ήρθε όμως σε αντιδικία με την εκκλησία της Ρωσίας, η οποία τον απέβαλε από τις τάξεις της το 1901.[1]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου