Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2018

«Δεν απελπίζεται η ζωή όσο υπάρχει, κι ας απελπίζεται ο άνθρωπος»ράφει η Ελένη Γαραντούδη //



Λίγες σκέψεις για το μυθιστόρημα της Ελένης Γκίκα «Η ωραία της νύχτας», εκδ. Διάπλαση

Πόσες φορές, ως θεατές ή αναγνώστες άγριων φονικών,  δεν νιώσαμε ‘θύτες’ αλλά και ‘θύματα’ μιας εμπορευματικής εκμετάλλευσης του θέματος της βίας και συγχρόνως την ανάγκη μας να αντισταθμίσουμε τη φρίκη με κάτι πιο ουσιαστικό κι ανθρώπινο; Παρακολουθώντας τα στερεότυπα και τα κλισέ των μέσων μαζικής επικοινωνίας για ένα κοινό που ‘διψάει για αίμα’, την επιπόλαιη αντιμετώπισή τους, την επιτηδευμένη θλίψη τους, την δήθεν αμήχανη στάση τους απέναντι στο αποτρόπαιο, πόσες φορές δεν αισθανθήκαμε ζωτική κι επείγουσα την ανάγκη να εμβαθύνουμε στην ανθρώπινη ψυχή με τον τρόπο που μόνο η λογοτεχνία μπορεί να πετύχει;
Αυτή την ανάγκη να υπερβούμε τους εύκολους χαρακτηρισμούς, την αδιέξοδη και ανέξοδη κριτική και καταδίκη, την αμηχανία μας εν τέλει απέναντι στο ‘διαφορετικό’, στον τρόμο και στη βία του, έρχεται να ικανοποιήσει στο ακέραιο η εν θερμώ γραπτή εμπλοκή με το δύσκολο θέμα των φόνων, μιας έμπειρης δημοσιογράφου και συγγραφέως, της Ελένης Γκίκα, που τολμά να καταπιαστεί με τις δραματικές ιστορίες ζωντανών και πεθαμένων ανθρώπων του τόπου της, χωρίς να βουλιάξει από το βάρος του εγχειρήματος, χαρίζοντάς μας ένα πολύτιμο μυθιστόρημα-μαρτυρία της σχέσης τόπου και τρόπου (1), αληθινής ζωής και λογοτεχνικής πραγματικότητας.
Αποκόμματα εφημερίδων, σπαράγματα θεατρικών και λογοτεχνικών έργων, φράσεις και σκέψεις που προσφέρουν ακριβό απόσταγμα σοφίας (2), μεθυστικό άρωμα πάθους (3), ισχυρή δόση αληθινής ζωής, ανεξάντλητη αγάπη για τον γενέθλιο τόπο (4), κήποι μυστικοί (5), φαγάκια των παιδικών χρόνων, μουσούντα, συνταγές, κοπανέλια, ξερολιθιές, η καθαρτήρια δύναμη της γραφής, η παντοδυναμία της θείας Πρόνοιας και της Χάριτος, όλα αυτά τα σπουδαία και τα ασήμαντα συνδιαλέγονται στο μυθιστόρημα της Ελένης Γκίκα, «Η ωραία της νύχτας» και συνδιαμορφώνουν ένα εξαιρετικό δείγμα λογοτεχνίας, όπου η φαντασία συμπλέκεται με την πραγματικότητα και την υπερβαίνει, καθώς δημιουργεί μια άλλη πραγματικότητα πιο ανθρώπινη, έναν κόσμο γεμάτο λουλούδια, ιαματικά φυτά και έλεος (6). Το νυχτολούλουδο ή η Μιράμπιλις Τζαλάπα ή «Η ωραία της νύχτας» αναλαμβάνει να κάνει το θαύμα του (7) και να αντικαταστήσει με το άρωμα και το συμβολισμό του τη δυσωδία της φρίκης, τον σκοτεινό κατακερματισμένο κόσμο των φονικών με τον γοητευτικό κόσμο των παιδικών παιγνιδιών, την κλονισμένη τάξη του κόσμου με την εμπιστοσύνη στη δύναμη (8) και στη μαγεία της ζωής.
Ένα πραγματικό περιστατικό, ο φόνος μιας γυναίκας στο Κορωπί από την εγγονή μιας ‘παλιάς’ φόνισσας, τον Αύγουστο του 2016, πυροδοτεί την άμεση συγγραφική αντίδραση μιας επιχείρησης διάσωσης ανθρώπων και γεγονότων, εικόνων και συναισθημάτων, βιωμάτων και ιστορικής μνήμης. Με την ορμή του ένθεου λόγου ζώντες και νεκροί γίνονται λογοτεχνικοί ήρωες κι έτσι κερδίζουν μια άλλη ζωή, πέρα από την ευτέλεια και τη θνητότητα, μια δεύτερη ευκαιρία να πουν την εκδοχή τους, να αφηγηθούν τα παθήματά τους και να κερδίσουν την συμπάθεια, αφού συμπάσχοντας μαζί τους ενισχύουμε ό,τι μας ενώνει με την κοινή ανθρώπινη μοίρα.
Το μυθιστόρημα εκτείνεται σε τρία μέρη και το κάθε μέρος οργανώνεται με επτά κεφάλαια. Σε κάθε κεφάλαιο υπάρχει η επαναλαμβανόμενη σειρά των τεσσάρων αφηγήσεων των γυναικών που μοιράζονται τους ρόλους και συμπληρώνει η μια την άλλη σε σχέση αλληλεπίδρασης που φτάνει μέχρι τη μεταμόρφωσή τους. Πρώτα υπάρχει κάθε φορά η αφήγηση της γιαγιάς-φόνισσας, που πριν μισό αιώνα είχε κάψει τον άντρα της, και η οποία από την αρχή παρουσιάζεται ως δηλωμένη λογοτεχνική κατασκευή, με τον τίτλο: Η ωραία της νύχτας (το μυθιστόρημα). Έπειτα ακολουθεί η αφήγηση της δημοσιογράφου-συγγραφέως η οποία, για λόγους που εξηγούνται στο έργο, αυτοπροσδιορίζεται ως «Η καταδικασμένη να εξιστορεί» και στη συνέχεια η αφήγηση της Φωτεινής, της «Μιράμπιλις Τζαλάπα», που μέσω της σχέσης της με τη συγγραφέα, και της ιδιαίτερης σχέσης της με τον κόσμο γενικότερα, φωτίζει τα σκοτεινά πώς και γιατί της ιστορίας, λειτουργώντας είτε ως alter ego της συγγραφέως είτε ως καταλύτης στον επαναπροσδιορισμό της θέσης της στον κόσμο ή ως «ο από μηχανής Θεός» που προτείνει, ως μόνη λύση του ανθρώπινου δράματος, την αποδοχή της μοίρας και την υπέρβασή της με το δρόμο της χριστιανικής αγάπης. Τον χορό των αφηγήσεων ολοκληρώνει κάθε φορά η αφήγηση της εγγονής της φόνισσας, που τιτλοφορείται «Το κορίτσι που το είπαν φόνισσα» όπως και η γιαγιά του, με φανερή την διαμεσολάβηση της συγγραφέως -και της Μιράμπιλις- ανάμεσα σε γιαγιά και εγγονή ώστε να αποκατασταθεί μια άλλη σχέση μεταξύ τους πέρα από το κακό, πιο κοντά στη φύση και πιο κοντά στη σωτηρία της ψυχής. Αξιοσημείωτο είναι πως ο δρόμος για τη σωτηρία περνά μέσα από τη δύναμη της προσευχής αλλά και της πίστης στη δύναμη της ανάγνωσης, στην ισχύ των γραπτών λέξεων, αφού έτσι μόνο οι ηρωίδες μεταμορφώνονται εσωτερικά και αλλάζει η ματιά τους στα πράγματα.
Η δομή του μυθιστορήματος και η κατασκευή του προσομοιάζει στα φράκταλ και σε πίνακα του Πόλοκ που, όπως έχει παρατηρηθεί, «τα δημιουργήματά του αποκτούσαν φράκταλ δομή και θεωρείται σχεδόν αδύνατο να αναπαραχθούν από μιμητές, καθώς αντανακλούν την ιδιαίτερη εσωτερική δομή του Πόλοκ. Ο βαθμός πολυπλοκότητας μάλιστα των έργων του, που εμφανίζουν αυτή την ιδιαίτερη συμμετρία κλίμακος, μετράται με τη φράκταλ διάσταση (κατόπιν επεξεργασίας με υπολογιστή) η οποία αυξάνει συνεχώς από κάθε έργο του στο επόμενο, αντικατοπτρίζοντας την ίδια την εξέλιξη του καλλιτέχνη.» (Α9) Η όλη σύνθεση αντανακλά την ιδιαίτερη εσωτερική δομή της δημιουργού της και αντικατοπτρίζει την εξελικτική πορεία της ίδιας από την ταραχή στη γαλήνη, από την δυσάρεστη έκπληξη προς την αποδοχή του πεπρωμένου και την αυτογνωσία.

Ελένη Γκίκα

Είναι εντυπωσιακό το πόσο αποτελεσματικά χρησιμοποιείται το εκφραστικό μέσον της ερώτησης και της επανάληψης στο μυθιστόρημα. Οι ερωτήσεις απανωτές, άλλες ρητορικές κι άλλες στοχευμένες να καταρρίψουν τις βεβαιότητές μας και να καλλιεργήσουν εκείνο το κλίμα, όπου ο νους μπορεί να συλλάβει το αδιανόητο, η καρδιά μας να αποδεχτεί το τερατώδες και το θαυμαστό. Το σχήμα της επανάληψης λειτουργεί κι αυτό σε πολλά επίπεδα. Κυριαρχεί η επανάληψη των φόνων, ως η επανάληψη της αιώνιας στιγμής (10). Επίσης λειτουργεί με τα επαναλαμβανόμενα μοτίβα όπως η μοίρα των γυναικών και η κακοποίησή τους, η βαριά σκιά του τόπου και των ανθρώπων του, όπως και η φύση που όλα τα γιατρεύει, η αναζήτηση ενός τρόπου ζωής «όπως των πετεινών του ουρανού, το δικαίωμα στη γαλήνη, η λογοτεχνία ως καθαρτήριο των κολασμένων, η τέχνη της γραφής που όλα τα μεταμορφώνει, δημιουργώντας τον επί της γης Παράδεισο. Έχω την αίσθηση ότι η επανάληψη των ίδιων φράσεων από την αφήγηση της μιας γυναίκας στην αφήγηση της άλλης λειτουργεί ως προσευχή, όπως το «ελέησόν με, Κύριε» ή ως ξόρκι, για να απομακρύνει το κακό, να γλυκάνει και να ενώσει με τους κυματισμούς των λέξεων τις ψυχές των ηρωίδων  (11).
Κυρίαρχο ρόλο στο μυθιστορηματικό σύμπαν της «Ωραίας της νύχτας» παίζουν η αγάπη και το ερωτικό πάθος (12), τα λουλούδια και ο τόπος. Τα λουλούδια κουκουλώνουν το μαύρο ριζικό (13) που ο τόπος γεννά. Σαν την τρελή ροδιά του Ελύτη μάχονται τη συννεφιά του κόσμου. Και φυσικά πρωταγωνιστεί το Κορωπί ως τόπος παράφορος κι αλλόκοτος, με την αρχαία ψυχή του, πλούσιος σε ιστορία και πάθος (14). Οι σελίδες που αναφέρονται στη γενέθλια γη πιστοποιούν μια μοναδική σχέση του τόπου και της συγγραφέως και χαρίζουν, με τη λογοτεχνική επεξεργασία της σχέσης, βάθεμα της ματιάς μας μαζί με συγκίνηση.
Στις μεγάλες προσφορές κι ωφέλειες που αποκομίζουμε από το βιβλίο της Γκίκα, κατά την αξιολογική μου κρίση πρώτη και καλύτερη είναι η συναναστροφή μας με αυτή τη θετική ηρωίδα, με μια αληθινή γυναίκα της προσφοράς, τη θαυμαστή Μιράμπιλις Τζαλάπα, (νυχτολούλουδο), τη Φωτεινή πλευρά της ζωής (15). Με την φιλοσοφία της, με το μοναδικό της κήπο, με το μαγικό τετράδιο των συνταγών της, με τα θεραπευτικά βότανα της, παρηγορεί και θεραπεύει, ξορκίζει το κακό και δίνει άλλο νόημα, πλουτίζει κι ομορφαίνει τη ζωή. Ως εκ τούτου θεωρώ ότι θα μπορούσαν να διαβάσουν το βιβλίο – υπό τον όρο ότι θα καταλάβαιναν πως σε ένα μυθιστόρημα οι ήρωες και οι ηρωίδες είναι προϊόν συμπλοκής πραγματικών και μυθοπλαστικών στοιχείων κι αυτό το πάντρεμα δηλώνεται ξεκάθαρα από τη συγγραφέα από την αρχή μέχρι το τέλος- και να ευεργετηθούν από τον παρηγορητικό λόγο του ακόμα και οι εν ζωή εμπλεκόμενοι της ιστορίας, χωρίς τον κίνδυνο να πληγωθούν ή να θιγούν από τη μυθιστορηματική διαπραγμάτευση της οικογενειακής τραγωδίας. Κι αυτό είναι αξιοθαύμαστο, καθώς συμβαίνει σε ένα βιβλίο που με τόλμη και γενναιότητα καταπιάνεται με ένα βαρύ θέμα και καταφέρνει τελικά να υμνεί τη δύναμη της ζωής, με όλα τα παράδοξά της (Α16). Κι ακόμα αποδεικνύει έμπρακτα τη δύναμη της λογοτεχνίας να προτείνει λύσεις στους γρίφους και στα αινίγματα της ζωής. Η ιαματική λειτουργία της λογοτεχνίας, ως αποδοχή της τραγικής μοίρας, καθιστά την «Ωραία της νύχτας» ένα υπαρξιακό-φιλοσοφικό, συμβολικό μυθιστόρημα, που πλουτίζει τη βιβλιοθήκη μας και τις ψυχές μας.  (17).


Αποσπάσματα από το μυθιστόρημα:

1 «Ο τόπος είναι τρόπος. […] Ο τρόπος μου. Κι οφείλω πια να τον ψάξω. Αν θέλω να συνεχίσω ν’ αντέχω και να ζω. Δεν υπάρχει χειρότερο απ’ το να σε μετρούν με τους επιζώντες. Ή μάλλον υπάρχει. Να γεννήθηκες για να εξιστορείς. Να είσαι εκείνη που οφείλει να γράψει την ιστορία. Δεν έχεις άλλον τρόπο, δεν ξέρεις άλλη ζωή, δεν έχει καμιά άλλη επιλογή.»
2 «Στα μεγάλα μόνοι μας φθάνουμε. Κι ό,τι θα μάθουμε αχρησιμοποίητο κι άχρηστο για τους άλλους, δική μας δουλειά και ο προσωπικός γρίφος αλλά και η λύση του, δεν αφορά κανέναν άλλον, ακόμα κι όταν αυτός ο άλλος μας αφορά. Ακόμα κι όταν ο άλλος είναι η ίδια μας η ζωή.»
3 «Τουλάχιστον εκείνος το άξιζε; Άξιζε όλο αυτό το φονικό; »
Αλλά το φονικό αξίζει  κι ανήκει σ΄ εκείνη που το διέπραξε, σκέφτομαι. Το πάθος είναι του υποκειμένου. Το αντικείμενο είναι άνευ αξίας, παίρνει ό,τι αξία έχουν τα μάτια που τον έκαναν «τα πάντα», δίχως αυτές τις γυναίκες θα ήταν ο Κανένας. Εκείνες τον έκαναν την αιτία και την εστία της πυρκαϊάς».
4 «Το μεγάλο και το ακατανόητο το ζεις. Φραγκοδίφραγκα θα είναι πάντοτε εκείνα που γράφω. Καταλαβαίνω καλύτερα τη σιωπή. Είναι η μόνη παράφορα εύγλωττη, η μόνη αξιοπρεπής. Αλλ’ άνοιξε ο χρόνος κι έχουν γίνει κουβάρι ό,τι θυμάμαι, ό,τι συμβαίνει κι εκείνο που κρύβεται αινιγματικά μια ζωή. Τον πονάω τον τόπο μου. Είμαι ο τόπος. Ξερολιθιά στις ξερολιθιές.»
5 «…έχει Ουράνιους κήπους και τεράστιους τοίχους, η αυλή δε γίνεται αμέσως από τον έξω κόσμο ορατή.»
6 «Θα ’χει και ξέφωτα, πουλάκι μου, παρακάτω, […] ξέφωτο θα γίνει με τον καιρό και η φυλακή.»
7 «Μιράμπιλις θέλω να γίνω, χρόνος και τόπος και μνήμη και λησμονιά. Αποδοχή και συγχώρεση, να πλημμυρίσει με Φως και Καλοσύνη η καρδιά.»
8 «Η ζωή είναι αυταξία, σκέφτομαι και προσπαθώ να με πείσω. Είναι ένα θαύμα αφ’ εαυτού της για όλους μας η ζωή. Κι έχει γυρίσματα, ποτέ δεν ξέρεις τι σου επιφυλάσσει παρακάτω η ζωή. Μπορεί να μην είναι μόνη της, μπορεί ν’ αγαπήθηκε και ν’ αγάπησε, μπορεί να γαλήνεψε και να πλήρωσε, μπορεί αφού προσευχήθηκε και μεταμελήθηκε να έχει πια συγχωρεθεί»
9 «Ο Πόλοκ που αγάπησα και τα φράκταλς του, τα δανεικά λόγια η δανεική ζωή.»
10 «Υπάρχουν ανοιχτές στιγμές στη ζωή; ένα απειροελάχιστο του χρόνου όπου μας καρφώνεται εκείνη η ιδέα, η ικανή να μας αλλάξει διαδρομή; Τι μπορεί να συμβεί στο κεφάλι μας σε μια τοσοδούλα στιγμή;»
11 « Ό,τι μεγάλο βρίσκεται εκεί, στο απαλό, επαναλαμβανόμενο, σχεδόν σίγουρο καθημερινό.»
«Μ’ έναν τρόπο απολύτως γεωμετρικό και επαναλαμβανόμενο, υπενθυμίζοντας ότι είναι το ελάχιστο ένα σύμπαν ολόκληρο, κι είναι το σύμπαν ο κόκκος της άμμου που υπάρχει στο στρίφωμα του φουστανιού της Μαντάμ Μποβαρί!
«Φράκταλ το λένε», της έλεγα όποτε είχα κέφι, «κουβέντα να γίνεται, Φωτεινή, όλα είναι σε όλους και σ’ όλα, είμαστε όλοι ένα μικρό κομματάκι όμοιο στο άπειρο σύμπαν κι είμαστε και φτιαγμένοι με τη σειρά μας από μικρά άπειρα κομματάκια.»
Και «…η ζωή αρέσκεται στις επαναλήψεις», της λέει κάτι μέσα της και απορεί πού το ξέρει, αλλά το βρίσκει ανακουφιστικό σήμερα , σαν να σηκώνει κάπως από πάνω της το μεγάλο φορτίο της μέρας.»
12  «…πάθος είναι εκείνη η μορφή του έρωτα η οποία αρνείται το άμεσο, αποφεύγει το προσεχές, επιθυμεί την απόσταση και την εφευρίσκει εν ανάγκη, για να φουντώνει περισσότερο και να εξάπτεται»
«Στις καρδιές μας πεθαίνουν οι άνθρωποι, και μικρή σημασία έχει πια αν ζουν.
Και στην ψυχή μας, επίσης, μπορεί και να ζήσουν για πάντα. Για πάντα.»
Και «Δεν είναι κι εύκολο να είσαι ο εαυτός σου. Όπως δεν είναι εύκολη η αγάπη. Ο έρωτας σου παντού μπορεί να σε οδηγήσει, ακόμα και στη φυλακή και στην παραφορά.»
13  «Και δεν με ξεγελούσαν εμένα οι τριανταφυλλιές και οι γαριφαλιές τους. Πίσω απ’ τα λουλούδια κάθε γυναίκα ξέρει και κουκουλώνει ένα μαύρο ριζικό. Κι είχανε τότε τόσα λουλούδια οι αυλές!»
14 «Η περιοχή μου είναι μια παράφορη κι αλλόκοτη περιοχή. Με  πηγάδια, λάμιες, νεράιδες, σπηλιές, ξωκλήσια,  αρχαία μονοπάτια, ο Σφηττός, αγιογραφίες Κόντογλου, καμαρόσπιτα που γίνονται πανεπιστημιακή διατριβή και θυμίζουν νησί, φαντάσματα, ιστορίες, μύθοι, θρύλοι, μυστικά που τα κρύβει όλος ο κόσμος, αρχαιολογικά ευρήματα σε κάθε βήμα, αυτοθυσίες και εγκλήματα πάθους, όλα, όλα μαζί. Άντε να εξηγήσεις σε φίλο σου Κερκυραίο ότι εδώ έχουμε ακόμα εγκλήματα πάθους, ναι, ακόμα, σ’ αυτήν εδώ την εποχή.»
«Όπου κι αν έχω πάει, ο δικός μου ο τόπος με κυνηγά. Απολογούμαι γι’ αυτόν, παθιάζομαι μαζί του, είμαι χώμα απ’ το χώμα του και νερό απ’ τα πηγάδια του, κουβαλάω τη βαριά σκιά της συκιάς και της προδοτικής κουτσουπιάς. […] Εδώ γεννήθηκε ο πάππος κι ο προπάππος μου, εδώ ο πατέρας μου, εδώ κηδεύτηκε η μάνα μου, γι’ αυτό το εδώ γράφω και ξαναγράφω, ακόμα κι όταν γίνεται μακριά. Απομακρύνεται ποτέ, αλήθεια, ο τόπος σου;»
15 «Η Φωτεινή πιάνει το βλέμμα μου κι έτσι θα επικοινωνούμε σε όλη τη συνέχεια, με τη σκέψη, σαν του Στάμπλετον τον «παράξενο Τζον». Εξάλλου δεν μ’ αφορούσαν ποτέ των ανθρώπων τα λόγια, κάτι άλλο δικό τους έφτανε και μ’ έγδερνε ή με χάιδευε, κι εκείνο εκεί ερχόταν αλλιώς, σαν νυχτολούλουδο, από κοντά μα ωστόσο ταυτοχρόνως και μακριά.»
16 «Δίχως τον φόνο  δεν θα ήμουν τώρα σ’ αυτή την αυλή, δίχως φωτιά δεν είχα ποτέ δροσιστεί, δίχως την κόλασή μου δεν είχα μπει στον παράδεισο, και ξαφνικά ήμουν ελεύθερη μέσα στη φυλακή, ήμουν γαλήνια με τέτοια μαύρη ψυχή, ήμουν παντού κι ας μετρούσα τρία επί τέσσερα βήματα στο κελί…»
«Δεν απελπίζεται η ζωή όσο υπάρχει, κι ας απελπίζεται ο άνθρωπος»
«Η ευτυχία, και να το ξέρεις, είναι απόφαση», την ακούω να λέει, «δεν έχει σχέση με κανένα εξωτερικό περιστατικό»..
17 «Αν δεν έγραφα, το ξέρω, θα είχα στα σίγουρα τρελαθεί, οι πολλές ζωές των ηρώων είναι μια απεγνωσμένη προσπάθεια να σβήσεις ή να μερώσεις τη δική σου ζωή. Με αστάθμητο παράγοντα, βέβαια, το να ταυτίζεσαι εσύ, καλή ώρα με μια φόνισσα-φάντασμα, αλλά μήπως με φαντάσματα δεν πορεύτηκες στη ζωή; »
«Άμα θέλω, βάζω τελεία και παύλα: στο μαρτύριό σου, στην αναμονή, στη ζωή. Θέλω  σε καταδικάζω, θέλω σε αθωώνω, μέχρι την κομβική στιγμή που θα σε δω να σκιρτάς, που ευλογημένη θα νιώσω πως ήρθες επιτέλους, έχεις στο απεγνωσμένο μου κάλεσμα τελικά ανταποκριθεί.»
«…οι λέξεις είναι η μόνη αλήθεια, κι αν είναι να βρω μια άκρη, μεσ’ από το γιώτα, το λάμδα, το χι και το ωμέγα θα τη βρω, ιερογλυφικά που είναι αφ’ εαυτού τους δυσανάγνωστα, ακόμα κι όταν νομίζεις ότι γνωρίζεις το αλφάβητο καλά.
Στους συνδυασμούς κρύβεται η λύση, κι αυτοί είναι άπειροι.»

Ο απραγματοποίητος πόθος μιας ηδονής ανώτερης Γράφει η Ελένη Γκίκα //



“Η ΚΥΡΙΑ ΜΠΟΒΑΡΥ” του Γουστάβου Φλομπέρ. Μετάφραση: Κωνσταντίνος Θεοτόκης. Εκδ. “Πατάκη”, σελ. 462

b26330Ο συγγραφέας της την ολοκλήρωσε το 1856. “Η Μαντάμ Μποβαρύ είμαι εγώ”, δήλωνε από την πρώτη στιγμήο Γουστάβος Φλομπέρ. Στην Ελλάδα πρωτοεκδόθηκε το 1924, σε μετάφραση Κωνσταντίνου Θεοτόκη. Ήδη διάσημη, όλοι την ξέρουν, κι ας μην την έχουν ίσως διαβάσει ποτέ. Η μανιακή καταναλώτρια, ερωτευμένη κατ’ έξιν με τον έρωτα, Έμμα Μποβαρύ, που πνίγεται στον επαρχιακό μικρόκοσμο και μοιάζει να μη χωρά πουθενά, ο φαρμακοποιός και τα μαντζούνια του, ο έρωτάς της για τον Ροδόλφο, η ιστορία με τον Λέοντα, η απιστία, η λαγνεία, η λαχτάρα για κάτι μεγάλο και αιώνιο, η ολοσχερής ήττα και η φρικτή αυτοκτονία της, τελικά.
Ο μικρόκοσμος που νικά, εκείνο το ελάχιστο – τίποτε που στο φινάλε και θριαμβεύει. Κι όμως, κάποια στιγμή ήλπισε, εκείνη ήλπισε πραγματικά: “Επέστρεψαν στην Υονβίλλη από τον ίδιο δρόμο. Ξαναείδαν στη λάσπη τα ίχνη των αλόγων τους, τα μεν δίπλα στα δε, και τους ίδιους θάμνους, τα ίδια χαλίκια επάνω στα χορτάρια. Τίποτε γύρω τους δεν είχε αλλάξει. Για την Έμμα όμως είχε συμβεί κάτι που ήταν τόσο σημαντικό όσο θα ήταν εάν τα βουνά άλλαζαν θέση”. Κι ο έρωτας για την Έμμα για όσο κρατά, αποδεικνύεται πραγματικά καταλυτικός: “Όταν κοίταξε τον εαυτό της στον καθρέφτη, το πρόσωπό της την έκανε να εκπλαγεί. Ποτέ άλλοτε δεν είχε μάτια τόσο μεγάλα, τόσο μαύρα, ούτε τόσο βαθιά. Κάτι το άυλο, απλωμένο πάνω στον εαυτό της, τη μεταμόρφωνε. Επαναλάμβανε μόνη της: “Έχω εραστή, έναν εραστή!” Ευχαριστιόταν με την ιδέα αυτή τόσο όσο εάν έξαφνα είχε ξαναγίνει νέα. Θα αποκτούσε επιτέλους τις χαρές της αγάπης, τον πυρετό εκείνο της ευτυχίας, για τα οποία είχε απελπιστεί”…
Χαμένη και χωμένη στα ρομαντικά της μυθιστορήματα, νοσταλγούσε λες απ’ το μέλλον μια συγκλονιστική αγκαλιά. Ακουμπώντας στον Κάρλο Μποβαρύ που τρέχοντας στους ασθενείς του, στάθηκε ανίκανος να την καταλάβει, μπορούσε όμως τόσο τυφλά να την αγαπά. Αλλά εκείνη, για άλλα διψούσε. Και δεν θα τα βρει πουθενά. Ούτε στην ιστορία της με τον Ροδόλφο προτού την εγκαταλείψει, αλλά ούτε και στο πρόσωπο του πιστού Λέοντα, “Δεν ήταν ποτέ ευτυχισμένη και δεν είχε σταθεί ποτέ ευτυχισμένη”, θα αναγκαστεί κάποια στιγμή να το αποδεχθεί. Βιώνοντας τα κουρελάκια ενός ξεφτισμένου πια πάθους όπου “Κάθε χαμόγελο έκρυβε ένα χασμουρητό ανίας, κάθε χαρά μια κατάρα, κάθε ηδονή την αηδία της και τα καλύτερα φιλιά δεν άφηναν πάνω στα χείλη παρά έναν απραγματοποίητο πόθο μιας ηδονής ανώτερης”.
Κι όταν τα πράγματα οδηγηθούν από την απρονοησία της στο μη παρέκει, μόνος ο θάνατος θα αναλάβει εκείνο που δεν κατόρθωσε η εκάστοτε ερωτική αγκαλιά. Η κυρία Μποβαρύ, συνώνυμο του ανικανοποίητου πάθους, ενέπνευσε αργότερα τον Τζούλιαν Μπαρνς (“Ο Παπαγάλος του Φλωμπέρ”) και τον Φίλιπ Ντουμένκ (“Ποιος σκότωσε την μαντάμ Μποβαρύ”), και πρωτοκυκλοφόρησε στη γλώσσα μας το 1924 σε βιβλίο τσέπης, από εκδόσεις “Εξάντας” το 1994 σε μετάφραση Μπάμπη Λυκούδη και από τις εκδόσεις “Πατάκη” το 2000, επίκαιρη πάντοτε, αλλά ειδικά σήμερα, όσο ποτέ. “Η πλούσια ποικιλία των διαθέσεών της, που άλλοτε την έκανε μυστικοπαθή και άλλοτε χαρούμενη, φλύαρη, σιωπηλή, παράφορη, ήσυχη” που “άναβε χίλιους πόθους είτε με τα ένστικτα είτε με τις αναμνήσεις” στον εκάστοτε εραστή “ήταν ο τύπος της ερωμένης όλων των μυθιστορημάτων, η ηρωίδα όλων των δραμάτων, η “εκείνη” όλων των ποιημάτων”, διαχρονικά άπληστη, μονίμως ερωτευμένη με το ανέγγιχτο, επιτρέποντας ως ηρωίδα χάρτινη μονάχα από έναν άνδρα, τον συγγραφέα της, τελικά, να αλωθεί.


Υγ. Για ό,τι αγαπήσαμε και εν όψει της ταινίας.

Κοινωνική Φοβία Εύη Μεσσαριτάκη Ψυχολόγος Ψυχοθεραπεύτρια


Κοινωνική Φοβία

Κοινωνική Φοβία

Η κοινωνική φοβία, ή αλλιώς κοινωνική αγχώδης διαταραχή, είναι μία αγχώδης διαταραχή που έχει σαν κύριο χαρακτηριστικό το υπερβολικό άγχος και τη συστηματική αυτοπαρατήρηση σε καθημερινές κοινωνικές καταστάσεις. Οι άνθρωποι με κοινωνική φοβία έχουν μία επίμονη και χρόνια φοβία ότι παρακολουθούνται και κρίνονται από τους άλλους και ότι ντροπιάζουν ή ταπεινώνουν οι ίδιοι τον εαυτό τους με τις πράξεις τους.
Παραδείγµατα περικλείουν: αδυναµία του ατόµου να συνεχίσει την οµιλία του ενώ µιλά δηµόσια, αίσθηµα να πνίγεται µε την τροφή του ενώ τρώει μπροστά σε άλλους, αδυναµία να ουρήσει σε δηµόσια τουαλέτα, τρέµουλο του χεριού όταν γράφει µπροστά σε άλλους και το να λέει ανοησίες ή να µην µπορεί να απαντήσει σε ερωτήσεις σε κοινωνικές καταστάσεις.
Αυτό το άγχος τους μπορεί να είναι τόσο έντονο ώστε να είναι δυσλειτουργικοί στη ζωή και την καθημερινότητά τους. Ενώ πολλοί άνθρωποι μπορεί να αναγνωρίζουν αυτό το άγχος σαν υπερβολικό και παράλογο, μπορεί να μην καταφέρνουν να το ξεπεράσουν. Συχνά μπορεί να ανησυχούν για μέρες ή βδομάδες προτού έρθουν αντιμέτωποι με μία στρεσσογόνο κατάσταση. Επίσης, συχνά υποφέρουν από κατάθλιψη και χαμηλή αυτοεκτίμηση.Η κοινωνική φοβία μπορεί να περιορίζεται σε συγκεκριμένες καταστάσεις ή να έχει εκτεταμένη και πιο σοβαρή μορφή και το άτομο να βιώνει άγχος όποτε βρίσκεται μπροστά σε κόσμο.
Αν το άτομο που πάσχει από κοινωνική φοβία δε λάβει θεραπεία, η επιδείνωσή της μπορεί να είναι πολύ δυσάρεστη. Για παράδειγμα, μπορεί το άτομο να αποφεύγει να πάει στο σχολείο ή τη δουλειά του. Ή να αποφεύγει να είναι με οποιονδήποτε άλλον άνθρωπο εκτός από την οικογένειά του. Έτσι, το άτομο μπορεί να δυσκολεύεται να δημιουργεί ή να διατηρεί φιλίες.Μπορεί επίσης το άτομο να βιώνει και ποικίλα σωματικά συμπτώματα, όπως εφίδρωση, κοκκίνισμα, τρόμος και άλλα συμπτώματα του άγχους όπως η δυσκολία να επικοινωνήσουν, η ναυτία και οι στομαχικές διαταραχές. Αυτά τα συμπτώματα αυξάνουν το φόβο της απόρριψης και οδηγούν στο να εστιάζει ακόμα περισσότερο το άτομο στο άγχος του. Ο φόβος για τα παραπάνω συμπτώματα βέβαια οδηγεί σ’ ένα φαύλο κύκλο: το άτομο φοβάται μην τυχόν και βιώσει αυτά τα συμπτώματα δημόσια και ταυτόχρονα αυξάνει τις πιθανότητες να του συμβεί κάτι τέτοιο.
Η κοινωνική φοβία αρχίζει στην όψιµη παιδική ηλικία ή στην πρώτη εφηβεία, συνήθως έχει χρόνια πορεία, συχνά συνυπάρχει µε διαταραχή πανικού και απλή φοβία και είναι πιο συχνή στις γυναίκες, παρόλο που οι άντρες αναζητούν πιο εύκολα θεραπεία. Διαχωρίζεται από την αγοραφοβία , με την οποία όμως έχουν κοινούς φόβους. Πολλές φορές τα άτομα κάνουν χρήση ουσιών για να τη «θεραπεύσουν».
Στην κοινωνική φοβία η λήψη φαρμακευτικής αγωγής είναι ιδιαίτερα χρήσιμη ώστε να εξαλειφθούν τα συμπτώματα. Είναι όμως εξίσου σημαντικό να μπει το άτομο σε ψυχοθεραπευτική διαδικασία, ώστε να μειώσει την πιθανότητα υποτροπής και να καταφέρει να αποκαταστήσει τη ζωή του ώστε να βιώσει ικανοποίηση και ευχαρίστηση. Αντίθετα, χωρίς θεραπεία, η κοινωνική φοβία μπορεί να ταλαιπωρεί τους ασθενείς για ολόκληρη τη ζωή τους.

Τα συμπτώματα του άγχους Εύη Μεσσαριτάκη Ψυχολόγος Ψυχοθεραπεύτρια


Άγχος και συμπτώματα

Το άγχος συνδέεται με διάφορες διαταραχές και έχει ποικίλες επιπτώσεις στην καθημερινότητά μας. Υπάρχουν πέντε κατηγορίες συμπτωμάτων που προκαλεί το επίμονο άγχος στη ζωή μας
  • Σωματικά συμπτώματα άγχους

Τα πιο συνήθη συμπτώματα άγχους αφορούν αντιδράσεις άμυνας, διαφυγής ή “παγώματος”. Αυξάνονται, για παράδειγμα, οι παλμοί της καρδιάς μας και η ροή του αίματος γίνεται ταχύτερη στους μύες μας. Το αίμα απομακρύνεται από τα άκρα μας, μουδιάζουμε, ανατριχιάζουμε και ιδρώνουμε. Πολλές αντιδράσεις αυτού του τύπου είναι κοινές με τα ζώα. Οι άνθρωποι με διαταραχή πανικού και κοινωνικό άγχος συνηθίζουν να παρατηρούν πολύ σχολαστικά αυτά τα σωματικά συμπτώματα. Οι άνθρωποι με έντονο άγχος συχνά βιώνουν πόνο- στους μύες, στο σαγόνι, στους καρπούς κτλ. Στη συνέχεια μπορεί να τον παρερμηνεύσουν και να κάνουν διάφορες καταστροφολογικές σκέψεις που συνήθως αφορούν το φόβο μήπως έχουν αρρωστήσει ή “τρελαίνονται”.
  • Γνωστικά συμπτώματα άγχους (σκέψεις)

Οι άνθρωποι με κοινωνικό άγχος συχνά φοβούνται ότι αυτό είναι προφανές στον υπόλοιπο κόσμο και γι’ αυτό τους θεωρούν βαρετούς, χαζούς ή μη ελκυστικούς. Συχνά φοβούνται ότι θα ακινητοποιηθούν ή θα χάσουν τον έλεγχο εξαιτίας του άγχους τους. Υπάρχει, για παράδειγμα, ένα είδος Ιδεοψυχαναγκαστικής Διαταχής όπου ο πάσχων πιστεύει ότι είναι / θα γίνει παιδόφιλος, παρόλο που δεν υπάρχει καμία τέτοια ένδειξη. Οι άνθρωποι που πάσχουν από γενικευμένη αγχώδη διαταραχή συχνά πιστεύουν ότι το επίμονο άγχος τους θα τους βλάψει. Παραδόξως, πιστεύουν επίσης ότι η ανησυχία είναι απαραίτητη για να τους κρατάει σε εγρήγορση και να μην κάνουν λάθη.Οι αγχώδεις άνθρωποι τείνουν να θεωρούν πολύ πιθανές τις αρνητικές εκβάσεις των γεγονότων και ακόμα περισσότερο να πιστεύουν ότι δεν είναι ικανοί να τις αντιμετωπίσουν. Για παράδειγμα, δεν πιστεύουν ότι θα “αντέξουν” να τους απορρίψει ένας φίλος. “Το άγχος λοιπόν, συχνά μας κάνει να χάνουμε την αυτοπεποίθησή μας”.Επίσης, οι άνθρωποι τείνουν να σκέφτονται πιο ακραία, “όλα ή τίποτα”, να βλέπουν το δέντρο και να χάνουν το δάσος, να σκέφτονται άκαμπτα και να νιώθουν ότι “κόλλησε” το μυαλό τους.
  • Συμπεριφοριστικά συμπτώματα άγχους

Το κυριότερο συμπεριφοριστικό σύμπτωμα είναι η αποφυγή. Οι άνθρωποι αποφεύγουν καταστάσεις ή συνθήκες που μπορεί να τους προκαλέσουν άγχος και να μην μπορούν να αποφύγουν, όπως για παράδειγμα ένα ταξίδι με αεροπλάνο. Μπορεί επίσης και να αποφύγουν περιστάσεις στις οποίες δε θα μπορέσουν να είναι τόσο αποτελεσματικοί όσο επιθυμούν, όπως για παράδειγμα να αναλάβουν επιπλέον αρμοδιότητες στην εργασία τους.Γι’ αυτό το λόγο μπορεί να εργάζονται ιδιαίτερα σκληρά.Πολλά είδη άγχους μπορεί να οδηγούν στην πολύ συχνή ενασχόληση με το αντικείμενο του άγχους ή στην “αδιαφορία”. Για παράδειγμα, κάποιος που έχει άγχος σχετικά με τον έλεγχο του βάρους του, μπορεί να ελέγχει πολλές φορές τη μέρα το βάρος του στη ζυγαριά ή να μην ζυγίζεται ποτέ.
  • Συναισθηματικά συμπτώματα άγχους

Υπάρχουν πολλά συναισθήματα που μπορεί να βιώνουν οι αγχώδεις άνθρωποι. Τέτοια είναι η ευερεθιστότητα, ο εκνευρισμός, η αβοηθησία κτλ.ε. Συμπτώματα άγχους στις διαπροσωπικές σχέσεις: Οι άνθρωποι με διαταραχή πανικού, γενικευμένο άγχος, άγχος για την υγεία τους, διατροφικές διαταραχές και ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή ή κοινωνικό άγχος μπορεί να ψάχνουν επιβεβαίωση από τους συντρόφους τους. Οι αγχώδεις άνθρωποι μπορεί να αποφεύγουν το σεξ γιατί πολλές ¨συνέπειες¨ του σεξ, όπως είναι η αύξηση του καρδιακού ρυθμού και η εφίδρωση, να τους θυμίζουν τα συμπτώματα του άγχους τους. Επίσης, οι αγχώδεις άνθρωποι συχνά δεν επιθυμούν την οποιαδήποτε δέσμευση, με προφανείς επιπτώσεις στις διαπροσωπικές τους σχέσεις. Ή μπορεί να ξεσπούν στην οικογένεια ή τους συντρόφους τους εξαιτίας της ευερεθιστότητας που προέρχεται από το άγχος τους.
Τέλος, υπάρχουν άνθρωποι που ιδιοσυγκρασιακά είναι πιο αγχώδεις από τους υπόλοιπους, είναι όμως σημαντικό το άγχος τους να μην είναι παθολογικό και συνεπώς δυσλειτουργικό για τη ζωή τους. Σε κάποιες περιπτώσεις η φαρμακευτική αγωγή είναι πολύ βοηθητική έως απαραίτητη. Στις περισσότερες περιπτώσεις η ψυχοθεραπεία, με ή άνευ φαρμακευτικής αγωγής, μπορεί να είναι πολύ ωφέλιμη για τον πάσχοντα.

Διπολική διαταραχή Εύη Μεσσαριτάκη Ψυχολόγος Ψυχοθεραπεύτρια


Διπολική διαταραχή

Διπολική διαταραχή

Η διπολική διαταραχή, παλιότερα γνωστή και ως μανιοκατάθλιψη, είναι μία χρόνια ψυχική νόσος που χαρακτηρίζεται από αλλαγές διάθεσης ανάμεσα στην κατάθλιψη και τη μανία. Αυτές οι περίοδοι, μανίας ή κατάθλιψης, μπορεί να ποικίλουν σε ένταση ή/και διάρκεια, να εναλλάσσονται και να διακόπτονται από μακρές ή συντομότερες “υγιείς” περιόδους.
Η κατάθλιψη είναι συνήθως μία πιο αναγνωρίσιμη κατάσταση. Η μανία από την άλλη χαρακτηρίζεται από ευερεθιστότητα, θυμό, συναισθήματα ευφορίας, υπερβολική ενέργεια ή αυτοπεποίθηση και αντίστοιχες συμπεριφορές, όπως για παράδειγμα υπερφαγία ή υπερκατανάλωση.
Οι βιολογικοί παράγοντες συνήθως δημιουργούν μία προδιάθεση στο άτομο ως προς τη νόσο. Η διαταραχή εμφανίζεται συνήθως σε νεαρούς ενήλικες, αλλά έχει παρατηρηθεί και σε παιδιά ή εφήβους. Δυστυχώς δεν είναι σπάνια μία λάθος διάγνωση: συχνά υπάρχει σύγχιση με τη σχιζοφρένεια ή τη διαταραχή οριακής προσωπικότητας.
Βέβαια δεν είναι διπολικοί όλοι οι άνθρωποι με άστατη διάθεση. Δεν πρέπει να ξεχνάμε και τους ιδιοσυγκρασιακούς παράγοντες. Αν, για παράδειγμα, η διάθεση του ανθρώπου αλλάζει ανάλογα με την περίσταση, τότε δεν πρόκειται για πάσχων από διπολική διαταραχή. Αν δηλαδή κάποιος νιώθει θλίψη και πεσσιμισμό όποτε επισκέπτεται την πατρική του οικογένεια, ενώ αντίθετα πρόκειται για έναν χαρούμενο άνθρωπο, τότε αυτός δεν πάσχει από κάποια διαταραχή διάθεσης.
Ένας διπολικός άνθρωπος μπορεί σε κάποια φάση της ζωής του ν’ αρχίσει να νιώθει μεγαλύτερη ευφορία και ενεργητικότητα. Το μυαλό του μπορεί να λειτουργεί πιο γρήγορα απ’ ότι συνήθως και να νιώθει τόσο δημιουργικός που μπορεί να καταφέρει πολλά επιτεύγματα. Μπορεί να αποκτά ξαφνικά μία θετική ματιά προς τα πάντα γύρω του, ν’ αρχίσει να ξοδεύει χρήματα που πιστεύει ότι με διάφορα τεχνάσματα θα ξανακερδίσει και να μην έχει πια κανένα άγχος. Κοιμάται ελάχιστα και δε φαίνεται ποτέ να είναι κουρασμένος. Και όλα αυτά βέβαια χωρίς καμία προφανή αιτία. Του αρέσει αυτό που ζει και επιθυμεί να το παρατείνει το περισσότερο δυνατό.
Η φάση της κατάθλιψης από την άλλη ίσως χαρακτηρίζεται από ευερεθιστότητα, εξάντληση μαζί με αυπνία, καθήλωση και ένα αίσθημα κενότητας και αβοήθητου. Τη διαταραχή μπορεί να ενεργοποιήσει ένα στρεσσογόνο γεγονός ή κάτι σημαντικό που συνέβη στη ζωή του ανθρώπου.
Υπάρχει θεραπεία; Σημαντικό ρόλο παίζει η φαρμακευτική αγωγή, η οποία συνήθως βοηθάει στη σταθεροποίηση του συναισθήματος. Κάποιες φορές τα καταθλιπτικά συναισθήματα υποχωρούν δυσκολότερα. Εκτός από τη βοήθεια ψυχιάτρου, καλό είναι ο ασθενής ν’ αναζητήσει και ψυχοθεραπευτική βοήθεια. Με αυτόν τον τρόπο θα βοηθηθεί να είναι πιο συγκροτημένος, πιστός στη φαρμακευτική του αγωγή, θα μάθει να προλαμβάνει τις υποτροπές και να χειρίζεται με καλύτερο τρόπο τις διαπροσωπικές σχέσεις.

Ο φαύλος κύκλος της παθητικής επιθετικότητας Εύη Μεσσαριτάκη Ψυχολόγος Ψυχοθεραπεύτρια


Ο φαύλος κύκλος της παθητικής επιθετικότητας

Ο φαύλος κύκλος της παθητικής επιθετικότητας

Η παθητικοεπιθετική συμπεριφορά έχει συνήθως σαν στόχο να οδηγήσει το δέκτη της συμπεριφοράς αυτής να εκφράσει το θυμό που νιώθει ο πομπός της συμπεριφοράς. Αυτό από μόνο του μας δείχνει ότι δεν πρόκειται για μία υγιή έκφραση θυμού που θα εκτονωθεί με κάποιον αποτελεσματικό τρόπο.
Παράδειγμα παθητικοεπιθετικής συμπεριφοράς
Η μητέρα ζητάει από το παιδί της να πλύνει τα πιάτα για να τη βοηθήσει. Εκείνο της αποκρίνεται ότι θα το κάνει. Μίση ώρα αργότερα του το ξαναζητάει λίγο πιο επίμονα. Εκείνο αποκρίνεται ότι θα το κάνει χωρίς να διευκρινίζει το πότε. Μία ώρα αργότερα κι ενώ η μητέρα του το ζητάει για τρίτη φορά θυμωμένη, το παιδί σηκώνεται απρόθυμα και ξεκινάει με το πλύσιμο των πιάτων. Λίγα λεπτά αργότερα θα του γλιστρήσει από τα χέρια ένα από τ’ αγαπημένα ποτήρια της μητέρας του. Εκείνη θα χάσει την ψυχραιμία της και θ’ αρχίσει να φωνάζει. Τότε το παιδί θα της απαντήσει ότι τα ατυχήματα είναι μες στο πρόγραμμα κι αν εκείνη δεν μπορεί να το δεχτεί, στο εξής να πλένει μόνη της τα πιάτα.
Γιατί δημιουργείται αυτή η συμπεριφορά;
Αυτή η συμπεριφορά λοιπόν έχει την αφετηρία της στο γεγονός ότι το άτομο δεν έχει μάθει ένα σωστό τρόπο για να εκφράζει το θυμό του. Παράλληλα, όταν ζητείται απ’ αυτό να κάνει κάτι, πυροδοτούνται μέσα του διάφορες παράλογες αντιλήψεις. Στο παραπάνω παράδειγμα, όταν ζητήθηκε από το παιδί να πλύνει τα πιάτα, αυτό από μέσα του μπορεί να σκέφτηκε ότι δε φτάνει που πηγαίνει στο σχολείο, πρέπει να επιφορτίζεται με όλες τις δουλειές του σπιτιού, γιατί είναι ακόμα εξαρτημένο από τους γονείς του και πολύ αδύναμο ν’ αντιδράσει.
Η συμπεριφορά του παθητικοεπιθετικού ατόμου είναι συνήθως ηθελημένη και σκόπιμη. Συχνά μάλιστα απολαμβάνει τον αντίκτυπο που έχει αυτή. Αρνείται το θυμό που μπορεί να νιώθει, αποσύρεται συναισθηματικά, εκτελεί τις πράξεις του χωρίς επιτυχία και στη συνέχεια έχει τη διάθεση να «πάρει εκδίκηση».
Τι αντίκτυπο έχει στους άλλους;
Συνήθως η συμπεριφορά αυτή προκαλεί θυμό στους άλλους, οι οποίοι δυσκολεύονται να κατανοήσουν τι πραγματικά συμβαίνει και παρασύρονται από την αγανάκτησή τους, όπως στο παράδειγμα. Πολλές φορές νιώθουν και οι ίδιοι εγκλωβισμένοι στην αντίδρασή τους και νιώθουν ενοχή. Όπως για παράδειγμα μπορεί να νιώσει αργότερα η μητέρα για το γεγονός ότι δεν ενθάρρυνε το παιδί της να τη βοηθήσει με τις δουλειές.
Πώς μπορεί να γίνει πιο αποτελεσματική η επικοινωνία;
Αυτός ο φαύλος κύκλος της παθητικοεπιθετικής συμπεριφοράς δεν είναι εύκολο να σπάσει. Συνήθως όμως οι σχέσεις των ανθρώπων καταλήγουν σοβαρά τραυματισμένες. Για ν’ ανατραπεί αυτή η δυναμική πρέπει οι άνθρωποι να κατανοήσουν τη φύση αυτής της υπονομευτικής συμπεριφοράς και να βρουν άλλες, πιο αποτελεσματικές τεχνικές αλληλεπίδρασης.
«Το κείμενο αποτελεί μια συνεργασία του flowmagazine.gr με την ψυχολόγο κ. Μεσσαριτάκη.

Η σχέση μας με τα χρήματα Εύη Μεσσαριτάκη Ψυχολόγος Ψυχοθεραπεύτρια


Η σχέση μας με τα χρήματα

Η σχέση μας με τα χρήματα

Στην εποχή της κρίσης που διανύουμε, πολλοί άνθρωποι αναγκαστήκαμε να επαναδιαπραγματευτούμε τη σχέση μας με τα χρήματα και αυτά που μας προσφέρουν. Ταυτόχρονα, αυτό είναι και ένα θέμα που απασχολεί πολλούς ανθρώπους κατά τη διάρκεια της θεραπείας τους. Πώς δηλαδή έχει αλλάξει η ζωή τους και πώς πρόκειται ν’ αλλάξει και ταυτόχρονα αυτοί να ζουν ικανοποιητικά.
Αυτό είναι ένα θέμα που μας αφορά όλους, θεραπευτές και θεραπευόμενους. Μου θυμίζει όμως τις περιπτώσεις που μία απιστία κάνει το ζευγάρι ν’ αναθεωρήσει τη σχέση του και να συνειδητοποιήσει ότι από καιρό είχε αρχίσει η διάβρωση. Με τον ίδιο τρόπο, έπρεπε μία ατυχής, συλλογική εμπειρία να μας κάνει να επαναπροσδιορίσουμε τη θέση που τοποθετούμε τα χρήματα στο σύστημα αξιών μας.
Ο Κ. είναι ένας νεαρός θεραπευόμενος που ήρθε πριν από λίγους μήνες στο γραφείο μου. Μεταξύ άλλων, μου είπε, γεμάτος ενοχές, ότι παίζει γι’ αυτόν σημαντικό ρόλο αν η κοπέλα του θα έχει χρήματα ή όχι(!). Τον ρώτησα απλά γιατί νόμιζε ότι δεν μπορεί μόνος του να βγάλει χρήματα μόλις τελειώσει τις σπουδές του και μπει στην αγορά εργασίας και αν υπάρχει κάτι που τον εμποδίζει. Στη συνέχεια αλλάξαμε θέμα. Η ιστορία του βέβαια αποκάλυψε μία οικογένεια που είχε χρήματα και βίαια τα έχασε και γονείς που ζούσαν γεμάτοι πικρία και οικονομική ανασφάλεια. Έχουν περάσει πολλοί μήνες από εκείνη την πρώτη μας συνάντηση. Ο Κ. θα μου αναφέρει πολλές φορές από τότε αυτή την ερώτηση που του έκανα, την οποία επεξεργαστήκαμε αρκετές φορές έκτοτε.
Η σχέση μας με τα χρήματα έχει πολλές φορές να κάνει λοιπόν με τη σχέση που είχαν οι γονείς μας με τα χρήματα. Πρόσφατα ήμουν σε ένα τραπέζι όπου δύο φίλες μιλούσαν για το γάμο τους. Η μία λοιπόν συνεχώς ανέφερε ότι είναι πολύ σημαντικό να παραμείνει σε αυτό το γάμο μέχρι να εξασφαλίσει οικονομικά το παιδί της και η φίλη της συναινούσε σε αυτό. Να σημειωθεί ότι μιλάμε για άνθρωπο και οικογένεια αρκετά εύπορη. Μόλις εξέφρασα το σκεπτικισμό μου σχετικά με τα κίνητρα της γυναίκας να παραμείνει στο γάμο της, η φίλη της με κοίταξε στα μάτια και μου είπε: “Κοίτα να δεις, Εύη, εγώ και η Χ. έχουμε ζήσει πολύ φτωχικά όταν ήμαστε μικρές και είναι πάρα πολύ σημαντικό για μας να μη ζήσουν έτσι τα παιδιά μας”. Ο τρόπος που μου το είπε φανέρωνε ότι όντως ήταν κάτι πολύ σημαντικό για την ίδια. Για τη μητέρα λοιπόν και όχι για το παιδί. Στο όνομα της ευζωίας του οποίου μία νεαρή γυναίκα συντηρούσε μία σχέση από καιρό πεθαμένη.
Σαφώς και δεν αναφέρομαι στις περιπτώσεις εκείνες που υπάρχει θέμα επιβίωσης. Είναι σαφές ότι αν δεν καλύπτονται οι βασικές ανάγκες του ανθρώπου, δεν μπορεί να ικανοποιήσει τις υπόλοιπες, την ανάγκη για αυτοπραγμάτωση για παράδειγμα. Πολλοί άνθρωποι όμως θα λυτρώνονταν από ένα σωρό άγχη και ανησυχίες αν επανεξέταζαν τη σχέση τους με τα χρήματα.
Τα χρήματα λοιπόν παίζουν σημαντικό ρόλο στη ζωή και τις αποφάσεις μας. Αυτό που ποικίλει είναι το πόσο σημαντικό ή καθοριστικό ρόλο παίζουν. Και αυτό μένει να αποφασίσουμε.
Γιατί νομίζω ότι σήμερα, περισσότερο από ποτέ, καλούμαστε να ζήσουμε διαφορετικά, με περισσότερο νόημα κι ελευθερία. Το νόημα άλλωστε, σε όλες του τις μορφές, είναι κάτι που επανέρχεται συχνά κατά τη διάρκεια της ψυχοθεραπείας ή κατά την αυτογνωσία μας, μία διαδικασία που διαρκεί λίγο πολύ όλη μας τη ζωή.